Ήταν όλα θύματα της επιδημίας "Bon Jovi" (vol. 1)
Sunday

22Mar

Ήταν όλα θύματα της επιδημίας "Bon Jovi" (vol. 1)

Δημοσιεύθηκε από:

22/03/2015

Κατηγορία: To Be A Rock And Not To Roll

7452
Το άλμπουμ που έκανε «της μόδας» το hard rock και γύρισε ανεπιστρεπτί τα ζύγια της δημοφιλίας του σκληρού ήχου, κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1986 και κυριάρχησε στους καταλόγους επιτυχιών Αμερικής και - δευτερευόντως- Αγγλίας για περίπου έναν χρόνο.
Μιλάμε για το "Slippery When Wet", που για λογαριασμό της Mercury, εισήγαγε, καθιέρωσε και άρμεξε την συνταγή των εκατομμυρίων : φωτογένεια, ποπ ήχος ντυμένος με προσεκτικά φιλτραρισμένη κιθάρα και κομμάτια γραμμένα από επαγγελματίες (σιγά μην ποντάριζε η πολυεθνική τα δολλάριά της σε εμπνεύσεις ρόκερ της σειράς).
Μέχρι να βρεθεί όμως αυτή η φόρμουλα η βιομηχανία υπήρξε μεγάλος μουσικός ολετήρας για το «σκληρό ροκ». Όσο πλησιάζουμε στον Αύγουστο του '86, αλλά και κάτω από την βαριά σκιά της επιτυχίας του "Slippery When Wet" (μέχρι περίπου το φθινόπωρο του '87), υπήρξαν πολλά άλμπουμ που είχαν μουσικό υλικό κατάλληλο για επιτυχία, αλλά εγκαταλείφθηκαν από τις εταιρίες, θάφτηκαν από τους κριτικούς, απέτυχαν παραγωδώς σε πωλήσεις, οδήγησαν μπάντες σε διάλυση, έριξαν έξω περιοδείες, έγιναν ανέκδοτο για την επιτήδευση και την υπερβολή τους. Προσοχή:
Δε μιλάμε για «μετρίως επιτυχημένα» άλμπουμ, μιλάμε για... τα αδικοχαμένα θύματα της επιδημίας "Bon Jovi", vol. 1.
 


TED NUGENT - Penetrator (1984)
Η νέα δεκαετία είχε δείξει τα δόντια της στον Motor City Madman. Οι προβιές και οι ουρές σκίουρου είχαν μπει για καλά στο χρονοντούλαπο. Ακόμη ακμαίος -αν και ήδη σχεδόν κουφός απ΄το ένα αυτί (Gibson Byrdland στο τέρμα επί χρόνια είναι αυτή)- ο Nugent την εποχή εκείνη δεν σταματούσε να περιοδεύει, αλλά οι μούτες και οι αυτάρεσκες παρλάτες του τον κάνουν αν φαίνεται παρωχημένος μπροστά σε σπηνταριστά πρεζάκια όπως οι Motley Crue, πολύ πιο μέσα στο στυλ της δεκαετίας.
Επιστρατεύει τον σχεδόν άγνωστο τότε Brian Howe και κατ΄επιταγήν της Atlantic γεμίζει ένα άλμπουμ με μελωδικές ραδιο-ροκιές (οι μισές γραμμένες από άλλους), που κάθε μία έχει highlight τα γνώριμα υστερικά σόλο του. Τα "Knocking At Your Door" (γραμμένο απ΄τον μακαρίτη Andy Fraser των Free), "Tied Up In Love", "Blame It On The Night" και το γκαζωμένο δικό του "Lean, Mean R & R Machine" είναι all weather κιθαριστικά άπερκατ, ενώ τα φωνητικά του Howe είναι τα καλύτερα σε δίσκο του Ted (πέρα απ΄τα εκτός συναγωνισμού δικά του). Το καλύτερο άλμπουμ της δεκαετίας για τον Ted πάτωσε και η Atlantic ζήτησε μία από τα ίδια (διασκευές και χιτάκια από επαγγελματίες) και για το επόμενο ("Little Miss Dangerous"). Ο ίδιος έχει αποκυρήξει το άλμπουμ, αλλά για μαντέψτε, ποιό ακούγεται πιο ευχάριστα σήμερα, αυτό ή οι νερωμένες σόδες τύπου "Slippery.";
Σε κλίμακα "Slippery When Wet" :
Εικοεπτάμισυ φορές πιο ροκ, δέκα πιο μελωδικό, πεντακόσιες με καλύτερη κιθάρα.
 
