Όλα για κείνους τους τελικούς - Από τον Ματζέρ ως τον Προζινέτσκι (Μέρος 2ο)
Στο μυαλό μιας γενιάς που όλο και μεγαλώνει, ο όρος «Champions League» αποτυπώνει μια ορολογική παραφθορά στους κανόνες μιας διοργάνωσης που έχει μέσα στα χρόνια λατρευτεί σαν θρησκεία. Του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ομάδων Ευρώπης. Εδώ και 24 χρόνια ούτε πρωταθλητές είναι όλοι αυτοί που συμμετέχουν, ούτε κανονικό πρωτάθλημα (όλοι εναντίον όλων) είναι αυτό που διεξάγεται.
Κάθε χρόνο, λοιπόν, όταν φθάνει η εποχή του τελικού, μοιραία έρχονται στο μυαλό οι παλιοί, οι «κανονικοί» τελικοί Πρωταθλητριών.
Όταν κάθε ευρωπαϊκή χώρα είχε μόνο μία ομάδα, όταν οι φιναλίστ είχαν συγκρουστεί ή αποφύγει μεγαθήρια μετά από κάτι που έμοιαζε περισσότερο με κλήρωση (κι όχι με ορισμό).
Όταν είχαν πανηγυρίσει επικές ανατροπές και είχαν σκληραγωγηθεί σε τέσσερις γύρους με νοκ-άουτ παιχνίδια, πριν φτάσουν στον μεγάλο τελικό. Όταν οι ποδοσφαιριστές δεν έμοιαζαν με μποντυμπίλντερ και οι αναγνωρίσιμες μπάλες ήταν μόνο
Adidas (Tango, Azteca ή Etrusco). Το rocktime.gr συνεχίζει την αναδρομή σε κείνους τους τελικούς, με το . Δεύτερο Μέρος.  
Τετάρτη, 27 Μαΐου 1987.
Δευτέρα Λυκείου και ο τελικός πέφτει μέσα στις εξετάσεις.
Έχουμε γράψει Αρχαία, Θρησκευτικά και Βιολογία.
Την Πέμπτη γράφουμε Νέα Ελληνικά και Ψυχολογία. Σιγά τα μαθήματα, άνετα μπορώ να δω τον τελικό των Πρωταθλητριών. Μετά τη Βιολογία, φτιάχνω κλίμα. Κατ΄αρχήν σιέστα, που βοηθάει να συγκεντρωθώ το απόγευμα για τις τελευταίες επαναλήψεις. Κατεβάζω τα ρολά από τα παράθυρα του δωματίου, για να κόψω λίγο τη ζέστη και βάζω στο Πανασόνικ το "Joshua Tree" ίσα που ν' ακούγεται.

Ξυπνάω πεντέμισυ. Στις εννιά αρχίζει ο τελικός.

Βουτάω το «Έθνος
» από το τραπέζι της κουζίνας. «Δράκοι εναντίον Πάντσερ σε έδαφος ουδέτερο». Μόνο σε αφασία θα υποστήριζα Μπάγερν, οπότε είμαι με τους λατίνους της Πόρτο, χωρίς να πολυπιστεύω ότι έχουν τύχη. Από παίκτες πάντως, οι «δράκοι» με έχουν ήδη κερδίσει. Η απίστευτη μπαλαδόφατσα Πάολο Φούτρε (με το 10), ο μέσος  με το επικό όνομα Χαϊμέ Μαγκαλιάες, ο Αντόνιο Σόοϋζα (ή Σούζα, όπως τον έλεγε ο Σεφτελής) και το πριν από λίγα χρόνια «χρυσό παπούτσι», Φερνάντο Γκόμεζ (δεύτερος είχε βγει ο Αναστό'').
Η Μπάγερν δεν έχει τη λάμψη του παρελθόντος. Πφαφ (ο Βέλγος) στο τέρμα, Ματέους κέντρο, ο μικρός αδερφός του Ρουμενίγκε στην επίθεση - δεν έπιανε μπάζα μπροστά στον μεγάλο, που είχε πάει τότε στην Ίντερ.

