Bad Company: The Brian Howe Years

14/11/2024

Κατηγορία: Rock this Time

1539

H πρώτη και χρυσή περίοδος των Bad Company ήταν σίγουρα η δεκαετία του '70 με σπουδαία άλμπουμ και τραγούδια και όπως ήταν φυσικό κάποια στιγμή θα ερχόταν και η παρακμή κάτι που συνέβη με εμφατικό τρόπο στις αρχές του ΄80 όπου όπου έλαβε τέλος η τεράστια απήχηση και η εμπορική επιτυχία της μπάντας.

 

Ο έκτος δίσκος με τίτλο "Rough Diamonds" (1982) έδειχνε τραγικά ανέμπνευστος και απογοητευτικός με αποτέλεσμα να έρθει ουσιαστικά η διάλυση της μπάντας που επιβεβαιώθηκε με την αποχώρηση του συνιδρυτή και τραγουδιστή των Bad Company, Paul Rodgers.
Η ιστορία όμως πολλές φορές μας διαψεύδει ευχάριστα. Εκεί που όλα έδειχαν ότι οι Bad Company ήταν παρελθόν ήρθε ως λαχείο μία σπουδαία φωνή να τον αντικαταστήσει και να γραφτούν νέες χρυσές σελίδες για τους Bad Company με την υπογραφή ενός ακόμη θαυμάσιου Άγγλου ερμηνευτή

Ο λόγος για τον Brian Howe (γεννημένος στις 22 Ιουλίου του 1953) από το Πόρτσμουθ της Αγγλίας όπου η καριέρα του ξεκίνησε ουσιαστικά με την μπάντα του Ted Nugent, ηχογραφώντας το άλμπουμ "Penetrator" (1984). Είχε προηγηθεί η συμμετοχή του, σε ένα τοπικό σχήμα ονόματι Shy, κυκλοφορώντας μαζί τους ένα σίνγκλ και λίγο αργότερα συμμετείχε για σύντομο χρονικό διάστημα στους White Spirit. Μάλιστα εκείνη την περίοδο έμενε στο σπίτι του Janick Gers που ήταν μέλος των White Spirit και αργότερα των Iron Maiden.
Η συνεργασία, του Brian Howe με τον Ted Nugent τον έκανε αρκετά αναγνωρίσιμο όμως πριν συνεργαστεί μαζί του, πάλευε να κλείσει μία καλή συμφωνία στέλνοντας τραγούδια στην Atlantic Records στο Λονδίνο με την ελπίδα να υπογράψει ένα καλό δισκογραφικό συμβόλαιο.
Η τύχη, του χαμογέλασε όταν τον άκουσε, o παραγωγός Ashley Howe (Uriah Heep, Rare Bird, Osibisa, Babe Ruth) την ώρα που περπατούσε στο διάδρομο των γραφείων της Ατλάντικ ο οποίος έψαχνε εναγωνίως τραγουδιστή για το επόμενο άλμπουμ του Ted Nugent. Στην οντισιόν που πέρασε στη Νέα Υόρκη στο Gramercy Park Hotel ο Βρετανός ερμηνευτής είχε να συναγωνισθεί τον Marc Boals (κατέληξε στον Yngwie Malmsteen) με τον Howe να παίρνει τελικά την δουλειά αλλά κάνοντας μία λάθος επιλογή που του στοίχισε στην συνέχεια. Και ποια ήταν αυτή;;;
Συμφώνησε να δουλέψει με τον Ted με πολύ λιγότερα χρήματα από ότι επιθυμούσε (με σκοπό να διασφαλίσει την συνεργασία) με συνέπεια να υπάρξουν σημαντικές οικονομικές διαφορές στην συνέχεια σε σημείο ο Howe να δηλώνει αργότερα πως αν δούλευε στα McDonald's θα πληρωνόταν πολύ καλύτερα. Βέβαια ίδιος ομολογεί πως εκτός από τις φτωχές οικονομικές απολαβές δεν είχε άλλα σοβαρά προβλήματα με τον Tugent και η συνεργασία μαζί του, ήταν υπέροχη και τον βοήθησε επαγγελματικά.
Ψάχνοντας ο Howe ένα καλύτερο επαγγελματικό μέλλον, ζητά την βοήθεια ενός παλιού του φίλου, του κιθαρίστα,ς Mick Jones (Foreigner) o οποίος καταφέρνει να του δώσει μία χρυσή ευκαιρία.
Συγκεκριμένα ο Howe ενώ είχε ολοκληρώσει μια τεράστια παγκόσμια περιοδεία για την προώθηση του άλμπουμ "Penetrator" του Ted Nugent μία μέρα του 1984, έλαβε κλήση από τον Mick Jones (Foreigner), ο οποίος συζητούσε με τους Mick Ralphs και Simon Kirke των Bad Company να συγκροτήσουν ένα νέο γκρουπ. H  κουβέντα έγινε στο σπίτι του Nugent με τον Howe να εξομολογείται:
"Κουβεντιάζαμε για το μέλλον μου, στο σπίτι του Ted με όλα αυτά τα πυροβόλα όπλα τριγύρω μας και η συνομιλία που ακολούθησε έγινε σε κλίμα φόβου και παράλληλα προσευχόμουν να μην μου ζητήσει ο Ted παράταση της συνεργασίας μας διότι είχα αποφασίσει να αποχωρήσω. Ο Μick μου είπε ότι έπρεπε να φύγω από τον Τed και να πάω στη Νέα Υόρκη όπου δύο μέλη των Bad Co ήθελαν να συναντηθούν μαζί μου. Έτσι έφτιαξα μια ψεύτικη ιστορία για να φύγω από το σπίτι του Ted και πήγα στο ξενοδοχείο Mayflower, όπου αποφασίσαμε να δώσουμε μια νέα ευκαιρία στην καριέρα μου".
 
