The Hooters: Johnny's One Way Home

15/03/2018

Κατηγορία: Old Time Rock

6999

Οι τρεις νεαροί που είχαν πρωτoσυναντηθεί το ‘71 στο πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια κατάφεραν μέσα από το πάθος τους για τη μουσική να κρατήσουν ζωντανή και τη φιλία τους.

 

Δώδεκα χρόνια αργότερα, οι Eric Bazilian (21/7/1953) και Rob Hyman (21/7/1950), πολυοργανίστες μουσικοί από τη Philadelphia με αρκετές σαπόρτ συναυλίες κι ένα μετριόφρον άλμπουμ στο ενεργητικό τους ως The Hooters” (“Amore”, 1983), κλήθηκαν από τον τρίτο, Rick Chertoff  (29/3/1950), τότε έμμισθο παραγωγό της Columbia Records, να συνθέσουν και να παίξουν στον δίσκο μιας άγνωστης ποπ καλλιτέχνιδας, ονόματι Cyndi Lauper.
Το “She’s So Unusual” προέκυψε μέσα στο 1984 μια τεράστια διεθνής επιτυχία, το δε ποπ κομψοτέχνημα “Time After Time” (US#1, 9/6/84), γραμμένο από τον Hyman –είναι αυτός που ακούγεται στα δεύτερα φωνητικά πίσω από τη σπαραξικάρδια θηλυκή ερμηνεία- έγινε το διαβατήριο για τα δικά τους, αυτοδύναμα, σχέδια.Υπογράφουν συμβόλαιο με την Columbia, ηχογραφούν και κυκλοφορούν τον πρώτο τους δίσκο με τίτλο Nervous Nightκαι στις 13 Ιουλίου του ’85, συμμετέχουν, μετά από προσωπική παρέμβαση του μεγάλου Bill Graham, σε μια από τις μεγαλύτερες συναυλίες όλων των εποχών, καθώς ανοίγουν στο στάδιο J.F.K. της γενέτειράς τους το αμερικάνικο σκέλος του “Live Aid”.
Το άλμπουμ, σε παραγωγή και με συνθετική συμβολή του Chertoff, γίνεται πλατινένιο στην Αμερική (US#12, 22/3/86), τρία singles του μπαίνουν στο top-40 του Billboard, το “Rolling Stone τους ανακηρύσσει «πρωτοεμφανιζόμενο σχήμα της χρονιάς», και περιοδεύουν διαρκώς: παίζουν σαπόρτ των U2, του Bryan Adams, του Lou Reed και του Peter Gabriel, με τον τελευταίο, μάλιστα, εμφανίζονται το καλοκαίρι του ’86 στο Giants Stadium του New Jersey, στην περιοδεία της Διεθνούς Αμνηστίας.
Στα μέρη μας τους μάθαμε λίγο πριν τα Χριστούγεννα του ’85, με το σινεματικό “All You Zombies”, που μπήκε στο διπλό δίσκο - συλλογή HITS 3, στη μία από τις τέσσερις, τη «ροκ», πλευρά, μαζί με Cult, Echo & The Bunnymen, Mick Jagger, ΖΖ Top και Phil Collins.
Μετά από ενάμισυ περίπου χρόνο εξουθενωτικών περιοδειών, Hyman και Bazilian αποσύρονται μ' ένα τροχόσπιτο στις απρόσιτες ερημιές της Virginia για να γράψουν καινούρια τραγούδια. Το –ως συνήθως δύσκολο- δεύτερο άλμπουμ θα ηχογραφηθεί στη Νέα Υόρκη, χειμώνα ’86 προς '87. Όπως και το πρώτο, στην παραγωγή συμμετέχει ο Rick Chertoff, αυτή τη φορά όμως πιστώνεται από κοινού και στους Bazilian και Hyman.
Δίπλα στους δύο αυτούς κυρίως συνθέτες της μπάντας, που μοιράζονται τα φωνητικά τραγουδώντας lead σε πέντε κομμάτια ο καθένας, ο ρυθμικός κιθαρίστας, John Lilley, ο μπασίστας Andy King και ο με Φιλανδική ρίζα ντράμερ Dave Uosikkinen. Αρκετά μακριά από τη ραδιοφωνική γυαλάδα του πρώτου δίσκου, το One Way Home (US#27, 29/8/87) διακρίνεται για τις έξυπνες ενορχηστρώσεις του, τις εμπλουτισμένες με φολκ στοιχεία. Ακκορντεόν, φυσαρμόνικες, πνευστά και ποικίλα πλήκτρων, roots rock γεύση δίπλα σε ηλεκτρικές και ακουστικές κιθάρες και βέβαια η χαρακτηριστική μελόντικα, από την οποία το γκρουπ πήρε και το όνομά του.
Οι Hooters, διατηρώντας την έμφυτη κλίση προς τις καθαρές μελωδίες, δείχνουν αυτή τη φορά την επιθυμία να εξωτερικεύσουν το μουσικό τους δυναμικό, το στοιχείο που τους διαφοροποιεί από το σωρό του εμπορικού adult oriented rock. Οι παραδοσιακές αποχρώσεις στο οργανικό μέρος και οι ενδοσκοπικοί στίχοι, που παραπέμπουν σε μονοπάτια Mellenkamp και Springsteen, οδηγούν τον David Fricke του “Rolling Stone” να γράψει ότι «καταφέρνουν να δημιουργήσουν ραδιοφωνική μαγεία με αντισυμβατικά συστατικά».



