Gary Moore: "Run For Cover"

01/09/2015

Κατηγορία: Old Time Rock

11955

Το καλοκαίρι του ’85 ένα 12ινστο single, ακουμπισμένο στην προθήκη του ημιϋπόγειου δισκάδικου του Μάκη (που έγραφε σε πολύτιμες 60άρες DENON ό,τι βινύλιο γούσταρε ο λαός) απαιτούσε την προσοχή μας.

 

Ο τίτλος του, Out In The Fields”.
Στο εξώφυλλο, τον φόντο του ουρανό διέγραφε μια κάθετη κορδέλα στα δεξιά, χρωματισμένη με το μαυρόασπρο κουκίδισμα που έπεφτε στην οθόνη της ΕΡΤ κάθε που τέλειωνε το πρόγραμμα. Ψηλά στην κορδέλα, δύο κόκκινα τριγωνάκια με τα ονόματα των δύο τύπων, που ντυμένοι με κόκκινη στολή Ουσάρων κοιτούσαν κατάματα από τη φωτογραφία που έπιανε το κέντρο του εξώφυλλου (τις στολές των περασμένων αιώνων, τις έβαζε κάτι χρόνια πριν το «Μπλεκ», στο οπισθόφυλλο και οι πειραγμένοι τις ξέραμε).
Ο ένας,
o αξύριστος που έμοιαζε –λέγαν οι βάζελοι- με το Σαραβάκο, μας ήταν πολύ γνωστός. Ο Gary Moore, ο κιθαρίστας που μας χάρισε το “Empty Rooms στην εννιάλεπτη live εκτέλεση, το ιερό δισκοπότηρο της κρίσιμης ώρας κάθε πάρτυ. Ο άλλος, ο μελαχρινός με το βλέμμα Έλβις και το μουστάκι, ήταν πράγματι ο Phil Lynott των διαλυμένων –και σχεδόν ξεχασμένων -Thin Lizzy; Αυτή η αφάνα ήταν τα μαλλιά του, ή φορούσε κείνο το φουσκωτό καπέλλο των μουσκετοφόρων που βλέπαμε στους τελικούς κυπέλλου Αγγλίας να περιφέρονται σα μολυβένια στρατιωτάκια;

Tο single με τον εμβατηριακό ρυθμό και την αντιπολεμική ατάκαno flag or uniform ever stopped a bullet from a gun ήταν το μόνο ροκ κομμάτι που ήξεραν ακόμα κι οι καρεκλάδες το καλοκαίρι του “Live Aid”.
Αν μιλήσουμε για επίπεδα δημοφιλίας, είχε μπει στη δεύτερη πλευρά του δεύτερου δίσκου / κασσέτας “Summer Dance – 28 Αυθεντικές Εκτελέσεις” μαζί με U2, Marillion, Smiths, Tina Turner, Corey Hart και Alan Parsons Project.
Το βίντεο του κομματιού, με το δίδυμο Moore / Lynott να παίζουν ντυμένοι με τις κόκκινες ομοιόμορφες στολές (από κάτω μαύρο τζην αυτοκόλλητο) και πίσω τους να περνούν εικόνες δυστυχίας και εμφυλίου πολέμου από τη διχασμένη Ιρλανδία, ήταν από τα πρώτα (αν όχι το πρώτο) που έμαθε στο μη μουσικό λαό τί εστί «τρέμολο».
Το δε τρικ της κάμερας της κολλημένης στα κλειδιά της κιθάρας, να δείχνει τα δάχτυλα του
Gary Moore να ανεβοκατεβαίνουν στην ταστιέρα, υπήρξε πατέντα ολκής για την εποχή του MTV.
Ο δίσκος ακολούθησε με το που μπήκε το φθινόπωρο. Ηχογραφημένο με τη βοήθεια τεσσάρων πασίγνωστων παραγωγών (Andy Johns, Peter Collins, Beau Hill και Mike Stone), το “Run For Cover, το έκτο (στην ουσία το τρίτο απ΄όσα κυκλοφορούσαν τότε) προσωπικό lp του 33χρονου Gary Moore, ήταν μια καλογυαλισμένη προσπάθεια της ΕΜΙ (10 Records) να χωρέσει τον Ιρλανδό κιθαρίστα στο mainstream, σε μια εποχή που οι “guitar heroes” της προηγούμενης δεκαετίας εμπορικά παρέπαιαν (Jimmy Page, Ted Nugent, Pat Travers, Alvin Lee), ή είχαν αναγκαστεί να βάλουν τεράστιες ποσότητες περιέ στο κρασί τους (Eric Clapton, Jeff Beck). 
Σ’ αυτό προορίζονταν να βοηθήσουν κυρίως τρία στοιχεία : πρώτον, η συστράτευση σημαντικών μουσικών, που δικαιολογημένα έδωσαν στο άλμπουμ μια “all star” αίσθηση.
Πέρα από τον πληκτρά και programmer Andy Richards (από Godley & Crème, Rush έως T’ Pau και ... F.G.T.H.), συμμετείχαν Neil Carter (φωνητικά, πλήκτρα), Don Airey (πλήκτρα), Paul Thompson των Roxy Music (στα τύμπανα), έως και ο Bob Daisley (μπάσο) σ’ ένα κομμάτι. Είναι όμως οι Glenn Hughes (φωνητικά σε 3 κομμάτια και μπάσο) και Phil Lynott, που είτε τραγουδώντας μόνοι, είτε μαζί με τον Moore, έδωσαν στα κομμάτια ιδιαίτερο χρώμα και κλάση.