 
                                         Η επανασύσταση των Βad Company
Όπως γράψαμε παραπάνω η φυγή του Paul Rodgers από τους Bad Company μετά το μέτριο άλμπουμ "Rough Diamonds" (1982) ουσιαστικά έβαλε στον πάγο τη θρυλική μπάντα αφού η φωνή και η παρουσία του Rodgers ήταν το σήμα κατατεθέν των Bad Company ενώ οι εσωτερικές έριδες ανάμεσα στα μέλη είχαν διαλύσει την χημεία μεταξύ τους, σε σημείο να μη κάνουν ούτε  την συμφωνημένη περιοδεία.
Ο Rodgers έπειτα από όλο αυτό, έκανε ένα νέο ξεκίνημα με τους The Firm το 1984 παρέα με τον Jimmy Page (Led Zeppelin) και όλα έδειχναν πως ο Paul δεν είχε καμία επιθυμία να επιστρέψει στους Bad Company.
Στην αντίπερα όχθη, ο χρόνος πέρναγε χωρίς κάποια θετική μεταβολή για την πορεία των υπόλοιπων Bad Company και το 1986 συμπληρώναν ήδη τέσσερα χρόνια αδράνειας οπότε οι εναπομείναντες Mick Ralphs, Simon Kirke, και σε μικρότερο βαθμό ο Boz Burrell, αποφάσισαν ότι οφείλουν να συνεχίσουν ξεκινώντας να ηχογραφήσουν νέο υλικό χωρίς όμως να έχουν καταλήξει αν θα διατηρηθεί το όνομα Bad Company επιλέγοντας τελικά για τραγουδιστή τον Howe, ο οποίος αποκάλυψε: 
"Όταν μπήκα για πρώτη φορά στο συγκρότημα, δεν επρόκειτο να αποκαλούμε τους εαυτούς μας Bad Company και έτσι δεν υπήρχε καμία πίεση. Μόλις ολοκληρώθηκε το "Fame and Fortune" η δισκογραφική ήθελε να το, κυκλοφορήσουμε ως Bad Company.
Έτσι και παρά τις αντιρρήσεις μου, ο Ralphs και ο Kirke υπέκυψαν στις πιέσεις".
Ο Howe πίστευε ότι η καλύτερο για το συγκρότημα θα ήταν να ξεκινήσουν από το μηδέν λέγοντας:
"Πίστευα ότι θα είχε περισσότερη μακροζωία για την μπάντα. Αλλά η δισκογραφική εταιρεία, μας πλήρωσε πολλά χρήματα για να συνεχίσουμε ως Bad Company και όχι να έχουμε νέο όνομα".
Επιπρόσθετα ο ντράμερ Simon Kirke παραδέχτηκε ότι στην αρχή υπήρχαν αμφιβολίες πως θα αντιδράσουν οι οπαδοί χωρίς τον Paul Rodgers στο μικρόφωνο, όμως ευτυχώς τον δέχτηκαν θετικά ειδικά στις συναυλίες που ακολούθησαν, αφού διαπίστωσαν με τα μάτια και τα αυτιά τους ότι ο Howe αναζωογόνησε τη μπάντα καθώς ερμήνευε τα παλιά κλασικά τραγούδια με τον δικό του μοναδικό τρόπο σεβόμενος το πρότυπο υλικό.
 