 
MOLLY HATCHET - The Deed Is Done (1984)
Σε μια απόπειρα να φρεσκάρουν τον ήχο τους μετά το "No Guts, No Glory" ('83) που εξακολουθούσε να ακούγεται σαν να βγήκε το 1976, οι νταλικιέρηδες απ΄το Jacksonville της Florida προσέλαβαν παραγωγό τον Terry Manning, με την ελπίδα να φτιάξουν το δικό τους "Eliminator" και ξόδεψαν ένα κάρο δολλάρια σε εξωτερικούς συνθέτες.
Το αποτέλεσμα ακούγεται αγέραστα '80s, με τεράστια ντραμς και φαζ - μπετόν αρμέ γεμάτο εφέ (ο αντίλογος λέει ότι η φωνή του Charles Bronson του ροκ, Danny Joe Brown κάνει το δίσκο ν΄ακούγεται σαν αγρότισσα που αλωνίζει το χωράφι με γόβες στιλέτο). Τα "Satisfied Man", "Backstabber" "She Does, She Does", "Stone In Your Heart" είναι υποδειγματικό A.O.R., που απώθησε το παραδοσιακό τους southern κοινό, κάτι που έσπευσαν να διορθώσουν με το χορταστικό "Double Trouble Live" το '86.
Σε κλίμακα "Slippery When Wet" :
Σίγουρα τιμιώτερο και με απείρως ωραιότερο εξώφυλλο.
 
 
 
URIAH HEEP - Equator (1985)
Η απέλπιδα προσπάθεια για ηχητικό λίφτινγκ είχε ξεκινήσει με το "Abominog" ('82), που πούλησε καλά. Έτσι, οι κάποτε "very 'eavy, very humble" Heep, με τον οριακά cock-eyed Peter Goalby για τρίτο δίσκο πίσω απ΄το μικρόφωνο και τον μακαρίτη Trevor Bolder ξανά στο μπάσο, εξαπέλυσαν τον Νοέμβριο του '85 έναν λουστραρισμένο και νεανίζοντα δίσκο, φτιαγμένο σε τρία διαφορετικά στούντιο, επί ενάμισυ χρόνο υπό την επιμέλεια του Tony Platt (ο ηχολήπτης του Mutt Lange που, εκτός από τη δουλειά σε AC/DC και Foreigner ['79-'81] είχε μέχρι τότε αναμιχθεί με Krokus, Motorhead, Gary Moore, Billy Squier).
Το πρώτο σινγκλ, "Rockarama", ήταν ακριβώς στο κλίμα της εποχής (αν και οι μουστάκες των Mick Box και Lee Kerslake βγάζουν μάτι στο βίντεο ότι πρόκειται για βετεράνους) και τα "Poor Little Rich Girl", "Bad Blood", "Heartache City", "Lost One Love" δε βγαίνει από το μυαλό ότι θα ήταν επιτυχίες για πιο νέα και εμφανίσιμα γκρουπ. Το άλμπουμ πήγε σε τέτοιο βαθμό άπατο, ώστε μπόρεσαν να σηκώσουν κεφάλι μόνο 4 χρόνια αργότερα.
Η δε CBS/Portrait (στην οποία ήταν το πρώτο και τελευταίο τους άλμπουμ), επί είκοσι περίπου χρόνια έβαζε βέτο ως προς τα δικαιώματα των τραγουδιών, με αποτέλεσμα τίποτε από το "Equator" να μην εμφανίζεται στις δεκάδες συλλογές από τις οποίες ζούσε το συγκρότημα μέχρι πρόσφατα. Ακούγεται και σήμερα ευχάριστα, από ακροατές με την απαραίτητη κατανόηση για την ιστορία των Heep.
Σε κλίμακα "Slippery When Wet" :
Αδικημένο κατάφωρα, από το look του θρυλικού γκρουπ. Αναπληρωματικοί της Milwall, τουλάχιστον.
 