Με μια τεράστια κούπα βυσσινάδα με παγάκια μπροστά μου και αφού έκανα ότι ξεπετάω κάτι SOS Ψυχολογία, βλέπω τον τελικό να ξεκινάει. Μπάγερν - Πόρτο, στο Έρνστ Χάπελ της Βιέννης. Η Μπάγερν φοράει μια περίεργη στολή με κόκκινες φανέλες και γαλάζια σορτσάκια, εντελώς παράταιρη. Γύρω στο μισάωρο ο Γερμανός με το αναμενόμενα άφωνο όνομα Κέγκλ κάνει με μυστήρια μακρινή κεφαλιά το 1-0 κι αρχίζω να ξεροκαταπίνω. Το βλέπω νά'ρχεται, γι΄άλλη μια φορά θα νικήσουν οι αχώνευτοι. Όμως η βραδιά έχει πολύ ψωμί. Στο δεύτερο ημίχρονο, ο Αλγερινός Ματζέρ, με το οχτώ στην πλάτη και μια υποψία χαίτης να ανεμίζει, κάνει κουτούς τους Γερμανούς με συνεχείς προσποιήσεις και τρίπλες.
Ο Φούτρε μπαίνει δυνατά από δεξιά, φτάνει τετ α τετ, αλλά το χάνει. Η Μπάγερν αμύνεται εύκολα, αλλά δείχνει λεπτό το λεπτό να οπισθοχωρεί.
Σε μια πλαγιοκόπηση, εξουδετερώνεται ο Γερμανός τερματοφύλακας και το δεξί εξτρέμ των Πορτογάλων - ένας μαυρούλης- με υπερένταση βγάζει πάσα στο πέναλτυ. Με πλάτη προς το τέρμα, ο Ματζέρ κάνει ένα απροσδόκητο τακουνάκι αλάνας, ισοφαρίζει και τρέχει σα μουρλός πανηγυρίζοντας. Πετάγομαι πάνω. Τί γκολάρα! Ένα τέτοιο γκολ θέλουμε όλοι να βάλουμε κάποτε, έστω και στα διπλά που παίζουμε στο προαύλιο, την ώρα της Γυμναστικής. Δεν έχω ξαναδεί γκολ με τακουνάκι, σε ζωντανή μετάδοση.

Ο ενθουσιασμός επανέρχεται. 1-1 και μένει κανα τέταρτο. Θα έχει πάλι παράταση; Με τους Γερμανούς σου βγαίνει πάντα η ψυχή. Λίγα λεπτά μετά, ο Ματζέρ κατεβαίνει σφαίρα στο κάτω μέρος της τηλεόρασης, ο μπακ της Μπάγερν που τον επιτηρεί τρώει την αστραπιαία προσποίηση και ο Αλγερινός ξεφεύγει στο πλάϊ και σκάβει μια σέντρα.
Πέφτουν κορμιά, το σέντερ μπακ, δεν την βρίσκει καλά κι έρχεται με φόρα από πίσω ένας σοκολατένιος βραζιλιάνος στραβοπόδης πού' χει μπει αλλαγή, ο Ζουαρύ, τινάζει τη μπάλα στον ουρανό του Πφαφ και μέσα σε πωρωτική ατμόσφαιρα, φεύγει αλαλάζοντας με τα χέρια στον ουρανό.
Ανατροπή βγαλμένη από τον Ρόϋ και τους Ρόβερς, με πρωταγωνιστές Πουρτουγάλους.
Το παιχνίδι τελειώνει με τους Γερμανούς να αγωνίζονται ξέπνοοι και τους παίχτες της Πόρτο να βαράνε στο ψαχνό, να πέφτουνε κάτω, να κάνουνε καθυστέρηση, να διαμαρτύρονται. Η Πόρτο σηκώνει το Πρωταθλητριών και έχω σίγουρα δει τον καλύτερο τελικό της ζωής μου. Έστω και εν μέσω εξετάσεων. Γελάω με το μουστάκι του προπονητή της Πόρτο Αρτούρ Ζορζε (μια μουστάκα μεγαλύτερη από του Πιλάβιου στον «Παραμυθά»)
και κοιμάμαι με το τακουνάκι του Ματζέρ στο μυαλό και στ΄αυτιά μου τα πλήθη ακόμη να παραληρούν.
 