                                                
                                         Brian Howe Years
"Fame and Fortune" (1986):
Το έβδομο στούντιο άλμπουμ του βρετανικού ροκ συγκροτήματος κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1986 στο οποίο κάνει το ντεμπούτο του ο Brian Howe που με την βαθιά blues ερμηνεία του, φύτεψε τον σπόρο για τις επόμενες αξιόλογες κυκλοφορίες. Εδώ το χεράκι του,έχει βάλει για τα καλά ο Μic Jones των Foreigner γράφοντας δύο συνθέσεις και βοηθώντας στην παραγωγή με τον πολύπειρο Keith Olsen να είναι ο κύριος παραγωγός δίνοντας μία πιο aor προσέγγιση στον δίσκο. Κομμάτια σαν τα "Valerie",  "That Girl" και η μπαλάντα "When We Made Love",  "If I'm Sleeping" (θυμίζει Styx) δίνουν το μελωδικό στίγμα το άλμπουμ.
Επιπρόσθετα το εναρκτήριο "Burning Up" αλλά και το υπόλοιπο άλμπουμ έχει άρωμα από Foreinger, ενώ υπάρχουν πολλές στιγμές που ακούμε σόλα σαξοφώνου, τα οποία παίζει ο ίδιος ο Brian Howe με πιο χαρακτηριστικά, τα κομμάτια "This Love", "Hold on My Heart" και "Tell It like It Is".
Ο αρχικός μπασίστας Boz Burrell μπορεί να εμφανίζεται στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ όμως μπάσο στον δίσκο έπαιξε ο session Steve Price ενώ συμμετείχε και ο Καναδός κιμπορντίστας/ κιθαρίστας Gregg Dechert (David Gilmour, Uriah Heep).
 
"Dangerous Age" (1988):
Με τον Μic Jones να κάνει διακοπές στο Isle Of Wight, η μπάντα απογαλακτίζεται από τον σπουδαίο κιθαρίστα και ξεκινά τις ηχογραφήσεις για το επόμενο άλμπουμ παλεύοντας να φτάσει ξανά στην κορυφή.
Ο μάνατζερ Bud Prager για να "σπρώξει" προς την επιτυχία τους "νέους" Bad Company πρότεινε την πρόσληψη ενός Άγγλου παραγωγού, του Terry Thomas (ιδρυτικό μέλος του βρετανικού γκρουπ Charlie) ο οποίος είχε κάνει εξαιρετική δουλειά στο "Ambition", ενός εξαίσιου σόλο άλμπουμ του κιθαρίστα και τραγουδιστή Tommy Shaw (Styx).
Μαζί με τους Howe και Ralphs, ο Thomas ανέλαβε να συνυπογράψει ολόκληρο το περιεχόμενο του επόμενου άλμπουμ του Bad Company δίνοντας περισσότερο βάρος στον κλασικό hard rock ήχο με την φωνή και την ερμηνεία του Howe να κερδίζει ξανά τις εντυπώσεις.
Τραγούδια όπως το "Shake It Up", το "Dirty Boy" και ο δυναμίτης "No Smoke Without A Fire" απογειώνουν το άλμπουμ που έφτασε στο νούμερο 58 του πίνακα Billboard, φέρνοντας στο συγκρότημα ξανά στην επιτυχία. Παράλληλα η συνεχής υπόστηριξη του παντοδύναμου MTV βοήθησε σημαντικά σε πωλήσεις το άλμπουμ. Από το εν λόγω δίσκο ξεχωρίζουν επίσης η θαυμάσια μπαλάντα "Something About You", το δυναμικό "Bad Man" και το ομότιτλο και συνάμα ξεσηκωτικό "Dangerous Age" με τον Ralphs να ζωγραφίζει.
Το άλμπουμ κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1988 και μπάσο παίζει ο Steve Price ενώ στη περιοδεία που ακολούθησε συμμετείχε ο Larry Oakes (πλήκτρα, κιθάρα) από τους Foreigner. Στις ΗΠΑ το άλμπουμ έγινε χρυσό πουλώντας πάνω από 500 χιλιάδες αντίτυπα.
 
