Rory Gallagher: Top Priority""
Monday

7Oct

Rory Gallagher: Top Priority""

Δημοσιεύθηκε από:

07/10/2019

Κατηγορία: Old Time Rock

7878
Μάρτιος του ’79. Πέντε μήνες μετά την κυκλοφορία του “Photo Finish”, o Rory επιστρέφει στα στούντιο του Dieter Dierks, 13 χιλιόμετρα έξω από την Κολονία της Δυτικής Γερμανίας. Στόχος να ηχογραφήσει εκεί το τέταρτό του άλμπουμ για την Chrysalis.
Το δέκατο της καρριέρας του και δεύτερο συνεχόμενο με την τριμελή σύνθεση που έχει επιλέξει από το καλοκαίρι του ’78. Τότε, που, απάλλαξε των καθηκόντων του τον ντράμερ Rob D’ Ath και τον πιανίστα Lou Martin, φέρνοντας δίπλα στον πιστό του Gerry McAvoy το 28χρονο Σκωτσέζικο δυναμό ονόματι Ted McKenna από τους Sensational Alex Harvey Band. Μέσα σ’ αυτούς τους πέντε μήνες, έχει πραγματοποιήσει 87 συνολικά εμφανίσεις με συναυλιακές στάσεις σε Αγγλία, Ιρλανδία και άλλες 10 ευρωπαϊκές χώρες : Δυτική Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία, Δανία, Νορβηγία, Σουηδία, Ισπανία, Πορτογαλία, Βέλγιο και Ελβετία. Ενδιάμεσα, παρά την διαβόητη φοβία του για τις αεροπορικές πτήσεις, έχει πετάξει τέσσερις φορές φορές τον Ατλαντικό και πάλι πίσω στην Ευρώπη, για να παίξει σε Η.Π.Α. και Καναδά.
Είναι, όπως γράφεται στον τύπο της εποχής, ο πιο συναρπαστικός live κιθαρίστας της «παλιάς σχολής», αξία παρά ταύτα φθαρμένη σε ένα μουσικό περιβάλλον όπου το new wave, χωρίς καθόλου σόλο και με μαλλιά που ολοένα και κονταίνουν χτίζει επιπόλαια τη βαβέλ του. Οι άνθρωποι της Chrysalis τον διαβεβαιώνουν ότι αυτή τη φορά, η νέα του δισκογραφική δουλειά θα αποτελέσει γι’ αυτούς μια «Κορυφαία Προτεραιότητα».
Για να μην τους αφήσει να ξεχάσουν την υπόσχεσή τους, ονομάζει έτσι και το καινούριο του άλμπουμ: “Top Priority”. Πρόκειται για την πιο ορμητική και συμπαγή συλλογή από τραγούδια που έχει γράψει ως τώρα, πιστός αντικατοπτρισμός του πώς με τους McAvoy και McKenna έχει δέσει απόλυτα, γεμίζοντας τον ανοιχτό χώρο που αφήνει στον ήχο η έλλειψη πλήκτρων με ελεύθερους σε φόρμα κιθαριστικούς πειραματισμούς.
Αν το “Calling Card” είναι το πιο μεστό συνθετικά και ποικιλόμορφο έργο του και το “Photo Finish” το πρώτο για τον ίδιο μετά την εποχή των Taste με τον νευρώδη, ξερό ήχο ενός power trio, φορτωμένο με 3-4 αλάθευτα στο νεύρο και την κιθαριστική τους ευδαιμονία κομμάτια, το “Top Priority” είναι η σκληρόηχη δεσμίδα από crowdpleaser που όλες οι «παλιές» μπάντες θα ήθελαν να έχουν παραχωμένη στο ζωνάρι τους, για να χαστουκίζουν μ’ αυτήν προς ανάνηψη τη νεοκυματική απάθεια.


Ο δίσκος ξεκινά με το Follow Me, το φτιαγμένο νότα προς νότα σα βατήρας για ν’ απασφαλίζει τα ακροατήρια των σταδίων εμπρος στα οποία άφοβα πλέον παίζει ο Rory, παρασύροντάς τα στον προσωπικό του κιθαριστικό συντονισμό.Won't you follow me, where I'm bound, - Time's for borrowing now - Won't you follow me, time is tight - Before things swallow me down” ακούγεται στο κάλεσμα ο Rory, πριν εξαπολύσει μια σειρά από παθιασμένα σόλο, που οδηγούν με περισσότερα εφέ από κάθε άλλη φορά, ως το fade out.
 