Πέρα από το “Out In The Fields”, το μυαλό πάει κατευθείαν στο σπαρακτικό αντι-μαρς “Military Man”, κομμάτι από τη μετά-Lizzy περίοδο του Lynott που αναζητούσε το συναπάντημα με την κιθάρα του Moore για να γίνει με μιας κλασσικό
(“One day I will write for you a love song, mother- As the children say, "I love you", please hold me - And you and I, we will live our life together - Until that day when we die, I will love you, mother - I will always love you”).
Δεύτερον, η σύμπραξη τοπ παραγωγών, υπεύθυνη για έναν ήχο όσο πιο ραδιοφωνικό γινόταν για τις κιθαριστικές δομές του Ιρλανδού.
Μακριά από τον όγκο του
Jeff Glixman (των “Corridors…” και “Victims…”), ο Moore περπάτησε με ασφάλεια τόσο στους δρόμους του Α.Ο.R. (“Listen To Your Heartbeat”, “Once In a Lifetime”), όσο και του αμερικανόηχου hard rock (“All Messed Up”, “Nothing To Lose”, “Reach For The Sky”) που θα μπορούσε άνετα να δονεί με τα πρίμα του τα ραδιόφωνα αυτοκινήτων ακόμη και στις μεσοδυτικές πολιτείες.
Τρίτον, το άλμπουμ περιείχε μια έξυπνη, «νέα», μικρή (4:18) και ρέουσα εκτέλεση του Empty Rooms”, που λείαινε αρκετά το moody πρωτότυπο, ό,τι πρέπει για τα fm.
Με αυτά τα όπλα, το Run For Cover πήγε πολύ καλά, κυρίως όμως στην Ευρώπη, μην πετυχαίνοντας τον πρωταρχικό του στόχο (με πολύ κόπο έφθασε στο US#146 τον Απρίλιο του ’86).
Τον Ιούνιο του ’85 το “Out In The Fieldsείχε φθάσει στο Νο 5 των Βρεττανικών τσαρτς και τον Αύγουστο η φρέσκια εκδοχή του “Empty Rooms” στο Νο 23, πολύ ψηλώτερα από την πρώτη (Νο 51, Αύγουστο του ’84).
Ακολούθησε μια μικρή και άτυχη Ευρωπαϊκή περιοδεία, με τον εθισμένο στην ... σοκολάτα Glenn Hughes (για να ξεπεράσει, υποτίθεται, εθισμούς από διάφορα άλλα λιγώτερο εύγευστα) να παραπαίει στη σκηνή και να τσακώνεται με τον Moore μέχρις εσχάτων. Προς το τέλος του έτους η «ζωή» του “Run For Cover” στα τσαρτς είχε τελειώσει.
Στα πάντα καθ΄ημάς πάντως, το “Empty Rooms” μπήκε στη διπλή συλλογή “TOP ‘86”, Xριστούγεννα ’85, αυτή τη φορά στη δεύτερη πλευρά του πρώτου δίσκου, μαζί με Aretha Franklin, Whitney Houston, Kate Bush, Heart, The Motels και ... Iron Maiden (live το “Running Free”).
Λίγο μετά την Πρωτοχρονιά του ‘86, ο Phil Lynott, η μεγαλύτερη ίσως επιρροή στον Gary Moore τόσο ως μουσικός όσο και ως προσωπικότητα, άφησε την τελευταία του πνοή, ξεχασμένος από «φίλους» και «θαυμαστές», λιωμένος από τις επιπλοκές του εθισμού στην ηρωίνη.
Για τον
Moore το χτύπημα ήταν μεγάλο όσο και οι τύψεις, κάτι που τον οδήγησε το ’87 στο να του αφιερώσει το επόμενο, πιθανόν το «καλύτερο» hard rock άλμπουμ του. Αλλά αυτό, όπως λένε, είναι μια άλλη ιστορία...  

Παναγιώτης Παπαϊωάννου

// Old Time Rock

// Live Favorites