Ο δίσκος ξεκινά με το Satellite(US#61, 31/10/87, UK#22, Ιανουάριο ’88) όπου υποδειγματικά αναμιγνύονται συνθεσάϊζερ με έγχορδα και μελόντικα. Αντιδιαμετρικά προς την ερωτική λογοκοπία του στίχου της τότε ποπ, οι στίχοι σαρκάζουν την απάτη των τηλε-ευαγγελιστών (“So jump in the river and learn to swim - God's gonna wash away all your sins - and if you still can't see the light - God's gonna buy you a satellite”).
Δεκάδες χιλιάδες αμερικανοί, χαυνωμένοι μπροστά στην τηλεόραση, σήκωναν το ακουστικό και έκαναν δωρεές σε «ιδρύματα» κηρύκων της χριστιανικής πίστης, οι οποίοι υπόσχονταν σωτηριακές λύσεις, τόσο απτές, όσο και το συρτάρι του κομοδίνου, όπου αναπαυόταν το πορτοφόλι με την πιστωτική.
Το φαινόμενο, όχι καινούριο για τις Η.Π.Α. γνώριζε
τότε την κορύφωσή του, λίγο πριν ξεσπάσουν τα σκάνδαλα των Jim Bakker και Jimmy Swaggart, που αποκάλυψαν ασωτία, αγοραίο σεξ και ιερό κατακλυσμό από βρώμικα δολλάρια. Στις 2 Οκτωβρίου του ’87 το κομμάτι ενσωματώθηκε σε επεισόδιο τουMiami Vice” με αντίστοιχο σενάριο, με τον Brian Dennehy στο ρόλο του λαοπλάνου ιεροκήρυκα και την αξέχαστη Anita Morris ως σύζυγό του με ροπή στις απαγορευμένες ουσίες.
Το Karla with a K(US#81) είναι εμπνευσμένο από έναν καλλιτέχνη παντομίμας που συνάντησαν περιοδεύοντας στη Λουιζιάνα. Μιλάει για τη μοναχικότητα και τη μοναξιά, αισθήματα που επιφυλάσσει η διαρκής αναζήτηση μιας αδελφής ψυχής, την ώρα που ένας τυφώνας έρχεται να σαρώσει βονοκορφές και ποτάμια και μουσικά παραπέμπει στους ήχους των ολοσχερώς ξεχασμένων από το νεαρό κοινό της εποχής The Band, με το ακκορντεόν να δίνει μια ιδιαίτερη φρεσκάδα.


