Whitesnake: Fool For Your Loving (no more). Υπόμνηση διηνεκής, est. 1980

24/05/2020

Κατηγορία: Rocktime Songs

6435

3 Δεκεμβρίου 1979. Έχοντας μετρήσει έξι μήνες περιοδείας και δύο εβδομάδες διακοπών, η μπάντα φθάνει στα Ridge Farm Studios, όπου έχει προγραμματιστεί να ηχογραφηθεί ο 3oς τους δίσκος.

 

Η ανακαινισμένη αγροικία του 16ου αιώνα που έχει διαμορφωθεί σε στούντιο με ξενώνα βρίσκεται έξω από το χωριό Capel, στα σύνορα Sussex και Surrey, κάτι λιγώτερο από 30 μίλια νότια του Λονδίνου.
Μόνο σκόρπια φωνήματα κοράκων και, αραιά και πού, ο απόηχος της απογείωσης ή της προγείωσης κάποιου τζετ από το γειτονικό αεροδρόμιο του Gatwick διαταράσσουν την απόλυτη ηρεμία της εξοχικής τοποθεσίας. Γι’ αυτό και αρκετοί οι επιφανείς θαμώνες της ροκ αριστοκρατίας που έχουν προτιμήσει την αποστασιοποίηση από τους συνήθεις περισπασμούς που προσφέρει το Ridge Farm: Queen, Jethro Tull, Thin Lizzy, Roxy Music. «Μιλάμε για απόλυτη ησυχία. Βρισκόμαστε στο πίσω μεριά του πουθενά», λέει, λίγη ώρα μετά την άφιξή τους ο Micky Moody, εκφράζοντας και τους υπόλοιπους. Οι οποίοι, βέβαια, ως ατόφιοι βρετανοί boozers, δε θ’ αργήσουν να βρουν σε κοντινή απόσταση την χαμηλοτάβανη pub του πανδοχείου Plough Inn στο Capel, τιμώντας δεόντως την προσφερόμενη βαρελίσια μπύρα και το brandy, κάθε μέρα μετά το τέλος των session.
Αυτή τη φορά η εξάδα που έχει μαζί του ο DavidCoverdale έχει ένα καινούριο επιφανές μέλος. Πίσω από τα τύμπανα, αντί του David DuckDoule, βρίσκεται ο μεγάλος Ian Paice.
«Ο John Lord μου είχε πει ότι ο Ian ενδιαφερόταν να έρθει να παίξει μαζί μας από το καλοκαίρι, λίγο αφ’ ότου είχαμε ολοκληρώσει την ηχογράφηση του προηγούμενου δίσκου μας, τουLovehunter”. Είπα το ναι χωρίς δεύτερη κουβέντα, αφού – με όλο το σεβασμό στον Ducko Ian είναι μουσικός εντελώς άλλης κλάσης. Μάλιστα, ζήτησα αν ήταν δυνατόν να επανηχογραφηθούν τα μέρη των τυμπάνων τουLovehunter με τον Ian, όμως ήταν αργά. O δίσκος είχε φύγει από την παραγωγή και ήταν έτοιμος να κυκλοφορήσει».
Ο Bernie Marsden σημειώνει: «Ο David είχε παίξει μαζί με τον Ian τρία χρόνια στους Purple, εγώ τον είχα γνωρίσει στους Paice Ashton Lord. Περίπου μισή ώρα αφ’ ότου ξεκίνησε η πρώτη πρόβα, κοιταχτήκαμε. Χωρίς να πούμε κουβέντα, καταλάβαμε αμέσως ότι ο Paice ήταν το συστατικό που χρειαζόμασταν»
Μετά την ένταξη του Jon Lord το καλοκαίρι του ‘78, έχει πλέον μια μπάντα που αποτελείται, μαζί με τον ίδιο, από τα 3/5 των Deep Purple της τριετίας 1973-1976. Οι κιθαρίστες Bernie Marsden και Micky Moody, κι οι δύο έμπειροι παίκτες στη βρετανική σκηνή, έχουν αποκτήσει ένα μουσικό σύνδεσμο έντονο, με το πιο μελωδικό, αλα Jeff Βeck στυλ του πρώτου να συμπληρώνει το πιο παραδοσιακό blues του δεύτερου. Και το πιο σημαντικό: κι οι δύο μπορούν να γράψουν μαζί του τραγούδια.



