Scorpions: "In Trance"
Saturday

2Dec

Scorpions: "In Trance"

Δημοσιεύθηκε από:

02/12/2017

Κατηγορία: Old Time Rock

13248
Πλησίαζε το τέλος του ’75. Δέκα χρόνια αφ’ ότου ξεκίνησαν από το Αννόβερο, οι Scorpions βρίσκονταν για πρώτη φορά κοντά στο να βγουν έξω από τα σύνορα της Δυτικής Γερμανίας. Ξεκίνησαν μια μικρή περιοδεία σε club στο Βέλγιο, τη Γαλλία, ακόμη και το Λουξεμβούργο.
«Όλα τα κάναμε μόνοι μας. Κλείναμε τις συναυλίες, συνομιλούσαμε με τη δισκογραφική και τα σχετικά. Η συμφωνία ήταν ότι αν καταφέρναμε να παίξουμε σε χώρες εκτός Γερμανίας, τότε η εταιρία θα φρόντιζε οι δίσκοι μας να κυκλοφορήσουν και εκεί».
Το 3ο τους lp με τίτλο “In Trance είχε κυκλοφορήσει από τα μέσα Σεπτεμβρίου και θα αποτελούσε το κρίσιμο βήμα προς τα εμπρός. Οι όχι και τόσο πρωτότυπες ψυχεδελικές αναζητήσεις των δύο πρώτων άλμπουμ είχαν δώσει τη θέση τους σε πιο βαρύ, συμπαγές υλικό.
Κλειδί του νέου ήχου ήταν το δεύτερο κομμάτι της πρώτης πλευράς, αυτό που έδωσε το όνομά του και στο δίσκο.
Ο
Klaus Meine και ο Rudolf Schenker συνέλαβαν την ιδέα γι’ αυτό καθώς χαλάρωναν σε ένα στούντιο που κάποτε ήταν καθεδρικός ναός, στην βελγική πόλη Ligneuville. Συνεπαρμένος από την υποβλητική ατμόσφαιρα του χώρου, ο Schenker ξεκίνησε να παίζει μια χαμηλόφωνη εισαγωγή, ενώνοντάς την με κάποια ημιτελή μουσικά μέρη που είχε σκαρώσει και κρατούσε για τέτοιες περιπτώσεις. O Meine ξεκίνησε να τραγουδά το σκοπό πάνω στην εισαγωγή. Πάντως, στον Uli Jon Roth ακουγόταν κάπως «γυμνό» με μια κιθάρα.
«Αυτό που παίζω δεν το βλέπω σαν σόλο. Περισσότερο είναι μια αλλαγή κλίμακας. Όταν ο Dieter Dierks ο παραγωγός μας, άκουσε τις τρίλλιες και τις αρμονίες, είπε “αυτό μου ακούγεται σαν Debussy”. Δεν είχα σκοπό να βγει κάτι εντυπωσιακό. Προσπάθησα απλώς η μουσική να αντανακλά το πνεύμα του τραγουδιού».
Το πνεύμα αυτό ήταν έργο του Klaus Meine. Αυτός έγραψε τους στίχους. Μπορεί να μην υπήρξε ποτέ σχολή αγγλικής γλώσσας που να κατάφερε να αποβάλει το Αννόβερο aπό την προφορά του, όμως χρησιμοποιώντας απλές κουβέντες για να συνοψίσει αυτό που είχε κατά νουν, ο Meine κατάφερε να αποτυπώσει μια ελλειπτική απολογία για τη ζωή του, που στα 27 είχε αρχίσει να σημαδεύεται από την υπερβολή, σωματική και πνευματική (taking too much on a Saturday night”), καταλήγοντας στο I wanna try and stop this life. Είτε αναφέρεται σε εξαρτησιογόνες ουσίες, είτε σε διαπροσωπικές σχέσεις, ο Meine είχε πετύχει να πει ακριβώς όσα ένιωθε.

