THE ANSWER: "Raise A Little Hell"

03/05/2015

Κατηγορία: Κριτικές

3522

Έχουν υπάρξει - τηρουμένων των αναλογιών και για να συνεννοούμεθα- «ο Σωτήρης Νίνης του βρεττανικού ροκ». Διθύραμβοι περί των δυνατοτήτων τους πριν καν βγουν απ΄τ΄αυγό τους, hype διάρκειας 10ετίας και αλλεπάλληλες ευκαιρίες για λάμψη, ελάχιστα όμως πράγματα επί της ουσίας ως προς τα πραγματικά τους μουσικά επιτεύγματα.

 

Δέκα χρόνια πριν, οι Βορειοϊρλανδοί πριν καν υπογράψουν δισκογραφικό συμβόλαιο. ηχογράφησαν το ντεμπούτο τους και αποθεώθηκαν από το μουσικό τύπο της Βρεττανίας (πάντα σε υστερία την τελευταία εικοσιπενταετία να βρει ένα classic rock σχήμα που να αξίζει) ως η «μεγάλη ελπίδα» του ροκ.
Περιοδείες με μεγαθήρια (
Deep Purple, Whitesnake, Paul Rodgers) και διαρκής προώθηση από τα media καλλιέργησαν προσδοκίες σε πολλά μήκη και πλάτη του ροκ κόσμου.
Ενάμισης χρόνος περιοδείας με τους
AC/DC (τους είδαμε 28/5/2009 στο Ο.Α.Κ.Α.) τους έδωσε τη μέγιστη δυνατή αναγνωρισιμότητα. Το πρόβλημα από την αρχή έμοιαζε απλό. Μια σφιχτοδεμένη ειλικρινής μπάντα με καλά ζυγισμένες επιρροές (AC/DC, Bad Company, Humble Pie, Zeppelin), φρόντμαν freak-friendly με χροιά που φτιάχνει τον κλασσικό ρόκερ και τέλειο στουντιακό ήχο. Όμως όσον αφορά το κατά πόσο τα κομμάτια τους θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν μια περίοδο, να σηματοδοτήσουν την επιστροφή ενός ήχου, ή να σφραγίσουν μία χρονιά, λίγα πράγματα.
 
Οι κυκλοφορίες τους από το 2005 έως και σήμερα είναι προσεγμένες, με πολλά bonus, ακυκλοφόρητα, extras και τα λοιπά, αλλά πανομοιότυπες. Οι φωτογραφήσεις με τα είδωλά τους εξακολουθούν να είναι πυκνές (όχι τόσο όσο στην αρχή της καρριέρας τους), αλλά το πρόβλημα παραμένει. Μια άριστα ηχογραφημένη ποιότητα άνω του μετρίου, χωρίς όμως η απογείωση να έρχεται ποτέ. Το "New Horizon" του '13 (με το τελευταίο εξώφυλλο του Storm Thorgerson) είχε λίγες εξάρσεις και περιβαλλόταν από πολύ διαφήμιση, για μια ακόμη φορά.
 
Ο τραγουδιστής Cormac Neeson πριν δύο χρόνια είχε δηλώσει στο περιοδικό "Classic Rock" ότι αν η μπάντα δεν καταφέρει άμεσα να κάνει μεγάλη επιτυχία, θα «είναι τελειωμένη». Η βιομηχανία είναι φανερό ότι θέλει τα λεφτά της πίσω, οπότε τα καλλιτεχνικά άλλοθι μπορούν να πηδήξουν χωρίς ενοχές απ΄το παράθυρο. Όταν αρχίζεις και σκέφτεσαι σαν πωλητής, για ποιό ροκ μιλάμε;
 
Κάτω από τις συνθήκες αυτές, το πέμπτο τους άλμπουμ, "Raise A Little Hell", επιχειρεί να παίξει στα σίγουρα. Απλά σε δομή, ρυθμικά mid tempo κομμάτια με έμφαση στην AC/DC πλευρά ("Long Live The Renegades", "Red"), δυναμωμένα ρεφραίν και στιβαρό heavy groove ("Aristocrat", "I Am What I Am", "Whiplash", "I' M Cured") και ελεγχόμενα down tempo, άλλοτε πετυχημένα ("Cigarettes & Regret", "Last Days Of Summer", "Gone Too Long"), άλλοτε αδιάφορα.
 
Η απλούστευση αυτή αφήνει τα κομμάτια να αναδείξουν ταυτότητα, με τον Cormac Neeson να επιδεικνύει το μεγαλύτερο ταλέντο του, μια έκτη αίσθηση ρυθμού στον τρόπου που αρθρώνει τις ιστορίες των στίχων. O ήχος του Mahon είναι αποσταγμένο hard rock και η ρυθμική βάση κάνει την δουλειά της (το να μην αφήνει πόδι στάσιμο και λαιμό ακίνητο) επιβοηθούμενη για ακόμη μια φορά από μια υποδειγματικά ζωντανή παραγωγή.
Όμως και πάλι η απογείωση δεν έρχεται. 'Ενσταση μπορεί να έχει κανείς για το
tracklisting, καθώς η ακουλουθία των καλύτερων κομματιών συναντάται από τη μέση και μετά του cd.
Παρ' ότι όλα τα σύγχρονα άλμπουμ απευθύνονται στην κατακερματισμένη γενιά του
shuffle play, για έναν παραδοσιακό ακροατή, αν τα πράγματι δυνατά και εύστοχα "Gone To Long", "Whiplash", "I' M Cured" έριχναν πιο κάτω σε σειρά τα «αργά» κομμάτια, η συνολική εντύπωση για το μουσικό περιεχόμενο του "Raise A Little Hell" θα ήταν εντονώτερη.
Τα δε bonus tracks "Flying" και "Feel Like I' M On My Way" αν είχαν αντικαταστήσει κάποια απ΄τα κομμάτια του set-list, επίσης θα απέδιδαν καλύτερο αποτέλεσμα για την ποιότητα της κυκλοφορίας. Αν είναι όμως να πουλήσουμε έστω σε digital download κάτι παραπάνω, ε;
 
Καθώς το 2009 δεν μπορώ να πώ ότι με ενθουσίασαν live (είναι και το πρόβλημα ότι θνητοί δύσκολα ανοίγουν τη συναυλία θεών), εύχομαι η πιο στοχευμένη αυτή προσέγγιση του γκρουπ (μικρά, απλά και «ξεκάθαρα» κομμάτια), ασχέτως των κινήτρων που μπορεί να την διαμόρφωσαν, να τους στην εγκαταστήσει τα επόμενα χρόνια στην πρώτη γραμμή του «παραδοσιακού» ροκ ν΄ρολ για τους σωστούς λόγους, όπως για κομμάτια που θα γράψουν και θα τα θυμούνται και άλλοι εκτός από τους σκληροπυρηνικούς οπαδούς τους.
 
Στην περίπτωση Νίνη, όλοι, φίλοι, συμπαθούντες και αντιπαθούντες έχουν περίπου αντιληφθεί ποιό το «ταβάνι» της προσφοράς του. Αν όμως αυτό που προσφέρουν σήμερα οι Answer είναι το καλύτερο που μπορεί να προσφέρει η μπάντα και κατά προέκταση η Βρεττανία στο rock, τότε κάτι Black Stone Cherry και Rival Sons, ερχόμενοι από την άλλη όχθη του Ατλαντικού, θα τους κάνουν υποσημείωση στην ιστορία.   
 
Παναγιώτης Παπαϊωάννου


// Old Time Rock

// Live Favorites