The Rolling Stones: "Blue And Lonesome"

06/12/2016

Κατηγορία: Κριτικές

4767

Ηχογραφημένη σε μόλις 3 ημέρες, πάνω σε μια απόφαση της στιγμής, αφού συνειδητοποίησαν ότι ένα μάτσο πρόβες σε παλιά blues στάνταρ «ακούγονταν καλά», η συλλογή αυτή με διασκευές της μεγαλύτερης από τις πρώτες μπάντες στο ροκ ν' ρολ αποτελεί το καινούριο (ίσως και το τελευταίο) της δισκογράφημα.

 

Με κίνδυνο να ακουστεί κανείς σαν τον πρεσβύτερο Γιόργκε απ΄το «Όνομα του Ρόδου», στη θρυλική ατάκα περί του ότι «η μελέτη των γραφών δεν έχει σκοπό την πρόοδο, αλλά την αέναη ανακεφαλαίωση», η αίσθηση που αποπνέει το άλμπουμ είναι όντως αυτή της εντελώς απενοχοποιημένης ανακεφαλαίωσης. “Just Your Fool” (του Buddy Johnson και της bog band του απ΄το ’53), “I Gotta Go”, “Hate To See You Go” του Little Walter, “Blue And Lonesome” (του Memphis Slim απ΄το ’49), “Commit A Crime” (του Howling Wolf - γνωστό κι από τις εκτελέσεις του Stevie Ray Vaughan), το προπολεμικό “Ride  ‘Em On Down” του Eddie Taylor (μ΄ένα βίντεο κλιπ σκέτη αλητεία, όπου μια sexy μέχρι σημείου combustion Kristen Stewart ζορίζει ένα vintage Mustang του ’60), καθώς και ο απαραίτητος Willie Dixon με τα “Just Like I Treat You” και “I Can’t Quit You Baby” είναι τα πιο αναγνωρίσιμα από τα tracks.
Εμφανίζονται σε ταιριαστές α προπό εμφανίσεις ο
Eric Clapton, ο Μatt Clifford κι ο Chuck Levell (πλήκτρα) και ο Jim Keltner (τύμπανα), όλοι τους ονόματα που κουβαλάνε ολόκληρες εποχές της ροκ ν΄ρολ ιστορίας στα χέρια και τα μυαλά τους. 
Ανεξάρτητα του κατά πόσο η κυκλοφορία αυτή ήταν συνειδητή ή μπήκε σε κίνηση από τη σπίθα μανατζερικής πρωτοβουλίας, η αλήθεια είναι ότι επιστρέφουν στις ρίζες τους μόνον αυτοί που έχουν τέτοιες.
Αυτοί που έσκηψαν στην πηγή και ήπιαν το νερό που ανέβλυζε, όταν οι περισσότεροι κοιτούσαν τα πουλάκια στα δέντρα. Αυτοί που έμαθαν με το παράδειγμά τους σε μουσικούς, βιομηχανία και ακροατές ότι η μουσική για να έχει ενεργό παρόν είναι σημαντικό να έχει ιδρύσει μια τίμια διαλεκτική με το παρελθόν.


Την ύπαρξη της μουσικής ρίζας η σημερινή εποχή την απεχθάνεται, γιατί χαράσσει σαφείς διαχωριστικές γραμμές μεταξύ όσων αναγνωρίζουν τη σημασία του να προέρχεσαι και όσων υποφέρουν από την υστερία μιας υποτιθέμενης «πρωτοτυπίας», όσων αποφεύγουν φόρους τιμής και hat-tippings σε πραγματικές αξίες, μήπως και νιώσουν λίγοι.
Όσοι καταλαβαίνουμε γιατί μπορεί να έχει κάποιο νόημα (πέραν του εμπορικού) αυτή η ηχητική επιστροφή σήμερα και όχι πριν 5 ή δέκα χρόνια, έχουμε ήδη τα αισθητήριά μας σε εγρήγορση, οπότε το άλμπουμ αυτό είναι προορισμένο να μας προσφέρει μόνον απόλαυση.
Γιατί –δεν είναι και δύσκολο – αντιλαμβανόμαστε την ανάγκη των συγκεκριμένων 70άρηδων να νιώσουν ξένοιαστα και οικεία με τη μουσική που τους νοηματοδότησε πριν καν κλείσουν τα είκοσι (ποιά ειλικρινέστερη κατάθεση διάθεσης από αυτήν, για έναν καλλιτέχνη στη δύση της καρριέρας του, αν όχι το να θυμίζει όσα τον καθόρισαν;).
Όσο για τους πικρόχολους, θα έχουν τα χιλιοειπωμένα επιχειρήματά τους την κατανόησή μας. Αν και δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι την τελευταία την αξίζουν κιόλας.


Παναγιώτης Παπαϊωάννου