Billy Idol: White Wedding

02/03/2023

Κατηγορία: Rocktime Songs

12723

Το καλοκαίρι του ’85 τον ξέραμε όλοι. Έμοιαζε σαν κάτι εξωσχολικούς που περιφέρονται στα μεταλυκειακά παραρτήματα, καπνίζοντας και μαρσάροντας με πειραγμένα παπάκια. Αυθάδεις, βρωμόστομοι, έτοιμοι να κλωτσήσουν στα μούτρα τα ετοιμοφόρετα πρότυπα κάθε μικρής κοινωνίας, για την χλεύη της οποίας δεν έδιναν δεκάρα.

 

Η γκριμάτσα ξεδιάντροπη ξεπατικούρα Τζάγκερ (με τη μία άκρη του χείλους έτοιμη να ξεράσει τοξοειδώς μια νευρωτική περιφρόνηση) και το μαλλί σαν το ξαδερφάκι του μακαρίτη Σιντ Βίσιους νά’ χει κρεμαστεί ανάποδα σε λεκάνη από χλωρίνη Κλινέξ. Ο Billy Idol ήταν μια περίληψη μεταπανκ αλητάμπουρα, που για κάποιο λόγο παρεισέφρυε δίπλα στα ποπ ζαχαρωτά της εποχής. Στα περιοδικά, στα βίντεο, στο ραδιόφωνο, στις διπλές καλοκαιρινές συλλογές με τα χιτς της εποχής.
Κι όμως δεν ήταν καθόλου έτσι μερικά χρόνια πριν. Για να τον μάθουμε εμείς, είχε πρώτα κάνει ένα γενναίο, όσο και ρηξικέλευθο άλμα στο κενό. Όταν έφτασε στη Νέα Υόρκη στα τέλη του ’81, φέροντας στις αποσκευές του περίπου το ίδιο μαλλί και τον ίδιο πετσινολάγνο ενδυματολογικό κώδικα του ‘77, ήταν ήδη 26.
Η Αμερική της
Diana Ross, του Neil Diamond, του Billy Joel και του “Fame” δεν είχε καμία όρεξη να ασχοληθεί μ’ ένα βρετανικό απολειφάδι του πανκ. Όσα είχε αφήσει πίσω του δεν αποτελούσαν και κανένα ιδιαίτερο εχέγγυο αισιοδοξίας για την καρριέρα του.
Με τους
Generation X είχε κυκλοφορήσει 3 αξιόπιστα αλλά όχι ιδιαίτερα πρωτότυπα άλμπουμ (“Generation X” [‘78], “Valley Of The Dolls” [‘79] και “Kiss Me Deadly” [‘81]), ο χρονισμός των οποίων ήταν άτυχος. O ποπ κόσμος έδειχνε τότε να ξεπερνά σαν ένα σύντομο, φωνακλάδικο ανέκδοτο τους Sex Pistols. Φωνές για ξεπούλημα (πάντα σαρκοβόρος ο αγγλικός τύπος) συνόδευαν, εξάλλου, όσους άφηναν τη μητέρα Αγγλία για να βρουν την τύχη τους στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού.