"Holy Water" (1990):
Το ένατο στούντιο άλμπουμ των Bad Company κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1992. Έγινε πλατινένιο, πουλώντας πάνω από 1.000.000 δίσκους και ανέβηκε στο Νο. 35 του Billboard Top Pop Albums chart. Το πρώτο σινγκλ είναι το καθηλωτικό "Holy Water" και ήταν Νο. 1 άλμπουμ Billboard Rock Tracks για δύο εβδομάδες το καλοκαίρι του 1990 καθώς το συγκρότημα περιόδευε στις Ηνωμένες Πολιτείες με τους Damn Yankees. Η εκπληκτική power ballad, "If You Needed Somebody" έγινε επιτυχία στις αρχές του 1991, φτάνοντας στο Νο. 16 στο Billboard Hot 100 και στο Νο. 2 στο άλμπουμ Rock Tracks. 
Οι κόποι όλων έφεραν καρπούς για τη ιστορική μπάντα έπειζε ξανά σε μεγαλύτερους χώρους αφού η περιοδεία στις ΗΠΑ για το "Holy Water" ήταν από τις πιο πετυχημένες για το 1991.
Όμως στα παρασκήνια, τα πράγματα δεν ήταν ιδανικά. Σχεδόν από την πρώτη μέρα, ο Howe ένιωθε αποκομμένος από τους Ralphs και Kirke, υποβάλλοντας στην πραγματικότητα την παραίτησή του με τον διευθυντή της Atco Records να τον μεταπείθει τουλάχιστον ώσπου να να ολοκληρωθεί η περιοδεία του "Holy Water". Μάλιστα στην τουρνέ που έκαναν μαζί με τους Deep Purple, ο Howe δεν έκανα παρέα με τους Ralphs και Kirke, εξηγώντας τον λόγο:
"Ταξιδέψαμε χωριστά γιατί ήθελαν να ξενυχτούν πίνοντας και ως τραγουδιστής του συγκροτήματος δεν μπορούσα να το κάνω αυτό".
Άλλα τραγούδια που ξεχώρισαν είναι τα: "Stranger Stranger",  "Fearless", "With You in a Heartbeat", "Boys Cry Tough" ενώ στο ακουστικό "100 Miles" τραγουδά ο ντράμερ Simon Kirke.
Επιπλέον η μπάντα αντιμετώπισε πρόβλημα με τον Ralphs, ο οποίος φρόντιζε για προσωπικά και οικογενειακά θέματα, και δεν συμμετείχε στο μεγαλύτερο μέρος της περιοδείας "Holy Water", αν και έπαιξε στο άλμπουμ. Αντικαταστάθηκε από τον πρώην κιθαρίστα των Crawler, Geoff Whitehorn και τον παραγωγό Thomas που ήταν καλεσμένοι σε ρυθμική κιθάρα και πλήκτρα αντίστοιχα. Ο Ralphs, επέστρεψε αργότερα κατά τη διάρκεια της περιοδείας (τον Απρίλιο του 1991) και ο  Geoff Whitehorn συνέχισε μς τους Procol Harum.
 