1988. Με τις αγγλικές ομάδες αποκλεισμένες μετά το Χέϋζελ, τα ζευγάρια του τελικού έχουν μεγαλύτερη ποικιλία. Μάϊος '88, το σχολείο τελειώνει και σε λίγο αρχίζουν οι γραπτές εξετάσεις. Μετά, έρχεται καταπάνω μας η μεγάλη αναμέτρηση που λέγεται πανελλήνιες.
Ζέστη και υγρασία στο φουλ, καθώς αναζητώ ένα διάλειμμα από τις συνεχόμενες επαναλήψεις. Αϊντχόβεν κόντρα στη Μπενφίκα.
Αυτή τη φορά δεν έχω παρακολουθήσει πώς έφτασαν οι ομάδες στον τελικό. Με τη Μπενφίκα έχω κάτι προηγούμενα. Θυμάμαι πεντακάθαρα -μακάρι να ξεχνιόταν- εκείνη τη φθινοπωρινή νύχτα του '83, να βλέπω σε μαγνητοσκόπηση μέσα στη νύχτα με αγωνία τον επαναληπτικό και να μετράω τρία γκολ στο Σαργκάνη, έναν πολύ άδικο αποκλεισμό, μετά το 1-0 στο Ολυμπιακό Στάδιο, όπου τους είχαμε πατήσει (ο Αναστό'' είχε χάσει και πέναλτυ).
Απ΄ τους Ολλανδούς ξέρω τον ξανθομπάμπουρα Κούμαν, τον μουσάτο Γκέρετς (το Βέλγο), τον Λέρμπυ τον Δανό. Μου κάνει εντύπωση ο τερματοφύλακάς τους, ένας -λέγε με και μικρό αδελφό του Ρόμπερτ Ρέντφορντ- Βαν Μπρόϊκελεν.
Το παιχνίδι είναι βεβιασμένο, χωρίς φάσεις. Οι Πορτογάλοι σα να φοβούνται. Ο Λέρμπυ κλαδεύει έναν Πορτογάλο, πάνω που πάει να φύγει μόνος του, αλλά δεν αποβάλλεται.
Ένα πέναλτυ για τους Ολλανδούς δεν το δίνει το κοράκι. Δε με νοιάζει.
Το ματς φτάνει στα πέναλτυ. Όλα μέσα, αλλά στο πέμπτο και τελευταίο, ο Βελόζο, ένας σκυθρωπός μπακ με μουστάκι αλά Πέτρου Ξανθόπουλου στο πιο ανοιχτόχρωμο, δεν καταφέρνει να το βάλει.
Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ τζούνιορ το καπακώνει και γονατιστός δέχεται τις αγκαλιές των συμπαικτών του. Σε λίγες μέρες αρχίζει το Κύπελλο Εθνών Ευρώπης, στη Γερμανία.
Ο Βαν Μπρόϊκελεν είναι τερματοφύλακας της Εθνικής Ολλανδίας. Άλλος ένας τελικός με αγωνία, δράμα και άδοξο θρίαμβο του πιο ψύχραιμου. Πέφτω στα αρχαία με τα μούτρα.

 
1989. Ποτέ δεν ήταν τόσο προδιαγεγραμμένο το αποτέλεσμα ενός τελικού. Ο τελικός γίνεται στο Νόου Κάμπ και εκεί Μίλαν με τους τρεις Ολλανδούς είναι αχτύπητη. Ράϊκαρντ, Βαν Μπάστεν και Γκούλιτ δεν αφήνουν κανένα περιθώριο στη Στεάουα Βουκουρεστίου. 4-0, με τα τρία απ΄ το πρώτο ημίχρονο.
Κάτι μήνες πριν πέσει το τείχος, η διαφορά μεταξύ των δυτικών με τις μκρές μικτές κόσμου για ομάδες και των ανατολικών είναι χαώδης.
Ο Λάκατους και ο Χάτζι δεν φτάνουν και σίγουρα ο Λουνγκ στο τέρμα δεν είναι Ντουκαντάμ. Ένας Μπαρέζι, εν τω μεταξύ, που κόβει ό,τι κινείται, μοιράζει, προσποιείται, είναι μια ομάδα μόνος του.
Η επίδειξη δύναμης απέναντι στους ταλαίπωρους με ξενερώνει.
Τουλάχιστον, λίγες μέρες πριν, ο Μαραντόνα και η Νάπολι έχουν σηκώσει το Ουέφα κόντρα στη Στουτγκάρδη των αχώνευτων. Πάω φουριόζος για το πρώτο καλοκαίρι της φοιτητικής μου ζωής, η εργάρα «Επικίνδυνες Σχέσεις» μου έχει πάρει τα μυαλά με το συγχρονισμό της στα πάνω - κάτω της ζωής μου, ενώ το
Wild Thing του Tone Loc παίζει παντού και ζητάει ωκεανούς από Black Russian για να χωνευτεί.     
 