Το ραδιόφωνο και το νεαρό MTV δεν είχαν καμία όρεξη να παίξουν τίποτε που να έχει μαλλιά τιναγμένα στον αέρα, καρφιά και παραμάνες. Το πρώτο του E.P. (“Don’t Stop”), με δικές του εκδοχές στα κομμάτια των Generation X συν κάποιες διασκευές, πέρασε απαρατήρητο.
Ο μάνατζερ των Kiss, Bill Aucoin, πάντα έχοντας καλό μάτι για νέους γκλαμ ήρωες, τον έφερε σε επαφή με τον άνθρωπο που έμελλε να γίνει το συνθετικό alter ego του, τον 22χρονο Steve Stevens από το Brooklyn και με τον παραγωγό Keith Forsey. O τελευταίος, ήταν ήδη χωμένος στον synthesized ήχο που θα κυριαρχούσε στην δεκαετία, έχοντας δουλέψει ήδη με τον Giorgio Moroder, με την Donna Summer και τους Boney M (λίγο αργότερα θα υπέγραφε ορισμένα από τα σάουντρακ που όρισαν το σινεμά των ‘80s [“Flashdance”, “Ghostbusters”, Beverly Hills Cop”, Never Ending Story”, “Breakfast Club”]). Η φόρμουλα έτυχε λεπτομερούς επεξεργασίας. Πάνω σε drum machine προγραμματισμένο από τον Forsey, ο Stevens θα έχτιζε τα κοφτά –ούτε χαρντ, ούτε όμως και σοφτ- ριφς του και η limey περσόνα του Idol, με την υπόκωφη οργή και το Μποουϊκό delivery, θα έκανε τα υπόλοιπα.
Με ένα συμβόλαιο με την Chrysalis υπό μάλης, ο τύπος στρώθηκε στη δουλειά. Εκείνη ακριβώς την εποχή έμαθε τα νέα από την πατρίδα.
Η ανήλικη αδελφή του
Jane έμεινε έγκυος και «έπρεπε» να παντρευτεί. Ο ίδιος είχε ξεφύγει απ΄τα στενάχωρα ήθη του Middlesex, αλλά η αδελφή του ήταν φανερό ότι θα παγιδευόταν σ΄αυτά για τα καλά. Μετασχηματίζοντας την απογοήτευση και την οργή σε έμπνευση, γέμισε σημειώσεις το μικρό μπλοκάκι με τις κίτρινες σελίδες, ένα πραγματικό θησαυροφυλάκιο για τα πρώτα πέντε χρόνια της καρριέρας του.
Η ιδέα ήρθε μετά από ένα εκτεταμένο
session του ίδιου και του Stevens, πάνω σ΄ένα από τα drum machine μοτίβα που τους έφτιaχνε ο Forsey, ώστε ό,τι σκαρώνουν να έχουν κατά νου ότι πρέπει να ακούγεται «έτσι», να μπορεί να μπει στα κλαμπ και στο ράδιο.

Με μια απ΄τις πιο γνωστές new wave μελωδικές γραμμές και το επίμονο, πυκνό, ρυθμικό ριφ του Stevens (που παραπέμπει αρκετά σε Steve Jones), το κομμάτι “White Wedding” στην πρώτη του εκδοχή είχε περίπου 20 λεπτά διάρκεια. Στο στίχο, ο Idol ξεκίνησε να απευθύνεται στην αδελφή του (“Hey little sister what have you done…”), αλλά σύντομα άφησε να πάρει τα ηνία του ρόλου ένας πιο σκοτεινός χαρακτήρας, ένας πρώην εραστής που ερχόταν να τιμωρήσει την παλιά του αγάπη για το ολίσθημα του να παντρευτεί έναν άλλον ("Hey little sister, who's the only one - Hey little sister, who's your superman - Hey little sister who's the one you want - Hey little sister... shotgun !”).



Τον Iούλιο του ’82, το πρώτο προσωπικό άλμπουμ με τίτλο το όνομά του ήταν γεγονός.  Στο εξώφυλλο, ο σταρ με βλέμμα κάπως απορημένο και ντυμένος μ΄ένα πλουμιστό πουκάμισο σα να βγήκε από βίντεο κλιπ των Culture Club. Το πρώτο σινγκλ  “Hot In The City” προκάλεσε ικανοποιητική αίσθηση, ίσως επειδή δεν είχε καν τον Billy Idol στο εξώφυλλο. Ήταν όμως η δυναμική του δεύτερου σινκλ, “White Wedding Pt. 1” τον Οκτώβριο του ’82 που έβαλε τον τραγουδιστή στο χάρτη ως μια εμπορικά υπολογίσιμη δύναμη (US#36). Η ερμηνεία του Idol στο κομμάτι, όπως γράφτηκε, «θα έκανε ακόμη και τον Bowie να ζηλέψει». Η Chrysalis αναγκάστηκε σύντομα να επανακυκλοφορήσει το άλμπουμ, αυτή τη φορά με εξώφυλλο τον αναιδή, ντυμένο με αμάνικο πέτσινο, Idol. Αυτόν, όπως λέει και ο παμπάλαιο κλισέ, που όλοι «γνωρίσαμε και αγαπήσαμε». 