Με τον ήχο σφιχτό σαν γροθιά, το μπάσο του McAvoy να τρέχει 110 μετ’ εμποδίων και τον Rory με τη γδαρμένη Stratocaster, τα καρώ πουκάμισα χωμένα ατσούμπαλα μέσα στα τζην παντελόνια και τη φωνή να στριμώχνεται ανάμεσα απ’ τα ανοιχτά ακόρντα και το slide, το Wayward Child, σφύζει από έναν αέρα φευγαλέου, εφήμερου, σαν τσιγγάνικος σκοπός. “Well you've always gone your own way - Sometimes you play with fire - Well can you run forever - Before you run right out of time”.


Αγχωτικό ξεσάλωμα με κιθάρα και φυσαρμόνικα το Just Hit Town, γραμμένο σαν αντίδοτο στο φόβο του για τα αεροπλάνα, για την οποία ξεκάθαρα προειδοποιεί ότι είναι ανώφελο να προσπαθήσει κανείς να του την αλλάξει (“And it aint no use to change the way Ι am). Το ξεφρενο slide με country γεύση στο “At The Depot” και το Chicago groove του Public Enemy No 1” με το παιγνιώδες πνίξιμο στη φωνή, σκιτσάρουν δύο εντελώς διαφορετικές ανδρικές φιγούρες, το πρώτο τον άνεργο που γυροφέρνει σ’ αποθήκες και αμαξοστάσια, ψάχνοντας για μεροκάματο, το δεύτερο το σκληρό γκάνγκστερ (Keep the key in the ignition, We won't get no remission this time”), αυτάρκεις κι οι δύο στη μοναξιά τους.
Στα 9 κομμάτια του η ταχύτητα πέφτει μόνο στα δύο σκληρά blues, ίσα για να αναδειχθεί η ογκώδης ρυθμική βάση των McAvoy και McKenna και να αφεθεί χώρος για μεθυστικά σόλο. Μέσα δε από τα λόγια τους, ο Rory παίζει κυριολεκτικά ‘το blues με σφιγμένα δόντια». Ο αναχωρητής του “Keychain” (“I won’t be returning, until things feel right”, “I’ m going some place, where you can’t follow”, “I’m mad as I can get, I’m playing Russian Roulette”) είναι στην ουσία το ίδιο πρόσωπο με τον οργισμένο μονόλυκο του ‘Off The Handle” (“You know friends think I look like an angry man - Like bad memory turned up again - I find it hard not to raise my hand - Well it's one of those towns”).
Και τα δύο deep tracks, νότα προς νότα, πολύ κοντά στην blue ψυχή του ευλογημένου παιδιού που μεγάλωσε στο Cork.


Όμως το “Top Priority” δε θα ήταν το ακατέργαστο διαμάντι της δισκογραφίας του μεγάλου Ιρλανδού, αν δεν βρίσκονταν σ’ αυτό δύο από τα πλέον κλασσικά κομμάτια που έγραψε ποτέ. Το ένα, σταθερή αφετηρία για υπερδεκάλεπτα jam του τρίο πάνω στη σκηνή, έχει ένα από τα περίφημα, αναγνωρίσιμα μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου, κρατήματά του και μια αύρα Τενεσή και λέγεται Bad Penny”.
«Σαν τη κάλπικη δεκάρα, ξεφύτρωσες ξανά
Μπήκες μπροστά μου, θόλωσε ο φακός
Νομίζω ξέρεις πώς ήταν όταν σκόνταψα κι έπεσα
Με πρόδωσες μωρό μου κι εγώ σαν τσόφλι έσπασα
 
Σαν τη κάλπικη δεκάρα, έχασες βέβαια τη λάμψη
Μα δε με φτάνεις πια, το χαμόγελο πάγωσε
Ε, δε μπορούν τα πράγματα να ξαναγίνουν όπως ήτανε
Μωρό μου δε με ξεγελάς, στα σχέδιά μου μη μπερδεύεσαι
 
Κάτι νύχτες με καταιγίδα, η θύμησή σου με στοιχειώνει
Και δε λέει να φύγει ...»