TWISTER SISTER - Come Out And Play (1985)
Καταδικασμένο να αναμετρηθεί με το "Stay Hungry" και σε παραγωγή του Dieter Dierks που έκανε ό,τι μπορούσε για να ακούγεται άψυχο, το άλμπουμ που θα έπρεπε να βάλει τους Twisted Sister στο mainstream υπήρξε κλασσικό θύμα του marketing, λίγο πριν την έλευση του Bon Jovi. «Μέσα σ' ένα χρόνο, το γκρουπ είχε γίνει ήδη ένα κακόγουστο αστείο», θα πει αργότερα ο Dee Snider. Είναι αλήθεια ότι η δημόσια εικόνα των Sister είχε σιδερωθεί υπερβολικά με τις εμφανίσεις του σε κάθε λογής sitcom, ενώ η παρουσία του το Σεπτέμβριο του '85 μπροστά σε μια δυσκοίλια επιτροπή της της Συγκλήτου για το θέμα των απαγορευτικών ετικεττών στα άλμπουμ με «επικίνδυνο» περιεχόμενο, μπορεί να έκανε περήφανο το μέταλ κοινό, αλλά μαζί με τις φονταμενταλιστικές γελοιότητες της PMRC διέλυσε και την αύρα κινδύνου που συνόδευε το συγκρότημα από το ξεκίνημά του («[...] είμαι 30, οικογενειάρχης και δεν έχω καπνίσει και πιεί ποτέ στη ζωή μου»).
Τον Νοέμβριο του '85, το άλμπουμ κυκλοφόρησε εν μέσω ενός για τα καλά εθισμένου στις καταναλωτικές πλάνες κοινού, που δε συγχωρούσε. Ούτε ότι το single (και βίντεο) "Leader Of The Pack" είχε περισσότερη νοσταλγία και slapstick παρά εξέγερση, ούτε ότι το double team του Dee με τον (ακόμη σε κατάσταση ζόμπι) Alice Cooper στο extended βίντεο "Be Chrool To Your Scuel" απέδωσε απλώς ένα ροκενρολάκι της σειράς, ούτε ότι η μπαλάντα παρακουγόταν συναισθηματική ("I Believe In You").
Κατά τα λοιπά, την πορεία του άξιου αυτού άλμπουμ αποτελείωσε ο Dierks και η υπερβολική αυτοπεποίθηση του Snider που τον άκουσε. Το tracklisting έθαψε τα πιο δυνατά κομμάτια ("I Believe In Rock N' Roll", "Looking Out For #1", "Out In The Streets", "The Fire Still Burns" και "Kill Or Be Killed") και άφησε έξω απ' το δίσκο το μικροέπος "King Of The Fools". Η όλη προσπάθεια πάτωσε και το γκρουπ αποσυντέθηκε μέσα σε χρέη με πολλά μηδενικά.
Σε κλίμακα "Slippery When Wet" :
Ένα αμερικάνικο αστείο επιμελημένο από γερμανό ; Καταδικασμένο να αποτύχει.
 