1990. Χρονιά Μουντιάλ. Και πάλι επίδειξη δύναμης η Μίλαν, μια πραγματική μηχανή με κέντρο από ατσάλι (Ράϊκαρντ, Αντσελότι, Εβάνι) και μπροστά Γκούλιτ - Βαν Μπάστεν. Άνετος κι ωραίος, με την εξεταστική να πλησιάζει χαλαρά, έχω κάνει τις δέουσες προετοιμασίες στο φοιτητικό μου δωματιάκι.
Δύο σακκούλες πατατάκια και κάτι Χάϊνεκεν βοηθάνε να παρακολουθήσω το καθεστώς της Μίλαν να κερδάει (κατά Αλέφαντο) την αιώνια λούζερ Μπενφίκα 1-0, με γκολ του Ράϊκαρντ.
Είμαι γεμάτος, ερωτευμένος και δε με μέλει μία. Το γκολ του Ράϊκαρντ το βγάζω οφ-σάϊντ. Γιατί έτσι γουστάρω. Μετά το ματς φεύγω για Εξάρχεια.
 
1991. Για πρώτη φορά ομάδα με ερυθρόλευκη ρίγα παίζει για τη μεγάλη ευρωπαϊκή κούπα και είναι και outsider. Είναι ο Ερυθρός Αστέρας, που στα ημιτελικά έχει πετάξει έξω τη Ρεάλ, με δύο συγκλονιστικά παιχνίδια, 2-1 μέσα στο Μόναχο και 2-2 στο ασφυκτικά γεμάτο Μαρακανά, με την ισοφάριση στο τελευταίο λεπτό, από ένα τρελλό ψηλοκρεμαστό αυτογκόλ. Η Μαρσέϊγ μου είναι συμπαθής, με Γουώντλ (τον ξέρω απ΄τη Νιουκάστλ, εδώ και χρόνια), Αμορός (απ΄το Euro του '84, που έφαγε κόκκινη στην πρεμιέρα) και τον κατσαρομάλλη σέντερ φορ Παπέν αρχηγό.
Το παιχνίδι σκληρό και άτεχνο.
Οι ερυθρόλευκοι κρατάνε γερά. Η διαλυόμενη Γιουγκοσλαβία κάνει την τελευταία συνύπαρξή τους ακόμη πιο δραματική. Ντέγιαν Σαβίσεβιτς, Ντάρκο Πάντσεφ, Ρόμπερτ Προζινέτσκι, Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς, Σίνισα Μιχαήλοβιτς, παιχταράδες δεμένοι στο άρμα μιας χώρας που δεν υπάρχει πια, αμύνονται περί πάρτης, αφού τίποτα δεν θα τους ενώνει πλέον, όλα θα τους χωρίζουν και οι ίδιοι πρέπει να βρουν ομάδες καλές, μην γίνουν υποσημείωση στην ιστορία. Άτεχνο και νευρικό παιχνίδι.
Από το
Italia Novanta το έχουμε μάθει καλά το έργο. Όταν δεν τους βγαίνει το παιχνίδι, περιμένουν κι οι δύο να πάει στα πέναλτυ, γιατί κανείς τότε δεν μπορεί να προσάψει το παραμικρό σε καμία ομάδα. Πάνε πράγματι και πάλι στα πέναλτυ. Ο Αμορός χάνει το δικό του και το σηκώνουν οι ερυθρόλευκοι.
 
Μετά από κείνη τη χρονιά, όλα σχεδόν άλλαξαν. Δεν έχουμε ξαναδεί τους αμυντικούς να γυρίζουν τη μπάλα στον τερματοφύλακα, έχει αρχίσει και απαγορεύεται ο ξέφρενος πανηγυρισμός, έχουν αφήσει την πνοή τους διάφοροι άτυχοι παίχτες «ξαφνικά», χωρίς κανείς να θέλει να ψάξει το γιατί. Δεν έχουμε ξαναδεί αουτσάϊντερ (οι εξαιρέσεις του '99 και του '05 ήταν μεταξύ ισοδυνάμων) από χώρες της δεύτερης κλίμακας να φθάνουν στον τελικό, ούτε αουτσάϊντερ να ανατρέπουν το σκορ, ή να αμύνονται για να πάνε στα πέναλτυ και να τα καταφέρνουν. Για όλους αυτούς τους λόγους, όσο κι αν συνεχίζουμε να παρακολουθούμε ανελλιπώς τους τελικούς υπό τύπον ετήσιου bazaar χοληστερίνης και αλκοόλ, εκείνοι οι τελικοί, οι τελευταίοι του πραγματικού Πρωταθλητριών, δεν ξεθωριάζουν.
 
Παναγιώτης Παπαϊωάννου

// Old Time Rock

// Live Favorites