Clutch: "Psychic Warfare"

10/11/2015

Κατηγορία: Κριτικές

4665

To ενδέκατο άλμπουμ των τύπων από το Maryland έφθασε σε λιγώτερο από έναν μήνα κυκλοφορίας στο Νο 11 του Billboard. Από τις σπάνιες - όσο και πολύτιμες σήμερα- υπομνήσεις ότι οι αξίες επιβραβεύονται, έστω και αργά.

 

Οι τέσσερις highschool buddies που από το '91 μέχρι σήμερα δεν έπαψαν να παίζουν το μεταλλαγμένο ροκ υβρίδιό τους, τα τελευταία χρόνια, ιδίως μετά το άλμπουμ "From Beale Street To Oblivion" του 2007 και με αποκορύφωμα το "Earth Rocker" του 2013 χαιρετίζονται διεθνώς ως μια κορυφαία classic rock μπάντα. Από τη μεταγκραντζ ρίφφολα των '90s και τα hard blues πειράματα, τελικά o ήχος τους ανέδειξε ποικιλία επιρροών. Δεν είναι υπερβολή αυτό που έχει γραφτεί, ότι δηλαδή καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό με μια χούφτα άλλες μπάντες το ηχόχρωμα που αργότερα καθιερώθηκε ως "stoner".
Σήμερα, όπου ακροατήριο και δημιουργοί πασχίζουν να επανακαθορίσουν ύφος, κριτήρια και αισθητήρια, ο φαζαρισμένος τους καταιγισμός θριαμβεύει ακατάταχτος. Σκληρό Μπλουζ, περάσματα διαολεμένου φανκ, πρωτόγονο γκαράζ με την ένταση στο 11, αδρεναλινοκίνητη ψυχεδέλεια, '70s ξεροκέφαλο groove ροκ ν΄ρολ αλά Grand Funk, όλα είναι μέσα στο καυτό τους χαρμάνι. Ο δε frontman, ο 44χρονος Neil Fallon πείθει ότι είναι ικανός με τα γεμάτα οργή, σαρκασμό και σουρεάλ φευγιό hooks του να αφήσει την πραγματικότητα με μελανιές. Πέρασε κι από το εγχώριο σανίδι και το απέδειξε.
Μετά από μια σύντομη εισαγωγή (όπου μια φωνή με βαριά προφορά προτρέπει κάποιον να πάρει μολύβι και χαρτί για να καταγράψει τις σκέψεις του), το "Psychic Warfare" εκρήγνυται με το sci-fi, "X-Ray Visions" (με βίντεο σκέτο b-movie) και συνεχίζει χωρίς ανάσα με τον εθιστικό ρυθμό του "Firebirds", με στίχο σαρδόνιο, σαν για κείνο το ψευτο-διαφημιστικό στο "Jackie Brown" με τις θεές που κραδαίναν πολυβόλα ("...I like those things too - but I don't own a Firebird- perhaps this Datsun will do").
To "Quick Death In Texas" είναι ένα βρώμικο μικροέπος κατατρεγμένου ντεσπεράντο που μετρά τα λίγα ψωμιά του στο σαλούν, περιμένοντας ανά πάσα στιγμή να μπει μέσα η καταδίκη του. ("I crawled my way into The Doom Saloon - In an attempt to cauterize my wounds - I did a terrible job and they became powerfully infected - I prayed for courage, I prayed for love - I prayed for guidance from the heavens above - I prayed to know divine protections - But now I'm praying for a quick death in Texas").
Η μετωπική με το άλλο φύλο ξεδιπλώνεται ξεκαρδιστικά στο θυμωμένο, ψυχαναλυτικό "Sucker For The Witch" ("Every time I set to write - lyricals on the women I always seem to end up - The victim of some terrible ass kicking [...] I fell madly in love with - Some brand of Stevie Nicks - Oh, I begged and I pleaded - Like a fiend for a fix"), ενώ εμβαθύνεται στο με δαιμονιώδες φανκ groove και φωνητικά Sly Stone from hell "Your Love Is Incarceration" ("Segregate me from the local population - Your love is incarceration").
Ένα άλμπουμ όπου τίποτε απολύτως δεν ακούγεται να περισσεύει.
Η moody western ελεγεία "Doom Saloon / Our Lady of Electric Light" ξεχωρίζει με την πρώτη ακρόαση για την ατμόσφαιρά του. Πάνω που έχει ήδη ανέβει ο πήχυς, έρχεται το καταιγιστικό μέχρις εξαϋλώσεως "Noble Savage", ένας τρίλεπτος παιάνας για τον ροκ τρόπο ζωής ("Ten words or less can you describe yourself? - Your religion, your politics, your general health? - Did you not take into account I'm a noble savage? - Unapologetic lifer for Rock and Roll!") και ακολουθεί σαν οδοστροτήρας ένα επικό, θορυβώδες "Behold the Colossus" γεμάτο εικόνες από Gorgons, Κύκλωπες και θαλασσοδαρμένα καράβια με ξεσκισμένα πανιά. Το αυτοβιογραφικό για τον Fallon "Decapitation Blues", εμπνευσμένο από μια επώδυνη επέμβαση στη βάση του λαιμού («απόρροια 20 χρόνων headbanging») παραπέμπει στα παλιώτερα άλμπουμ τους, για να έρθει η κατά πολλούς κορυφαία στιγμή του άλμπουμ, το επτάλεπτο "Son of Virginia". Η εμφάνιση ενός σοφού, τυφλού σκύλου οδηγεί κατά ψυχεδελικό τρόπο προς οράματα αυτογνωσίας ("Recite your lineage and genealogy - You've got to know your history, son of Virginia") καθώς το γκρουπ απογειώνεται σ΄έναν ζεπελινικό θόρυβο και ο Fallon υπογραμμίζει, όλο και πιο δυνατά σε κάθε ρεφραίν, "we are, truly, living in an age of wonder".
Στο outro του τελευταίου κομματιού η μυστήρια φωνή της εισαγωγής επανέρχεται, αυτή τη φορά πιο τυπική. «Συγγνώμη αν ταράχτηκα κάπως από την τοποθέτησή σου, αλλά...αν έτσι τα θυμάσαι, τί να σου πώ, βάλε την υπογραφή σου εκεί στο κάτω μέρος και ... καλή νύχτα». Ήταν ψυχοθεραπεία, (power)trip ή αγνή και άδολη decibel αυτοκάθαρση; 
Θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε (καθόσον του το επιτρέπει η ανατροφή του), για να περιγράψει την ένταση, την αιχμή και την πυκνότητα του άλμπουμ να χρησιμοποιήσει το ρήμα της γενετήσιας λειτουργίας στην τρέχουσα, ασυναίρετη (και αμετάβατη) εκδοχή του.
Όμως το "
Psychic Warfare" είναι κάτι παραπάνω.
Μια προειδοποίηση από την ανώτερη δύναμη του ροκ ν΄ ρολ προς τον (κάθε) νεκροθάφτη της καθημερινής μας συνθήκης:
Με τέτοια άλμπουμ όχι μόνον «δε θα πεθάνουμε ποτέ», αλλά ήδη «έχουμε μάθει και πού μένει».
 
Παναγιώτης Παπαϊωάννου


// Old Time Rock

// Live Favorites