Keni Richards (Autograph): Η τελευταία του συνέντευξη, στο rocktime.gr
Saturday

22Apr

«Η μουσική μπίζνα είναι ένα αδίστακτο και ρηχό χαράκωμα γεμάτο χρήμα, ένας μακρύς πλαστικός διάδρομος όπου οι κλέφτες και οι νταβατζήδες αλωνίζουν και οι άξιοι άνθρωποι ψοφάνε σαν τα σκυλιά. Βέβαια, υπάρχει και η αρνητική της πλευρά». - Hunter S. Thomson.
Τον Σεπτέμβριο του 2014, ο Keni Richards, ντράμερ των Autograph, μιας από τις χαρακτηριστικές μπάντες της glam rock σκηνής της Καλιφόρνια στο μέσο των ‘80s είχε παραχωρήσει στον yours truly, για το νεαρό τότε rocktime.gr, μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη.
Οι αρχικές είκοσι ερωτήσεις που είχαν αποσταλεί διαδικτυακά, γρήγορα εμπλουτίστηκαν. Μέσα από μακροσκελή γραφόμενα στα οποία παρεμβάλλονταν βίντεο, προσωπικές φωτογραφίες και αστείες ιστορίες, μέσα από τηλεφωνικές συνδιαλέξεις σε ώρες ακατάλληλες – τόσο για την Αθήνα, όσο και για το
Joshua Tree, ο Keni, πάντα με απροσχημάτιστα καλή διάθεση, μοιραζόταν απολογισμούς και σκέψεις που δεν είχε κανέναν λόγο να κατασκευάσει.



Στις 11 Απριλίου 2017, κι ενώ για μήνες είχε σταματήσει την οποιαδήποτε επικοινωνία μέσω κοινωνικών δικτύων, έγινε γνωστό ότι βρέθηκε νεκρός, απομονωμένος στο κρυσφήγετό του, στη μέση της ερήμου του
Joshua Tree. Eλεύθερος από τις φτηνές σχέσεις που τον κατέτρεξαν και τις πολλαπλές συμπεριφορές αυτοβλάβης με τις οποίες ο ίδιος διέστιξε το παρελθόν του. Αυτάρκης και φευγάτος με τους ζωγραφικούς πίνακές του. Το κείμενο της συνέντευξης είχε την έγκρισή του, αλλά εξαιτίας των σοβαρών προβλημάτων υγείας με τα οποία πορευόταν από τα μέσα του 2015 και μετά, ανέβαλε ο ίδιος την δημοσιοποίησή της, έχοντας μου πάντως αναθέσει να μοιραστώ με τον κόσμο κάτι από τη δική του ματιά, «σε περίπτωση που του συνέβαινε ο,τιδήποτε». Ένας πραγματικά ευαίσθητος τύπος, που άκουγε ακόμη από Mahavishnu Orchestra έως και Ratt, η γνωριμία με τον οποίο μας φέρνει, μέσα από τα δικά του λόγια, στην πραγματική διάσταση, την τόσο μυθική και πραγματική συγχρόνως, της μουσικής με την οποία μεγαλώσαμε και την οποία εξακολουθούμε να αγαπάμε.

Για αρχή, θα ήθελα να μας πει κάτι για τα πρώτα σου χρόνια. Υπήρχε μουσική στην οικογένεια; Πότε κατάλαβες ότι η μουσική είναι ο δρόμος σου;
Well, Pan, μερικοί επιμένουν ότι γεννήθηκα το 1964, άλλοι, οι πιο κοντινοί μου, ισχυρίζονται ότι αυτό συνέβη το 1957 (χαχαχα). Όλοι πάντως συμφωνούν ότι ήταν πρώτες πρωϊνές ώρες της 21ης Μαρτίου. Γεννήθηκα στο De Moins της Iowa, αλλά μεγάλωσα στην Καλιφόρνια. Στο σπίτι μου, ναι, υπήρχε πολλή μουσική, οι δικοί μου άκουγαν, κυρίως jazz και folk και έπαιζαν για την πλάκα τους. Έπιασα το πιάνο μετά aπό μερικά μαθήματα στα 7 μου, αλλά, ξέρεις, ήταν η εποχή της μουσικής επανάστασης. Ήταν τα τέλη των ‘60s, δεν είχαμε μόνο τους Beatles, αλλά και όλη τη σκηνή του San Francisco. Jefferson Airplane, Quicksilver Messenger Service, Sly & The Family Stone, αλλά και τα πιο βαριά γκρουπ, όπως οι Blue Cheer και οι Grand Funk. Ακούγαμε δίσκους με μανία. Μπήκα σε μπάντες από τις πρώτες χρονιές μου στο Villa Park High School. Μπορούσα να παίξω κιθάρα και πιάνο, αλλά πάντα προτιμούσα τα ντραμς. Ήμασταν νέοι, ανέμελοι, μας άρεσε να κάνουμε φάρσες, να πίνουμε μπύρες και ν’ ακούμε μουσική. Εγώ πάντως αποφοίτησα κανονικά.
 