Y&T - Down For The Count (1985)
Η υποδειγματική περίπτωση του πώς το διαολεμένο marketing policy σπαταλά τις δυνάμεις ενός συγκροτήματος που έχει φτάσει στο τελευταίο σκαλί του βατήρα πριν το μεγάλο άλμα. Λίγους μήνες μετά το πιασάρικο "Summertime Girls" (US#55), η Α&Μ σταμάτησε να χρηματοδοτεί τα σχέδιά τους.
Όμως το έβδομο lp τους ήταν έτοιμο. Οπλισμένο με το πριμαριστό λούστρο του Kevin Beamish ("High In-Fidelity" [REO], "Winds Of Change" [Jefferson Starship], "Crusader" [Saxon]), με τα εφετζίδικα τύμπανα και τον ηρωϊκό teenage-idol στίχο του "In The Name Of Rock", με radio-ready κομμάτι του Van Stephenson ("All American Boy"), διασκευή ("Your Mama Don't Dance"), μπαλάντα ("Hands Of Time"), ποπ-μέταλ διαμάντια ("Anything At All", "Face Like An Angel"), σκληρόπετσα ροκάκια ("Looks Like Trouble", "Anything For Money", "Don't Tell Me What To Wear") και με τo μεγάλο τους αιώνια καλοκαιρινό hit ν΄ανοίγει την δεύτερη πλευρά, το άλμπουμ άξιζε τα πάντα και δεν πήρε τίποτε.
Το φούξια οπισθόφυλλο, οι αντιτουριστικές φάτσες των Joey Alves και Leonard Haze, ή ότι δεν είχε αποφασιστεί ακόμη να βγει προς ξεπούλημα η «μόδα» του hard rock; Το lp προσάραξε, οι Y&T αδειάστηκαν από την A&M και αργότερα ο Meniketti δήλωσε μεταμέλεια για την ποπ στροφή.
Σε κλίμακα "Slippery When Wet" :
Μουσικά απείρως ανώτερο, αλλά υπερβολικά λουστραρισμένο, σε σημείο να μοιάζει ψεύτικο.
 
 QUIET RIOT - III (1986)
Σε σύγκριση με όλα τα «εμπορικά» hard rock άλμπουμ που προσπάθησαν να κάνουν επιτυχία στην χρονιά του Bon Jovi, το τρίτο άλμπουμ των Quiet Riot ήταν ένα αβανταδόδικο ζήτημα.
Με τον Spencer Proffer στο τιμόνι, ο οποίος απαίτησε εμπορικό ήχο για να μπορέσει ο ίδιος και η εταιρία του (Pasha Records) να εισπράξει τα χρωστούμενα από το γκρουπ εκατοντάδες χιλιάδες δολλάρια (δεν σπας επί δύο χρόνια σερί τα ξενοδοχεία τσάμπα αν έχεις τον Proffer μάνατζερ), το άλμπουμ ήταν πολύ πιο μελωδικό και ποικίλο από το "Condition Critical". Συνθεσάϊζερ από τον John Purdell για βάθος στον ήχο, ηχητικά εφέ, πλούσια δεύτερα φωνητικά, brand new περούκα για τον Kevin DuBrow (του οποίου η φωνή παραπέμπει στα σύχρονα της εποχής προσωπικά άλμπουμ του Roger Daltrey) και 4 κομμάτια με φανερό το «χέρι» του Proffer («The Wild And The Young", "Twilight Hotel", "Still Of The Night", "Slave To Love" [με βοήθεια και από Stan Bush στο τελευταίο]).
Ακριβή υπόθεση που εγκαταλείφθηκε γρήγορα από την CBS, καθώς η προπώληση των εισιτηρίων της περιοδείας ήταν απογοητευτική. Αρχές του '87, το γκρουπ διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη, αφού ιδίως ο Kevin Dubrow εξακολουθούσε να πάσχει από ανείπωτη μεγαλομανία. Άδοξη κατάληξη για ένα ωραίο άλμπουμ, που μόνη του αβελτηρία είναι το υπερβολικά ήπιο opener "Main Attraction" και δύο τρία πρωτο-sleazy filler της οκάς.
Σε κλίμακα "Slippery When Wet":
Μειονεκτεί στο ότι οι Bon Jovi ήταν απείρως πιο χαρωποί και κοριτσίστικοι.
 
 
 TO BE CONTINUED...
 
Παναγιώτης Παπαϊωάννου

 


Διαβάστε επίσης:

Ήταν όλα θύματα της επιδημίας "Bon Jovi"( vol. 2)

Ήταν όλα θύματα της επιδημίας "Bon Jovi" (vol. 3)