«Τόσο εγώ, όσο κι ο Micky μπορούσαμε να παίξουμε – και παίζαμε – πολλά πράγματα, όμως δεν είχαμε τη φιλοδοξία να γίνουμε Jimi Hendrix ή Ritchie Blackmore. Ρίχναμε το βάρος στο να χτιστεί σωστά το τραγούδι και αν μπορούσαμε, δίναμε το κάτι παραπάνω στο χρώμα της κιθάρας», θυμάται ο Marsden.
Ο David Coverdale έχει έρθει από διακοπές στο Beliz στις βρετανικές Ονδούρες της Καραϊβικής, φορτωμένος μουσικές ιδέες. Το ίδιο κι ο Marsden, που αξιοποίησε τις δύο ελεύθερες βδομάδες του ανάμεσα σε Μαρόκο και Λονδίνο. Όσο για τον πάντα δραστήριο, και σχεδόν μια δεκαετία μεγαλύτερο απ’ τους υπόλοιπους, Jon Lord, είναι αυτός που στις πρόβες βελτιώνει ό,τι πέφτει στο τραπέζι.
«Μπορούμε στο σημείο αυτό να κάνουμε και κείνο», ή «λέω εδώ να δοκιμάσω κι αυτό», προτείνει. Αντλώντας από το ομαδικό πνεύμα του Lord, οι μουσικοί του αποδίδουν την εκτίμηση που αναλογεί σ’ έναν άνθρωπο με τις μουσικές του γνώσεις. «Μη μας ρωτάς, βάλε μέσα ό,τι θέλεις. Είσαι ο Jon Lord, που να πάρει!»
O Moody έχει φέρει μαζί του στο Ridge τη βασική ιδέα για ένα τραγούδι. Ακούγοντας το “Statesboro Blues” του μαύρου bluesman, Blind Willie Mc Tell δοκίμασε ένα κούρδισμα σε ανοιχτό Ντο. Όταν ένα κρύο βράδυ δίπλα στο τζάκι του ξενώνα παρουσιάζει τα ακκόρντα στον Coverdale, εκείνος αμέσως βγάζει το φορητό Sony κασσετοφωνάκι και το καταγράφουν, με στίχους που θα ετοιμάσει ο τραγουδιστής το επόμενο πρωί.
Πάνω στη ζεππελινική λιτότητα της ηλεκτροακουστικής τα μεσαία και χαμηλά του Coverdale νιώθουν σαν το σπίτι τους. Μετά την πρώτη στροφή, μπαίνει ο Lord στριμώχνοντας μια ιδέα από βουκολική αύρα.
Η ατμόσφαιρα κτίζεται μέσα σε δύο λεπτά, όταν και μπαίνει η μπάντα με πλήρη δόνηση, για να έρθει ο Moody να υπογραμμίσει το Lord I know the sunshine, but I feel the tears of rain μ’ ένα από τα slide σόλο που έχουν εξελιχθεί σε ειδικότητά του. Είναι το "Aint Gonna Cry No More.


Η Les Paul του ’58, νέο απόκτημα του Moody, κάνει το επίσημο ντεμπούτο της στην ηχογράφηση του βρώμικου "Sweet Talkerκαι του κεφάτου honky tonk“Black And Blue”.
Το δεύτερο σαββατοκύριακο του Δεκέμβρη, ο Marsden, επιστρέφοντας στο Ridge με μια μέρα καθυστέρηση από το διήμερο ρεπό του, βρίσκει τη μπάντα να έχει τζαμάρει με ενθουσιασμό πάνω σ’ ένα βαρβάτο φανκ ρυθμικό κλείδωμα ανάμεσα στο μπάσο του Murray και τα τύμπανα του Paice. Ο Moody σφηνώνει εκεί μέσα ένα μικρό, αλητήριο σόλο κι ο Coverdale αρπάζει συνειρμικά τα μισά και παραπάνω λόγια aπ’ το τόσο προσφιλές του στιχουργικό βάζο με το μέλι, που επιγράφεται Me man, you woman, let's get down. Είναι τόσο ευθύβολο και άμεσα επιδραστικό στη διάθεση όλης της μπάντας, που θα δώσει στο δίσκο τον τίτλο του: Ready And Willing”.