Πες μας για την πρώτη γνωριμία σου με τον Steve Plunkett; Λίγο πριν την αρχή της δεκαετίας του ’80, στη μουσική σκηνή του L.A., το ποιοί ήταν οι βασιλιάδες είναι γνωστό σε όλους. Οι Van Halen. Εγώ έπαιζα από δω κι από κε. Ήμουν γνωστή φάτσα στη σκηνή, αλλά όχι στην περιοχή του strip. Σου μιλάω για την εποχή πριν βγουν οι Crue και γίνει όλη η glam φάση της μόδας. Δούλευα τότε για την A&M, κυρίως δουλεύοντας session. Έχω παίξει στα τελευταία άλμπουμ ενός γκρουπ που λεγόταν The Tubes, uncredited και underpaid ως συνήθως. Τους ξέρεις; Είχαν μερικά hits, όπως το “Don’t Touch Me There” (σ.σ.: κομματάρα, το διασκεύασαν και οι Lizzy Borden to ’87) και τα άλμπουμ τους ήταν συνήθως υπερπαραγωγές, έπαιζαν όλοι οι μουσικοί του L.A. εκεί, γνωστοί και άγνωστοι. Γύρω στο ’80, βρέθηκα σ’ ένα γκρουπ που λεγόταν “John Doe”. Φωνητικά και κιθάρα έπαιζε ο Steve Plunkett. Γίναμε φίλοι. Όταν άρχισαν να ξεπετάγονται οι μπάντες η μία μετά την άλλη, μετά το πρώτο άλμπουμ των Crue, εμείς δεν γίναμε μέρος αυτής της βαβούρας που είχε στηθεί γύρω απ’ τα κλαμπ, ξέρεις, το Gazzari’s, το Whiskey. Έτσι κι αλλιώς, εμείς μουσικά, δεν είμαστε τόσο στη φάση που ονόμαζαν οι περισσότεροι “metal». Metal για μας ήταν οι Black Sabbath και ο βρετανικός, βαρύς ήχος, ο κάπως «σοβαρός» (χαχα). Αντίθετα, επενδύσαμε στο να μπορούμε να μπορούμε να κλείσουμε χρόνο στα στούντιο και να γράφουμε demo. Βρεθήκαμε έτσι στο Record Plant, να ηχογραφούμε, έχοντας τη δυνατότητα να συμβουλευόμαστε ανθρώπους όπως ο μεγάλος Andy Johns, o παραγωγός των Led Zeppelin, του Rod Stewart, των Free παλιώτερα.
 