Το χαμηλού budget βίντεο που επιλέχθηκε να διευκολύνει τους συνειρμούς του κοινού για ένα τόσο ιδιαίτερο, υπνωτιστικό κομμάτι γυρίστηκε σε μια εκκλησία έξω απ΄το Λονδίνο. Θεωρούμενο ως ένα απ’ τα πρώτα ευρέως φάσματος new wave βίντεο κλιπ (με πρωταγωνίστρια την τότε κοπέλα του Idol και τον ίδιο στο ρόλο του δυσοίωνου πανκ καβαλλάρη που εισβάλλει στην εκκλησία και περνάει με το απαραίτητο ζόρι ένα ακάνθινο δαχτυλίδι στη νύφη), έφερε με το συννεφιασμένο κλίμα του γρηγορότερα το goth στις μάζες (και προλείανε το έδαφος για την εισβολή του άλμπουμ “Rebel Yell” που ακολούθησε λίγο αργότερα).

Το κομμάτι μέσα στα χρόνια απέκτησε δική του ζωή, πέρα από τα τσαρτ και τις εμπορικές επιδόσεις. Αποδεικνύοντας ότι η πλειοψηφία του κοινού ακούει κυρίως αυτό που θέλει ν’ ακούσει, άσχετα από το τί πραγματικά ήθελε να πει ο ποιητής, το αναγόρευσε σε ένα από τα πιο «αγαπημένα κομμάτια που ακούγονται σε γάμους». Προφανώς διέλαθε της προσοχής εκατομμυρίων η σαρκαστική επεξήγηση για το επαπειλούμενο από τον πρωταγωνιστή κακό, που στους στίχους μπορεί να αφήνεται αιωρούμενο, όμως είναι πιο διεισδυτική κι από μια ολόκληρη βιβλιοθήκη με δοκίμια κατά του συμβατικού γάμου ("There is nothing fair in this world - There is nothing safe in this world - And there's nothing sure in this world - And there's nothing pure in this world - Look for something left in this world - Start again, come on ...”).

Τί συνέβη όμως στην πραγματική Jane; Μα, το αναμενόμενο. Χώρισε, αφού πρώτα πέρασε έναν εφιαλτικό γάμο. Πολλά χρόνια αργότερα, ο ίδιος ο Billy Idol όταν ρωτήθηκε αποκάλυψε: «Δεν πήγα στο γάμο. Ήμουν απορροφημένος με το γράψιμο του πρώτου μου δίσκου. Έστειλα όμως μια ευχετήρια κάρτα. Ήθελα να της πώ από τότε να τον αφήσει. Δεν μπορούσα, όμως, κάτω από τις δεδομένες συνθήκες. Της έγραψα : “Its a nice day to start again”.


Υ.Γ.: Η version που συνιστάται ιατρικώς είναι αυτή που βρίσκεται στο “Vital Idol”, το άλμπουμ με τα 7 remix που κυκλοφόρησε μετά την επιτυχία του “Rebel Yell”. Οκτώ λεπτά και είκοσι δεύτερα (The Shotgun Mix, parts I & II), ξεκινά την πρώτη πλευρά. Aν μιλάμε για παρατεταμένη τέρψη, όπως αυτή που ξεπηδούσε απ΄τα πικάπ κάτι παραλιακών κλαμπ το καλοκαίρι του ’85.


Παναγιώτης Παπαϊωάννου