Το υλικό για το άλμπουμ προκύπτει αβίαστα, όχι μόνο γιατί οι έξι είναι δημιουργκά συντονισμενοι, αλλά και γιατί στο στούντιο βρίσκεται, για τρίτη συνεχόμενη φορά, o άνθρωπος που ο Marsden αποκαλεί «το μυστικό όπλο». Ο παραγωγός Martin Birch.
«Ο άνθρωπος αυτός κατέχει την τέχνη του. Γνώριζε τις ικανότητες καθενός από το γκρουπ και γι’ αυτό ποτέ δεν χρειαζόταν να πει πολλά. Ian και Jon τον γνώριζαν από την εποχή των Purple, εγώ από τους Paice Ashton Lord. Όταν λοιπόν τον άκουγα μέσα από την ενδοεπικοινωνία του booth να μου λέει “τώρα είμαι έτοιμος για ένα σόλο”, έβαζα τα δυνατά μου. Κάποιες φορές του ζητούσα να το ξαναπαίξω κι κείνος με σιγουριά μου έλεγε “όχι, έχω ήδη πάρει αυτό που χρειάζεται”. Σχεδόν πάντα, κρατούσε την πρώτη, πιο αυθόρμητη εκτέλεση. Και είχε δίκιο».
Το ψυχωμένο blues Blind Man”, ξαναδουλεμένο από το προσωπικό l.p. του Coverdale αναδεικνύει υποδειγματικά τόσο τη χημεία των έξι μουσικών, όσο και την καθαρότητα του ήχου που φέρει τη σφραγίδα του Birch. Διακριτικά δεύτερα φωνητικά και το Hammond του Lord ανεβάζουν στροφή τη στροφή την συναισθηματική φόρτιση, για να έρθει, μιξαρισμένο με το χρονισμό ανθρώπου που γνωρίζει και νιώθει τη δυναμική του blues, ένα εκφραστικό σόλο του Bernie Marsden να φέρει την κάθαρση.
Το δέσιμο και η οικονομία στη σύνθεση είναι φανερή σε κομμάτια όπως το Carry Your Load -μια συνέχεια του “Trouble”- το αλα “back door man” ρυθμ εν μπλουζ Love Man και το εξωστρεφές Shes A Woman. Δεν είναι ίσως από τα πιο αξιομνημόνευτα που έχουν ηχογραφήσει, είναι όμως αναμφισβήτητα από τα πιο ραφιναρισμένα, ένα απόσταγμα των μουσικών προθέσεων που έχει εκθέσει ο Coverdale στους τρεις πρώτους δίσκους και το e.p. “Snakebite”.
Υπάρχει βέβαια κι ένα άλλο κομμάτι.  To είχε ετοιμάσει ο Marsden τζαμάροντας με τον Moody. Συζητούν να το δώσουν στο μουσικό τους είδωλο, τον B.B. King. Όμως μόλις Coverdale και Birch ακούνε τη βασική του δομή, λένε, σχεδόν με μια φωνή «αυτό δεν πάει πουθενά».
«Είχα έτοιμο το βασικό ριφ και το ρεφραίν, σχεδόν όπως ακούγεται στην ηχογραφημένη του εκδοχή. Και τότε, ο Mick Moody βρήκε ένα μικρό σημείο σα γέφυρα, που έδενε το πράγμα υπέροχα – το σημείο που ακούγεται ο David να τραγουδά το dont come running to me, I know Ive done all i can”. Ακούει την ιδέα μου ο David, παίρνει τις σημειώσεις με τα ακκόρντα, φεύγει και γυρίζει μετά από λίγο με τα λόγια. Τον τίτλο τον είχα έτοιμο, κι εκείνος έχτισε τους στίχους γύρω απ’ αυτό. Κάπως έτσι είχε γραφτεί και το “Walking In The Shadow Of The Blues” και αργότερα το “Here I Go Again”. Έπαιρνε τη μουσική μαζί του κι εξαφανιζόταν, μπορεί για δύο ώρες, μπορεί για δύο μέρες, όμως έφερνε τους στίχους ολοκληρωμένους. Ήταν άφταστος σ’ αυτό το στοιχείο».
Από την ηχογράφηση του κρίσιμου εκείνου τρακ, ο Micky Moody θυμάται ένα ανέκδοτο στιγμιότυπο, που δείχνει το συντονισμό σε διάθεση που επικρατούσε στα Ridge Farm Studios.
«Κάλεσα μια φιλενάδα μου από το Brighton, να με δει. Προβλέπω ότι θ' αποσπάσω "ποιοτικό χρόνο" μαζί της σε κάποια σκοτεινή γωνιά του στούντιο, όμως είναι αδύνατο να υπολογίσω τις συνέπειες που θα επιφέρει η αφέλειά της, δηλαδή το ότι άνοιξε το στόμα της ανάμεσα σε μουσικούς. Καθώς βρισκόμαστε στο control room και ακούμε σιωπηλοί το demo με τα φωνητικά του David πάνω στο κομμάτι, την ακούω να λέει: "Ωραίο είναι ! Μοιάζει με το "Don't Fear The Reaper" των Blue Oyster Cult !".
Το βλέμμα που μού’ ριξε ο David τά’ λεγε όλα, παρ' όλα αυτά έσκυψε προς το μέρος μου και μέσα απ' τα σφιγμένα του δόντια μου σφύριξε: "Παρ' την από 'δω μέσα, αμέσως". Αυτό και έκανα».
H γεμάτη πείσμα φωνή του Coverdale που πείθει και μόνο με το ηχόχρωμα, τα ανεπαίσθητα, αλλά τόσο καταλυτικά στην αρμονία τους δεύτερα φωνητικά, η ικανότητα του Paice να τσιμπάει την ένταση στα κουπλέ πάνω στο βάθρο των πλήκτρων του Lord και το νότα προς νότα εύστοχο σόλο του Marsden, σε ιδανική σύζευξη μεταξύ τους, σημασιοδοτούν το στίχο. Τους έρωτες που νόμισες ότι σε πηγαίναν στον παράδεισο, χρειάζεται να τους στείλεις στον αγύριστο για να προχωρήσεις, αναβαπτισμένος στις πληγές που σου άφησαν, ίσια μπροστά. 
“(…) BuI took all the heartache - And turned it to shame
Now I'm moving moving on - And I ain't taking the blame