 
Σαν τη κάλπικη δεκάρα, βγήκες μέσα από τα ρέστα
Στην εικόνα θες να μπεις, όμως στο κάδρο δε χωράς
Ξέρεις, είμαι ακόμα πληγωμένος, αλλά το ξεπερνάω
Αλλάξαν οι καιροί, δεν ξαναγίνονται αυτά
 
Σαν την κάλπικη δεκάρα, στρίβεις και γυρνάς
Δε θα πάρεις μυρωδιά τί πήγε στραβά κι όλα γκρεμιστούν
Βάλε μυαλό, από δω και πέρα κόψε τα παιχνίδια
Προχώρα συ στο δρόμο σου, στριφογύρνα με τον τρόπο σου».
 

Ο Rory έχει ανοίξει την τάπα από το βαρέλι των blues που γεμίζει μια ζωή, από την πρώτη κιόλας εφηβεία του, όταν ζούσε σε μια δίαιτα από δίσκους του Leadbelly και του Muddy Waters. Η ενστικτώδης, απέριτη στιχουργική του λαβωμένου bluesman έχει γίνει πια η δική του φωνή. Η πιο καλή φορεσιά, για την ευαίσθητη και εσωστρεφή του φτιάξη. Μαζί με την αδυναμία του για τα μαυρόασπρα κατασκοπικά νουάρ που του άρεσε να παρακολουθεί στη σκοτεινή αίθουσα, ξανά και ξανά. Αυτή είναι που βάφτισε και το πιο γνωστό κομμάτι του δίσκου, αυτό που όπου ακούγεται, σκάει ακαριαία ως ηχοκαταλύτης, το Philby”.
Χάρολντ Έντριαν Ράσσελ «Κιμ» Φίλμπυ, έλεγαν τον «μεγαλύτερο κατάσκοπο του 20ου αιώνα», τον επονομαζόμενο και «Τρίτο Άνθρωπο», τον βρετανό κατάσκοπο που δούλεψε υπέρ των Σοβιετικών και κατά της πατρίδας του επί δεκαετίες, στα χρόνια του ψυχρού πολέμου. Αυτοεξόριστος στη Σοβιετική Ένωση από το ’63 και εν ζωή ακόμη το ’79 όταν ηχογραφήθηκε το “Top Priority”, ο Φίλμπυ ήταν ήδη Μια θρυλική μορφή. Και ο Rory έγραψε ένα από τα πιο κοφτά και άμεσα κομμάτια του παραβάλλοντας τη δική του ζωή in transit ως περιοδεύοντας μουσικός προς αυτή που πίστευε ότι είναι η συναισθηματική και πνευματική κατάσταση ενός ξεκομμένου κατασκόπου, ενός ανθρώπου που καλείται να υποδύεται συνέχεια όλο και πιο απαιτητικούς ρόλους, την ώρα που τον τυλίγει μια μόνιμη νόστος για το ξεμάκρεμα από τη θαλπωρή της πατρίδας.
 
Δεν είν’ παράξενο που νιώθει σαν κι αυτόν, λες κι ένας ξένος είναι κρυμμένος στην ψυχή του. Ξεχασμένος σταθμούς κι αεροδρόμια, συνέχεια υπό διαμετακόμιση, σε πόλεις μοναχικές, ξένες, απόμακρες. Ριγμένος  στη δράση της μυστικής του αποστολής, με τον σύνδεσμο με την πραγματικότητα χαμένο και το χρόνο να σέρνεται. Σιωπηλός με τις σκιές να τον κυκλώνουν. Ξεκομμένος, όμως δεν ψάχνει για λύπηση, καθώς η κάθε νύχτα είναι μακριά. Υπεράνω υποψίας, μέχρι ν’ ακουστεί η φωνή απ’ το τηλέφωνο, που θα του θέτει κι άλλα εμπόδια, κι άλλα γυμνάσια, κι άλλα επικίνδυνα παιχνίδια.  
 
«Έχω τα σχέδιά μου, πρέπει να την κάνω γρήγορα, κάποιος χτυπά την πόρτα Από αεροπλάνο σε τραίνο κι από κει στο δρόμο, ινγκόγκνιτο και ο κίνδυνος παντού, με πιάνει τρέλλα, κάποιος να μου πεί τί γίνεται εδώ».

Παγιδευμένος σε πόλεις σκοτεινές, ανιαρές, με τα σημάδια ζωής άφαντα. «Έχω έναν κωδικό που δε σπάει κανείς, ότι δεν μπορώ να κλείσω μάτι», λέει ο Rory, ένας περήφανος, κλειστός άνρθωπος, που παρά τις επί σκηνής διαστάσεις του, κάτω απ’ αυτήν παρέμενε ανασφαλής, αγχωτικός, τυπική περίπτωση  stagefright, όσο και να συνέπαιρνε το κοικνό σε δεκάδες χώρες του κόσμου.
 