 

 
Χάρις τον 32χρονο Dieter Dierks το άλμπουμ In Trance” είχε συνολικά πιο σαφείς και δομημένες συνθέσεις. Η progressive προσέγγιση του Conny Plank, παραγωγού των Kraftwerk στο ντεμπούτο τους (“Lonesome Crow”), καθώς και του  Frank Bornemann των Eloy που είχε αναλάβει το δεύτερο (Fly To The Rainbow”), έπρεπε να εγκαταληφθεί, προκειμένου η μπάντα να μπορέσει να διεκδικήσει χώρο στο ευρωπαϊκό ροκ κύκλωμα, που έδειχνε να υποδέχεται ευνοϊκά το ύφος των U.F.O, Uriah Heep, Rainbow.
Χωρίς να ξενίσει τους τρεις ισχυρογνώμονες της μπάντας, ο Dierks έπρεπε να αξιοποιήσει συνθέτοντας. Από τη μια την ολοένα και πιο κατασταλαγμένη μουσική γραφή των Meine και Schenker, από την άλλη την ψυχεδελική ιδιοσυγκρασία του Roth, που χρησιμοποιούσε ανοικονόμητα το κιθαριστικό του ένστικτο για να εκφράσει κάθε του συναίσθημα. Τελικά τα κατάφερε.
Το σφιχτοδεμένο
Dark Lady” με τα τραχιά φωνητικά του Roth και τον Meine να σιγοντάρει με εφιαλτικά δεύτερα, το σκληρόπετσο, μονολιθικό “Robot Man” και το βαρύ συναυλιακό “Top Of The Bill” είναι μια ευπρόσδεκτη αντίστιξη δίπλα στον λυρισμό του “Longing For Fire”, το υπνωτικό τριπάρισμα του “Evening Wind” και το γεμάτο συναίσθημα “Life’s Like A River” – εκεί όπου αρχίζουν να φαίνονται για πρώτη φορά τόσο καθαρά οι δυνατότητές τους να συγκινήσουν με τραγούδια που είχαν όλα τα γνωρίσματα μιας κανονικής μπαλάντας.