"Here Comes Trouble" (1992)
To δέκατο στούντιο άλμπουμ της μπάντας είναι το τελευταίο του Brian Howe με τους Bad Company.
Στην κιθάρες συμμετέχουν ο πολυτάλαντος Dave "Bucket" Colwell (Samson) ο οποίος έχει συνθέσει το "Reach Out", των Iron Maiden και κρυφό όπλο του Βρετανικού συγκροτήματος παραμένει ο Terry Thomas (Charlie) που υπογράφει και σε αυτό το άλμπουμ αρκετά τραγούδια του "Here Comes Trouble".
Ο ήχος και οι συνθέσεις ακολουθούν το γνώριμο ύφος των προηγούμενων δίσκων όπου το παραδοσιακό blusely hard rock συναντά τις aor μελωδίες ποτισμένες με την βαθιά και γοητευτική ερμηνεία του Brian Howe .
Τραγούδια που ξεχωρίζουν είναι το φανταστικό "Stranger Than Fiction", το "Both Feet in the Water", το "Little Angel" και το "Brokenhearted" με τις κιθάρες να παίρνουν φωτιά.
Η επιτυχία του "How About That", μπορεί να αναδεικνύει την ελαφριά πλευρά της μπάντας σύμφωνα με τον Howe, ο οποίος εκείνη την εποχή "περνούσε ένα φρικτό διαζύγιο", ενώ ήδη είχε φτάσει στο απροχώρητο κατά τη διάρκεια της δημιουργίας του άλμπουμ με τα υπόλοιπα μέλη.
"Στο Here Comes Trouble" δεν συναντήθηκα διαζώσης με κανέναν άλλον από το συγκρότημα κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης αυτού του δίσκου", αποκάλυψε,ο Howe.
"Δούλεψα μόνο με τον Thomas και οι άλλοι έκαναν τη δουλειά τους, αλλού χωρίς εμένα. Και αυτό συνέβη και με το "Holy Water". Το να μείνω στο συγκρότημα εκείνη την περίοδο μόνο για τα χρήματα ήταν το τελευταίο πράγμα που ήθελα να κάνω", υποστήριξε ο Howe ενώ στην συνέχεια αποχώρησε από την μπάντα λέγοντας απογοητευμένος:
"Απλώς δεν μπορούσα να συνεχίσω άλλο αλλά πιστεύω ότι και εκείνοι, ένιωθαν το ίδιο με εμένα. Δεν ήθελε κανείς να δουλέψει ούτε να γίνουν περιοδειες, ούτε καν να κάνουν πρόβες. Κουράστηκα να μην έχω δουλειά", είπε ο Howe. 
Η δισκογραφική και οι μάνατζερ έριξαν στο τραπέζι το όνομα του Steve Walsh (Κansas) όπου οι υπόλοιποι έκαναν κρυφές πρόβες με τηνπροοπτική να αντικαταστήσουν για το υπόλοιπο της περιοδείας τον Howe χωρίς όμως αυτό τελικά να πραγματοποιηθεί.
Η δισκογραφική συνέχεια για τους Bad Company μετά το τέλος της συνεργασίας με τον Ηowe ήταν το άλμπουμ "Company of Strangers" (1995) με τραγουδιστή τον Robert Hart (Distance) και το "Stories Told & Untold" (1996) που περιλάμβανε τις κλασσικές επιτυχίες της μπάντας επαναηχογραφημένες.
Το 1998 ο Paul Rodgers επέστρεψε στην μπάντα που μεγαλούργησε και συνέχισαν κάνοντας περιοδείες ενώ κυκλοφόρησαν μόνο live albums.
H σόλο πορεία του Brian Howe μετά τους Bad Company περιλάμβανε συνοπτικά λιγοστά προσωπικά άλμπουμ τα: "Tangled in Blue" (1997) το οποίο κυκλοφόρησε αργότερα και με άλλο εξώφυλλο ως "Touch" (2003), το "Circus Bar" (2010) με την συμμετοχή του Pat Travers και μία κυκλοφορία με υλικό που είχε ηχογραφήσει με τους White Spirit υπό τον τίτλο "Right or Wrong" (2022)
Σε μία από τις τελευταίες του συνεντεύξεις ο Howe είπε ότι είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί oι Bad Company ήταν επιτυχημένοι στην εποχή τους αφού όπως λέει:.
"Γράψαμε πολύ καλά εμπορικά, ποιοτικά ροκ τραγούδια και τα ηχογραφήσαμε άψογα".
Ο Brian Howe έφυγε από τον μάταιο τούτο κόσμο από καρδιακή ανακοπή στις 6 Μαΐου 2020 ενώ πήγαινε σε νοσοκομείο στη Φλόριντα, σε ηλικία 66 ετών αφήνοντας πίσω του τρία παιδιά και τρία εγγόνια αλλά και μία σειρά αξιόλογων στούντιο κυκλοφοριών που αγαπήθηκαν από τους οπαδούς των Bad Company αλλά και του classic hard rock.
 
Υ.Γ.: Επίσης ο Brian Howe κυκλοφόρησε το ΕΡ με τίτλο "Emotions" (2011) και τα σινγκλ "Hot Tin Roof" (2017) και "Going Home" (2020) καθώς ένα ακόμη άλμπουμ - συλλογή το 2018.
 
Φώτης Μελέτης