ΤοGraveyard Waltz με τα ρετρό wulritzer και στρατηγικά γεμίσματα της κιθάρας διηγείται μια απόκοσμη συνάντηση μ’ ένα γοητευτικό θηλυκό φάντασμα που παρασύρει τον πρωταγωνιστή σ’ έναν ρομαντικό χορό ανάμεσα από μνήματα, παρακαλώντας τον να μείνει κοντά της για πάντα.
Το FightinOn the Same Side είναι μια ανανεωμένη εκδοχή ενός τρακ από το πρώτο τους άλμπουμ – πιο αργό, με ακκορντεόν χρώμα και ψευδορέγκε ρυθμό, ένα jingle αλληλεγγύης στο πεδίο μάχης του έρωτα. Η περιπλάνηση στον αμερικάνικο νότο και η διασταύρωση με φιγούρες που επαγγέλλονται το μονοπάτι «το σωστό» για την επιστροφή «στο σπίτι» διατρέχει και το ομώνυμο, One Way Home”, το οπλισμένο με πνευστά και παθιασμένη ερμηνεία από τον Bazilian.
Το Washingtons Day πιάνει το παναμερικανικό θέμα της 4ης Ιουλίου και το χρησιμοποιεί με τον τρόπο που το έχουν κάνει δεκάδες καλλιτέχνες πιο πριν: σαν τοπίο όπου μια αδιόρατη πατριωτική αύρα συναντά τη νοσταλγία, υπό υπαινιγμούς lap steel guitar. Φήμες αναφέρουν ότι η αυτού μεγαλειότης ο Bob Dylan ψέλισσε εν έκτον καλής κουβέντας μέσα απ’ τα δόντια του για το συγκεκριμένο τραγούδι. Και ακριβώς πριν η ηλικία των πέντε Hooters αρχίσει να βαραίνει το ύφος του υλικού, έρχεται η ισορροπία με τη rockaria του Hard RockinSummer.
Έμπνευση του Bazilian από ένα τσούρμο έφηβοι χεβυμεταλλάδες που είχαν το ορμητήριό τους κοντά στο στούντιο όπου η μπάντα έκανε πρόβες. Με το μαντολίνο να ειρωνεύεται ψιθυριστά κάτι power chords που λες και γράφουν στην ούγια Sammy Hagar, A young Romeo tries to find Juliet ενώ ένα αχόρταγο αιλουροειδές πάνω στα κεραμίδια «αιχμαλωτίζει τον κυνηγό της», σε μια night to remember, you know what I mean.
Όμως, καθώς το Engine 999” κλείνει το άλμπουμ με μια ακόμη uptempo νότα, ο ακροατής αναζητεί να ξανακούσει το κεντρικό κομμάτι του δίσκου, εκείνο που – ακόμη και μόνο γι’ αυτό, όπως λέγαμε κάποτε - το “One Way Home” είναι ένα άλμπουμ που αξίζει θέση σε μια δισκοσυλλογή. Είναι το τρίτο από την πρώτη πλευρά, με τον ημικρυπτικό τίτλο Johnny B.”.


Ένα κομμάτι στοιχειωμένο, με στίχολιτό όσο και αμφίσημο, υποδειγματικά χρονισμένον ανάμεσα σε τείχη ακκόρντων, με φυσαρμόνικα και πλήκτρα να υπαινίσσονται Βιρτζίνια πλέϊνς και στέτσον κατεβασμένα χαμηλά, ανάμικτα όμως μ’ έναν μυστήριο τρόπο με την αγωνία που αποπνέει το μπετόν της μητρόπολης. Δεν επιχείρησαν και πολλά mainstream σχήματα να παίξουν με την εξάρτηση από την ηρωίνη και τον έρωτα της γυναίκας σ’ ένα τρακ καθαρόαιμου, άθραυστου ροκ, στη μέση του οποίου σκάει ένα γεμάτο ένταση, άρτια δομημένο, κιθαριστικό σόλο.
«Νύχτα και δεν έχεις ύπνο – κι εκείνη σε φωνάζει – Μοναχική η διαδρομή, ξέρω πόσο της θέλεις – Ξανά και ξανά, να κυνηγάς το όνειρο, ναι – Αλλά, φίλε μου Τζώνυ, δεν είν’ αυτό που φαίνεται – Τζώνυ ζήσε, πολλά να δεις ακόμα – Τα μάτια σου άνοιξε κι άκουσέ με – Ίσια μπροστά σου, το πράσινο φανάρι κόκκινο πια – Μα γιατί δεν το βλέπεις, Τζώνυ, ζήσε – Κι όταν τη γυρίζεις σπίτι, έρχεται και κάθεται κοντά σου, πολύ κοντά – Σε θέλει αδύναμο, το ξέρεις – Είσαι στη στέρηση πάλι και σ’ έχει κυριεύσει – Τό’ ζησες, το ξέρεις, γιατί δεν το παρατάς; - Όμως όταν εκείνη σε φωνάζει, «γλυκέ μου Τζώνυ», ζήσε – Όλη τη νύχτα οδηγείς, ξέρεις ότι εκείνη θά’ ναι κει – Να σ’ αγαπήσει ξανά, με το φιλί της δηλητήριο – Για πάντα μέσα σου, όπου κι αν πας - Τζώνυ ζήσε, πολλά να δεις ακόμα – Τα μάτια σου άνοιξε κι άκου τί σου λέω – Ίσια μπροστά σου, το πράσινο φανάρι κόκκινο πια – Μα γιατί δεν το βλέπεις, Τζώνυ, ζήσε …».
 