Το κοφτό ριφ του “Philby”, ενισχυμένο με τον ήχο ενός ηλεκτρικού σιτάρ Coral με περίεργο σκάφος, δανεικού από τον Pete Townshend, ξεσπάει σ’ ένα ρεφραίν όπου το “Yeh, yeh, yeh !” κάνει το άρρητο γίνεται ρητό, κάνει την αποξένωση να γίνεται ωδή, που περιμένει να εξαγνιστεί στα στόματα χιλιάδων συναυλιαστών, πριν εξαπολύσει δύο σόλο βγαλμένα από την ανθολογία των Γκαλλαχερισμών. Δε φτάνουν οι φορές για να χορτάσει κανείς αυτόν τον ήχο – μέχρι και πέρασμα από μαντολίνο έχει ρίξει μέσα – ιδίως αν γνωρίζει ότι πέρα από ένα ατόφιο ροκ ακρόαμα το κομμάτι περιέχει και την ουσία της αυτοβιογραφίας του.


 
Το “Top Priority” είναι το άλμπουμ που διηθήκε καλύτερα από τις επόμενες hard & heavy γενιές, όμως πάντα μέσα στα αυλάκια του ακούς έναν blues κιθαρίστα να παίζει hard rock κι όχι το αντίστροφο, όπως επικράτησε αργότερα. Στις 29 Σεπτεμβρίου 1979 θα φθάσει στο Νο 56 των βρετανικών τσαρτ, σε μια πορεία μόνο τριών εβδομάδων, αρκετά χαμηλώτερα από το αναμενόμενο. Tα Xριστούγεννα του ’79, στη μέση της περιοδείας που θα απέδιδε το φθινόπωρο του ’80 το τρίτο του live, το “Stagestruck”, έδωσε, όπως πάντα, ένα live στο Ulster Hall του Belfast, την μουσική γενέτειρά του. «Αυτό που μας άρεσε πάντα ήταν ότι ποτέ δεν μας ξεχνούσε, ειδικά τα Χριστούγεννα. Δεν ξεχνούσε από πού ξεκίνησε», θυμάται ο Terri Hooley, φαν και αργότερα ιδιοκτήτης δισκογραφικής εταιρίας.
Αυτό είναι και το κλειδί της απήχησής του στην Ελλάδα και στον κόσμο. Ο Rory Gallagher έδειχνε πάντα αυτό που ήταν: ειλικρινής και τίμιος στα λόγια, συναρπαστικός μαέστρος στα ακόρντα και τα σόλο του. Ποτέ δεν απασχόλησε τον τύπο με σκάνδαλα, ποτέ δεν επιδείχθηκε, ούτε ασχολήθηκε με το ότι ήταν ο «άνθρωπος πoυ είπε όχι στους Rolling Stones». Έπαιζε ροκ που καταλάβαιναν αμέσως κυρίως τα αγόρια. Ούτε φλυαρίες, ούτε ερωτικά παραναλώματα, ούτε αγάπες και λουλούδια. Ακόμη και οι ελλειπτικοί μονόλογοί του, όταν υπαινίσσονται τη νοσταλγία ή η θλίψη από έρωτα, ποτέ δεν αφήνονται στη φτήνεια της ήττας και της καψούρας, άλλο αν αφήνει τη Statocaster να θρηνεί με έναν τρόπο αγέρωχο για κάθε απώλεια, για κάθε θλίψη, για κάθε μελαγχολία.

Ο δημοσιογράφος Sam Smyth, που κάποτε διοργάνωνε συναυλίες των Taste και τον γνώριζε από το ξεκίνημα, χρόνια αργότερα, προσπάθησε να εξηγήσει την το «Την εποχή που οι ροκ σταρ έκαναν καρριέρα ισοπεδώνοντας δωμάτια ξενοδοχείων και ανταγωνιζόμενοι στο ποιος θα γίνει πιο ενοχλητικός, ο Rory παρέμεινε ταπεινός, ευγενής και καλοπροαίρετος. Έλεγε πάντα “ευχαριστώ”, “παρακαλώ” και “συγγνώμη”, κι άφηνε όλο το του το πάθος να τον οδηγεί μόνον όταν ανέβαινε πάνω στη σκηνή».

Παναγιώτης Παπαϊωάννου