Don't come running to me - I know I've done all I can
A hard loving woman like you - Just makes a hard loving man”

«Οι στίχοι προέκυψαν επειδή είχα στο μυαλό την κατάρρευση του πρώτου μου γάμου. Όμως θα έλεγα ότι εφαρμόζουν σε κάθε σχέση που ενώ φαίνεται στην αρχή τέλεια, στη συνέχεια χαλάει και καταλήγει πολύ άσχημα», θα πει ο David Coverdale.
Το κομμάτι έχει τον τίτλο “Fool For Your Loving”. Πριν καν ολοκληρωθεούν οι ηχογραφήσεις στο Central Recording Studios του Λονδίνου αρχές Φεβρουαρίου της καινούριας χρονιάς, πάντα υπό την επίβλεψη του Birch, έχει επιλεγεί να κυκλοφορήσει ως το πρώτο single.
Στις 2 Απριλίου 1980 η μπάντα εμφανίζεται στο Rainbow Theatre του Λονδίνου και δυό – τρεις ώρες πριν την προγραμματισμένη έναρξη, κάνει sound check και ξεκινά να γυρίζει το βίντεο κλιπ για το “Fool For Your Loving”.


Η περιοδεία για την προώθηση του καινούριου δίσκου ξεκινά λίγες μέρες μετά τη συναυλία στο Rainbowμε μια σειρά εμφανίσεων στη μακρινή Ιαπωνία – Τόκυο, Ναγκόγια, Καναζάουα και Οζάκα - όπου οι τρεις από τους έξι Whitesnake έχουν γευθεί τα προηγούμενα χρόνια θαυμασμό, απωανατολική φιλοξενία και εξωτικές χάρες ως μέλη των Deep Purple.
Η δωδεκαήμερη παρουσία τους εκεί, πέρα από τις οκτώ συναυλίες και τις σχετικές εμφανίσεις σε τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές περιλαμβάνει  πολύτροπη τόνωση της αυτοπεποίθησή τους πριν το βαρύ συναυλιακό πρόγραμμα που έχει στρωθεί μπροστά τους: άφθονη θηλυκή συνάφεια, γεύματα σε ακριβά εστιατόρια με γκέϊσες να σερβίρουν, VIP θέση στο περίφημο club “Byblos”, δωρεάν κιθάρες από τον τοπικό αντιπρόσωπο της Ibanez, φάρσες και ευτράπελα οφειλόμενα τόσο στις ακατάσχετες ποσότητες σάκε, όσο και στη γνήσια συντροφικότητα που έχει αναπτυχθεί ανάμεσά τους.
Οι τελευταίες μέρες του Μαίου του 1980 φέρνουν, εκτός από τη δεύτερη συνεχόμενη νίκη της Νόττιγχαμ Φόρεστ του Μπράϊαν Κλαφ στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών με αντίπαλο το Αμβούργο (28/5), την κυκλοφορία του καινούριου δίσκου (31/5) και το “Fool For Your Loving” μέσα στο βρετανικό top-20 (UK#13, 24/5/80). Οι κριτικές για το νέο δίσκο στην πλειοψηφία τους ιδιαίτερα ενθαρρυντικές. Ο υποστηρικτής του heavy rock, Geoff Barton του δίνει τέσσερα στα πέντε αστέρια, o Daniel Bonutto του Record Mirror εξαίρει τη ζωντάνια της ηχογράφησης και ο Mike Mercury του NME, σε μια παράγραφο, κάνει μια πρόβλεψη για το μέλλον:
«Όσο αξιοθαύμαστοι κι αν είναι οι Rainbow και ο Gillan, θεωρώ ότι οι Whitesnake θα γίνουν, μακροπρόθεσμα, το πιο παραγωγικό παρακλάδι του οικογενειακού δέντρου των Purple».
Η βρετανική περιοδεία ξεκινά από το Empire Theater του Liverpool την 1η Ιουνίου και μετά από δέκα μόλις μέρες, πριν η μπάντα ανέβει στη σκηνή του Birmingham Odeon, μαθαίνει ότι ο δίσκος έχει μπει στο top-10 (UK#6, 11/6/80), κάτι που θα γιορταστεί δεόντως στα παρασκήνια, μαζί με τους G-Force του Gary Moore που είναι η support μπάντα. To set περιλαμβάνει 4-5 καινούρια και μια επιλογή από τα δύο προηγούμενα άλμπουμ, συν τα “Come On”, και “Breakdown” από το e.p.. Στις κορυφώσεις κάθε βραδιάς ανήκουν και τα “Ain’t No Love In The Heart Of The City”  και “Mistreated” των Purple. “’Εres a song for ya !!! κραυγάζει ο Coverdale και η μπάντα μπαίνει σφιχτοδεμένη και ορμητική.
Το κοινό, στη μεγάλη πλειοψηφία τους οι παλιοί και νέοι ακροατές του παραδοσιακού βρετανικού ήχου, απολαμβάνουν εκτελέσεις γεμάτες ενέργεια, ιδρώτα και αυτοπεποίθηση, με καθέναν από τους Paice, Marsden, Moody και Lord να έχει ένα 5άλεπτο για σόλο.
Τον τελευταίο μάλιστα, ο Coverdale εισαγάγει πάντα ως εξής :
«Και τώρα ένα χειροκρότημα για τον Jon Lord και το τεράστιο όργανό του !!».
Kαθιερώνεται, μάλιστα, με την προσφώνηση, ο 39χρονος επιβλητικός πιανίστας να υψώνει το χέρι και να χειρονομεί με τα δάχτυλα δείχνοντας «δύο» και σε διόρθωση ο τραγουδιστής να λέει στο κοινό «Συγγνώμη, λάθος, με τα δύο τεράστια όργανά του!».
Οι δύο βραδιές στο Hammersmith Odeon του Λονδίνου, 23 και 24 Ιουνίου θα ηχογραφηθούν εξ ολοκλήρου από τον Martin Birch. Όσοι βρίσκονται ανάμεσα στο κοινό θα κερδίσουν μια θέση στην δισκογραφική ιστορία, καθώς θα καταγραφούν να γεύονται μέχρι το μεδούλι τους Whitesnake, τους “Free της καινούριας δεκαετίας”, όπως γράφεται, στα αυλάκια του πρώτου δίσκου του διπλού “Live…In The Heart Of The City”, που θα κυκλοφορήσει το Νοέμβριο του 1980.