Στο εφάμιλλης έντασης βίντεο ο πρωταγωνιστής Τζώνυ, κάθιδρος σ’ ένα κρεββάτι με τσαλακωμένα σεντόνια, παλεύει με τα συμπτώματα στέρησης και τις παραισθήσεις του, στις οποίες κυριαρχεί μια εκθαμβωτικά παγερή ξανθιά ντυμένη στα λευκά. Οι πέντε Hooters σε απόκοσμη σέπια φωτογραφία, με σταγόνες πραγματικού ιδρώτα να ζώνουν τα πρόσωπά τους, παίζουν πειστικά συνοφρυωμένοι σ’ ένα ημιφωτισμένο από κεριά υπόγειο και ο Τζώνυ, μετά από παραλήρημα, καθώς πέφτει με ανοιχτά τα μάτια από υπερβολική δόση, βλέπει τον εαυτό του μικρό αγόρι και την ξανθιά να τον κρατά, σαν στρατιωτάκι, υπό τον απόλυτο έλεγχό της.
Το θέμα βαρύ, σε μια εποχή που μπάντες όπως οι Hooters προορίζονταν από τη βιομηχανία για κάτι ελαφρύ. Το “Johnny B.” δεν έκανε σπουδαία πορεία στα αμερικάνικα τσαρτς (US#61, 29/8/87). Ούτε το “One Way Home” κατάφερε να πλησιάσει σε απήχηση το διπλά πλατινένιο “Nervous Night”, με το μισό εκατομμύριο αντίτυπα που κατέγραψε μέσα σε ένα εξάμηνο.
Έγινε πάντως αυτό που τους καθιέρωσε στην ευρωπαϊκή αγορά – παρ’ ότι για την Columbia, η αγοραστική δύναμη ολόκληρης της ηπείρου αντιστοιχούσε περίπου με αυτή των μεσοδυτικών πολιτειών.
Στις 3 Δεκεμβρίου του ’87 έπαιξαν το “Satellite” ζωντανά στο “Top Of the Pops” και είχαν τη σπάνια τύχη να σφίξουν το χέρι του ειδώλου της εφηβείας τους, Paul McCartney. Έναν περίπου μήνα μετά, τη βραδιά των Ευχαριστιών του ’87, επέστρεψαν στη βάση τους ως headliners στο Spectrum της Philadelphia σε μια συναυλία που μεταδόθηκε ζωντανά από το MTV και συγχρόνως από το εθνικής εμβέλειας ραδιοφωνικό δίκτυο του σταθμού Westwood One. Έμελλε να αποδειχθεί ότι ήταν η κορυφαία και τελευταία τους ευκαιρία να ακουστούν σε παναμερικανική κλίμακα.
Υ.Γ. Ι: Επιμένοντας στις φολκ αναφορές και τον στίχο με κοινωνικό σχόλιο, η μπάντα κυκλοφόρησε το αξιοσημείωτο αλλά εκτός κλίματος “Zig Zag” το φθινόπωρο του ’89, προς γενική αδιαφορία.
Υ.Γ. ΙΙ: Το “Johnny B.” ακολούθησε μια αξιοσημείωτα αυτόνομη πορεία. Στην Ελλάδα το υποδειχθήκαμε θερμά εξαρχής, με τον ήχο του να είναι μεν σαφώς ροκ αλλά ταυτόχρονα φιλικός προς το αυτί των ξενεροκ, ενδείκτης το ότι συμπεριλήφθηκε σε μια ακόμη τηλεοπτικά διαφημιζόμενη διπλή συλλογή («HITS 8 – Holiday Hits»), τον Μάϊο του 1988, ανάμεσα σε Debbie Gibson, A-Ha, Depeche Mode, Prefab Sprout και Cher.
Απαλλαγμένο από την οπτικοποίησή του, ιδίως μετά την παρακμή του ΜTV, διείσδυσε στο mainstream μοιάζοντας παραπλανητικά με έναν ακόμη ερωτικό εφιάλτη. Αποτέλεσε σταθερή ραδιοφωνική επιλογή ακόμη και στα εναλλακτικά '90s και με τα χρόνια παρέμεινε αναγνωρίσιμο ως ένα κομμάτι κλασσικού ροκ, ακόμη κι αν οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν ούτε τη χρονική συγκυρία στην οποία κυκλοφόρησε, ούτε σε τί πραγματικά αναφέρεται.
Y.Γ. ΙΙΙ: Ακόμη και μετά τη διάλυση των Hooters, Eric Bazilian και Rob Hyman, δουλεύοντας άλλοτε ο καθένας μόνος του, άλλοτε με διάφορους συνεργάτες, συνέχισαν να γράφουν μουσική. Τραγούδια για κινηματογράφο, τηλεόραση και θέατρο, καθώς και επιτυχίες για δεκάδες ονόματα του μουσικού στερεώματος, από την Joan Osborne και τον Robbie Williams ως τους Scorpions και τον Bon Jovi. Ήταν ξεκάθαρο από την πρώτη δισκογραφική τους εμφάνιση ότι κατέχουν την τέχνη του τραγουδοποιού όσο λίγοι.


Παναγιώτης Παπαϊωάννου