Chris Rea: "Road Songs For Lovers"

27/10/2017

Κατηγορία: Κριτικές

4584

Το πρώτο άλμπουμ του Chris Rea με καινούριο υλικό εδώ και 6 χρόνια (μετά το “Santo Spirito Blues”) είναι περισσότερο από μια δισκογραφική επάνοδος, η επιστροφή ενός αγαπημένου φίλου που έχει καιρό να φανεί.Το 26ο στούντιο άλμπουμ του είναι μια υπόθεση προσωπική, όσο λίγες στην 39χρονη δισκογραφική του καρριέρα.

 

Συνδυάζοντας τα τρία στοιχεία που σημάδεψαν τα τραγούδια όλης της πορείας του, τα αυτοκίνητα, τον έρωτα και τη slide κιθάρα, ο γεννημένος στο Middlesbrough το ’51 κιθαρίστας – τραγουδιστής οδηγεί τον ακροατή σε ηχητικά κατατόπια οικεία, όπου οι εξομολογήσεις και η ματιά του ταξιδευτή Rea συναντούν το λιτό – αλλά τόσο εύγλωττο- blues φρασεολόγιο της κιθάρας του.
Αυτή τη φορά, το ηχογράφημα έχει μια οριακή σημασία από μόνο του. Ρονατικός και στοχαστικός, ο Rea μέσα απ’ το “Road Songs For Lovers καταφέρνει να δηλώνει παρών μετά από μια σειρά σκληρών γυρισμάτων της μοίρας. Νικητής του καρκίνου από το 2011, ο αμετανόητος και με κυνικό χιούμορ Yorkshireman επεβίωσε πέρσι από ένα βαρύ έμφραγμα, που του άφησε ένα αδιόρατο σύρσιμο στην ομιλία και μειωμένη κινητικότητα στα άνω και κάτω άκρα.

Κι όμως, τόσο στα blues-folk-rock στάνταρ του, όσο και στις γεμάτες συναίσθημα μπαλάντες, ο Rea εξακολουθεί να προσφέρει ικανές δόσεις από τον γνώριμο, χαρακτηριστικό εαυτό του. Όπως πάντα, με μια φωνή που «έχει τη δυνατότητα να κάνει κάθε τραγούδι του να ακούγεται σοβαρό και πραγματικά σημαντικό».


Η καπνισμένη αυτή φωνή – καίτοι άκαπνος ο ίδιος εδώ και έναν περίπου χρόνο- στέφει κομμάτια όπως το ομώνυμο, το “Rock My Soul”, το “Nothing Left Behind” ως μερικά από τα καλύτερα που έχει γράψει τα τελευταία είκοσι χρόνια. Ειδικά από το “Nothing Left Behind” (“I’ m going away past tomorrow, past yesterday”) και μετά, ο Rea ακούγεται να φεύγει προς την ανοιχτή λεωφόρο. Σε κάθε τραγούδι, ο αφηγητής έχει στο διπλανό του κάθισμα την απώλεια, τον έρωτα και τα όνειρά του.
Ο άνθρωπος που τυποποιήθηκε με laid back κομμάτια για το πώς είναι να ξαπλάρεις στην παραλία, ή να είσαι στριμωγμένος στη θέση του οδηγού μέσα σε κολασμένη κίνηση, μοιάζει συμφιλιωμένος με την κληρονομιά του. Μπορεί να έχει δηλώσει αθεράπευτος bluesman, όμως στην πραγματικότητα έχει αγαπηθεί για πολύ περισσότερα πράγματα. Όπως τις soul, folk και jazz επιρροές που υπάρχουν εδώ, όπως η αμεσότητα των στίχων του, όπως ο τόνος της κιθάρας του, πάντα λακωνικός, υπαινικτικός, αλλά μεστός όσων λίγων της γενιάς του. Μετά από αρκετές ακροάσεις, νιώθει κανείς ότι εδώ και κει πλανιέται το φάσμα ενός αποχαιρετισμού, αλλά πάλι λες όχι. Καθώς το άλμπουμ ρέει, η γνώριμη ευφορία του ήχου του ξετυλίγεται επαναφέροντας μια ήρεμη συνειδητοποίηση, μια ζυγοσταθμισμένη αισιοδοξία. Στο ομώνυμο, λόγου χάριν, είναι αδύνατο να μην την νιώσει κανείς με τα πλήκτρα και τα πνευστά να χρωματίζουν τη διακριτική μελωδία.
Το
Breaking Point με την μίνιμαλ προσέγγιση και ήχους από ακκορντεόν, μοιάζει με τραγούδι του John Cale, το σπαρακτικό “Last Train” και το εξομολογητικό jazzy “Beautiful” που κλείνει το άλμπουμ είναι από τα ειλικρινή του κομμάτια. Ο Chris Rea μοιράζεται με τον ακροατή τα ουσιώδη της πορείας του.

Ένας δίσκος σαν αβίαστο road movie, απ’ αυτά που τα παρακολουθείς απλώς και μόνο για το ταξίδι, φορτωμένος όμως με τα μόνα μπαγκάζια που αξίζουν: τους έρωτες και τις ελπίδες ότι ο δρόμος στην ουσία δεν τελειώνει ποτέ.

Παναγιώτης Παπαϊωάννου