Η βρετανική περιοδεία θα ολοκληρωθεί στις 2 Ιουλίου. Θα ακολουθήσει ένα διάλειμμα μερικών εβδομάδων, κατά τις οποίες ένα δεύτερο single, το ομώνυμο κομμάτι του δίσκου, θα τους κρατήσει στην επικαιρότητα (UK#43, 26/7/80). Την Κυριακή 24 Αυγούστου θα εμφανιστούν στο περίφημο Reading Festival, επικεφαλής σε ένα line up που καταγράφει τις κοχλάζουσες μουσικές δυνάμεις της Βρετανίας του 1980.
Ξεκινά απ’ τους νεότευκτους Blizzard Of Ozz, και περιλαμβάνει Sledgehammer, Praying Mantis, Tygers Of Pan Tang, Angelwitch, Budgie, Magnum, Gary Moore’s G-Force και Def Leppard.


Από τις 11 Οκτωβρίου και μετά σειρά έχει η Αμερική, όπου το “Fool For Your Loving” έχει κάνει μια ταπεινή, αλλά ελπιδοφόρο εμφάνιση στo Ηot-100 στο chart (US#53, 2/8/80). Εκεί, παρά τη δύναμη των εμφανίσεων, θα αποδειχθεί ότι ο πήχυς είναι ψηλός για ένα βρετανικό ρετρόηχο hard r & b σχήμα, καθώς το άλμπουμ, παρά τις 31 εμφανίσεις τους στην άλλη όχθη του Ατλαντικού μέχρι το τέλος της χρονιάς, δε θα κατορθώσει να φτάσει πιο πάνω από το Νο 90.
Όμως είναι πολύ νωρίς ακόμη για ν’ αρχίσει η εμπορική επίδοση των ‘Snake στην Αμερική να απασχολεί τον David Coverdale. Το “Ready And Willing”, σε μια χρονιά γεμάτη από καθοριστικές κυκλοφορίες που πρόκειται να διαμορφώσουν τα αισθητήρια εκατομμυρίων ακροατών, τους έχει οριστικά ανεβάσει αυτοδύναμους στον αφρό της ροκ παραγωγής.
Το δε τεράστιο εναρκτήριο τραγούδι του, με το δυναμικό συνδυασμό εξωστρεφούς μπλουζ ροκ φόρμας και πικρών στίχων, εξακολουθεί τόσες δεκαετίες μετά να διαθέτει μια αμεσότητα ακαταμάχητη. Ακόμη και με την πρώτη ακρόαση, καθίσταται σχεδόν αδύνατο, αν τρέχει αίμα στις φλέβες σου, να μην τραγουδήσεις το ρεφραίν μαζί με την πρώτη φωνή και σχεδόν αναπόφευκτο να επιδιώξεις να το ξανακούσεις και να το ξανακούσεις ad infinitum.

Παναγιώτης Παπαϊωάννου