 
Στο εξώφυλλο του δίσκου έκαναν ιδιαίτερα αισθητή την παρουσία τους για πρώτη φορά δύο μετέπειτα πολύ αναγνωρίσιμα στοιχεία. Το λογότυπο του ονόματός τους και το σεξουαλικά προκλητικό θέμα. Φωτογραφημένη από τον σπεσιαλίστα σε μαυρόασπρα πορτραία Michael von Gimbut, η ξανθιά που έφερνε κοντά στα ανοιχτά πόδια της μια λευκή Stratocaster με πρόδηλη όρεξη για κάτι ασυνήθιστο παραήταν ελαφρά ντυμένη - το δεξί της στήθος φαινόταν καθαρά.
Η μουσική βιομηχανία του 1975 δεν μπορούσε να χωνέψει κάτι τέτοιο, με αποτέλεσμα αυτή η, όπως χαρακτηρίστηκε, «ενδυματολογική αστοχία» να διορθωθεί με αερογράφο στις επόμενες εκτυπώσεις του δίσκου. Η
Strat πάντως ανήκε όντως στον Uli Jon Roth και αυτός είχε προτείνει την εμπλοκή του οργάνου του, του μουσικού του οργάνου, στη φωτογράφηση.
Οπλισμένοι μ’ ένα εξώφυλλο που απέπνεε έναν τόσο ιδιότροπο, προκλητικό αισθησιασμό, κάπου ανάμεσα σε ψευδαίσθηση και καλλιτεχνικό πορνό, οι Scorpions ξεκίνησαν τις ζωντανές εμφανίσεις τους για πρώτη φορά και στη Βρετανία, τη γη των περισσότερων μουσικών που θαύμαζαν από έφηβοι.
Έπαιξαν στο Marquee και το Roundhouse του Λονδίνου, αλλά και σε κάπως πιο εξωτικά μέρη, όπως το club Barbarella’s στο Birmingham. Εκεί, υποτίθεται ότι θα άνοιγαν τις συναυλίες ενός άγνωστου γκρουπ που λεγόταν The Damned. Όμως μόλις είδαν από τί τύπους απαρτιζόταν το κοινό, γύρισαν πίσω, μπήκαν στα πούλμαν και έφυγαν. Ή, όπως στο περίφημο Cavern club του Liverpool, εκεί απ’ όπου είχαν ξεκινήσει οι ίδιοι οι Beatles, μια συναυλία στην οποία οι πέντε Γερμανοί έζησαν διάφορες πρωτόγνωρες σκηνές: ανέβηκαν στη σκηνή στις μία μετά τα μεσάνυχτα και το κοινό ήταν τόσο μεθυσμένο που πολλοί ανακουφίζονταν στις γωνίες της αίθουσες ή πάνω στο PA.
Αρκετά κομμάτια από το δίσκο παρέμειναν στο ζωντανό τους σετ μέχρι τα τέλη του ’78 όταν ήρθε η αποστασιοποίηση του Roth από τους υπόλοιπους, λόγω του «εμπορικού δρόμου» που τους κατηγόρησε ανοιχτά ότι είχαν χαράξει. Το “In Trance” ειδικώτερα, εγκαταλείφθηκε για περισσότερα από 15 χρόνια. Όμως μια τέτοια σύνθεση, αργά ή γρήγορα θα υποχρέωνε τους συνθέτες της να την ξαναπιάσουν. Στο συμπιληματικό “Live Bites”, ηχογραφημένο, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία «μεταξύ 1988 και 1994», βρέθηκε – επιτέλους για τους παλιούς fans – μια εκτέλεση με τον Jabs. Σε καμία περίπτωση σπουδαία. Από το 2000 και μετά, όσο οι Scorpions επισκέπτονταν οικεία ευρωπαϊκά εδάφη – όπως τα ιδιαίτερα φίλια δικά μας – δοκίμασαν το τραγούδι ξανά, πάντα υπό μεγάλο ενθουσιασμό, αλλά με αναντίστοιχα μουσικά αποτελέσματα.

Ώσπου τον Σεπτέμβριο του 2013, σ’ εκείνο το ιδιαίτερο, ακουστικό, σετ στο Λυκαβηττό που ηχογραφήθηκε για να γίνει το δικό τους
MTV Unplugged”, το “In Trance”, με εμπλουτισμένη ενορχήστρωση και ντουέτο του Meine με την εξ Αννοβέρου τραγουδίστρια Cäthe, ανέδειξε μετά από πολλά χρόνια τον πλούτο του.



Ο Uli Jon Roth, χωρίς την κιθάρα του οποίου ποτέ δεν ανακαλούνται τα ρίγη του πρωτότυπου, το 2015 έβαλε κι αυτός τη σφραγίδα του. Στο διπλό cd “Scorpions Revisited”, χρησιμοποίησε μια μπάντα από νέους μουσικούς και θέλησε να προεκτείνει το συναίσθημα της αρχικής ηχογράφησης, ενισχύοντας τις αρμονίες και προσθέτοντας χρώμα μέσης ανατολής.
Γραμμένη σε χρόνους που οι πνευματικοί της ιδιοκτήτες ήταν ακόμη μουσικά γόνιμοι όσο και επιχειρηματικά ανύποπτοι, αυτή η χεντριξογενής σουίτα θα συνεγείρει πάντα με την αυθεντικότητά της, ιδίως όταν όλοι, Schenker, Meine, Jabs, Michael Schenker και Roth βρίσκονται μαζί πάνω στη σκηνή, δίνοντάς της μια δική της ζωή.


Παναγιώτης Παπαϊωάννου