Πώς είχε προκύψει η γνωριμία σου με τον David Lee Roth και πώς αυτή η γνωριμία βοήθησε τη μπάντα στο να βγει στο προσκήνιο;
Θα σου πώ, είναι και μια ευκαιρία να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα. Όπως σου είπα, κάναμε κάποια demo, αλλά το πράγμα δεν φαινόταν να πηγαίνει πουθενά. Εγώ γύριζα πολύ. Κάθε βράδυ σχεδόν ήμουν στο κλαμπ “Starwood”, στη Santa Monica Boulevard. Ήταν τότε το Νο 1 στέκι για τους μουσικούς του L.A.. Εκείνη την εποχή, ο David Lee Roth την είχε κάνει για τα καλά και ήταν ο μόνος σούπερ σταρ ανάμεσα στους άλλους μουσικούς. Μιλάμε ότι ήταν για όλους μας «θεός». Περπατούσε στο δρόμο και ο κόσμος άνοιγε χώρο να περάσει. Ένα απόγευμα, ήταν μετά το “US Festival”, εκεί που οι Van Halen είχαν πληρωθεί εκατομμύρια δολλάρια για να παίξουν, περπατούσα στο δρόμο και βλέπω από το απέναντι πεζοδρόμιο τον Dave Lee Roth τον ίδιο να με φωνάζει Hey, man! Keni? Είσαι ο Keni, έτσι δε σε λένε;”. «Ναι», απαντάω με απορία. Σε μένα μιλάει;. Μου λέει «Κοίτα, κάνω jogging και θέλω κάποιον να τρέχει μαζί μου για παρέα, είσαι; Κάνεις καθόλου jogging;. Ε, βέβαια, δε θα έχανα την ευκαιρία, είπα ναι. Έτσι, αρχίσαμε κάθε νύχτα να τρέχουμε, γύρω – γύρω, σε όλο το Hollywood, 5-6 μίλια. Πολλές φορές φορούσαμε κι οι δύο αθλητικές φόρμες με κουκούλες, για να μην τον αναγνωρίζουν. Φτάναμε στα όρια της αντοχής μας, πολλές φορές ξερνάγαμε από την υπερπροσπάθεια, γελάγαμε και συνεχίζαμε. Ανεβαίναμε τις ανηφόρες προς τους λόφους, μπαίναμε μέσα από πάρκα και καταλήγαμε συνήθως στο ρετιρέ του. Εκεί μας περίμενε πάντα παρέα, πολύ ωραία παρέα, if you know what I mean. Και άρχιζε το πάρτυ. Στην αρχή εκεί και μετά έξω, στα κλαμπ όλο το βράδυ. Ήταν προς το τέλος του ’83, όταν ο Dave προετοιμαζόταν να βγει στην περιοδεία για το άλμπουμ “1984”. Τελικά, μέσα από αυτή την καθημερινή μας παρέα, δεθήκαμε και γίναμε πραγματικοί φίλοι. Αντίθετα με αυτό που μπορεί να έχει πολύς κόσμος στο μυαλό του, ο άνθρωπος είναι a true thinker. Με εμπιστεύθηκε και συζητούσαμε για πράγματα προσωπικά του, που δεν ήξεραν παρά ελάχιστοι άνθρωποι. Πίστευα ότι με την αρχή της περιοδείας τους θα έκανα να τον ξαναδώ κανέναν χρόνο, όμως τότε  μου ζήτησε να πάω μαζί του. “Hey, what do you mean on the road?”. Με κάλεσε να πάω μαζί του, έτσι για παρέα.  Του εξήγησα ότι ήταν αδύνατον, είχα τη μπάντα, ότι λέγαμε μήπως καταφέρουμε να το παλέψουμε, γράφαμε κάποια κομμάτια, κάναμε πρόβες, demo και τα λοιπά. Δεν είπε τίποτε. Όμως, την επόμενη μέρα, που πήγαμε μαζί στο “Troubadour”, μου λέει κάποια στιγμή. «Hey, Kenneth, κάποιος σε ζητάει στο τηλέφωνο». Φυσικά, ήταν πολύ πριν τα κινητά τηλέφωνα. Πηγαίνω στη γωνία του μπαρ, γινόταν φασαρία, μου δίνει το ακουστικό και μου λέει με επισημότητα: «Είναι ο Edward. Κάτι θελει να σε ρωτήσει». Πράγματι, ήταν ο Eddie Van Halen, τον οποίο είχα γνωρίσει. Μου λέει : «Hey, Keni, check this out. Για την περιοδεία μας χρειαζόμαστε μια t-shirt band». Τον ρωτάω απορημένος. Τί σημαίνει αυτό, δεν τό’ χω ξανακούσει. Και κείνος γελώντας μου απαντάει : «Είναι η μπάντα που έρχεται και παίζει σαπόρτ στην περιοδεία μας, ο κόσμος τη γιουχάρει, γιατί δεν του αρέσει καθόλου, κι έτσι πάει και κάνει ουρά για να αγοράσει τα t-shirt μας». Όταν το είπα στον Plunk, τον Lynch και τους άλλους, δεν με πίστεψαν, νόμιζαν ότι τους κάνω πλάκα. Μέχρι τότε δεν είχαμε παίξει ούτε μια συναυλία. Δεν είχαμε καν όνομα. Για το “Autograph” ψηφίσαμε μέσα σε μισή ώρα, αφού έπεσαν μερικά ονόματα πάνω στο τραπέζι επί τόπου, εκείνη την ώρα. Νοικιάζουμε λοιπόν ένα τροχόσπιτο Winnebago με ό,τι χρήματα είχαμε και συμφωνούμε φυσικά να όρι για την περιοδεία, είμαστε μέσα. Μιλάμε για μια κανονική Cinderella story. Από το τίποτε, βρεθήκαμε την πρώτη μας βραδιά στο Jacksonville της Florida, να πρέπει να παίξουμε μπροστά σε 22.000 κόσμο. Δεν μπορώ να σου περιγράψω τί απίστευτες φάσεις συνέβαιναν κάθε βράδυ. Όλα όσα μπορείς να φανταστείς, μόνο δέκα φορές παραπάνω. Ήμασταν πέντε άγνωστοι που βρέθηκαν από τη μια μέρα στην άλλη σαπόρτ στο μεγαλύτερο συγκρότημα του πλανήτη εκείνη τη στιγμή. Στις 30 Μαρτίου του 1984, με το “Jump” να είναι παγκοσμίως No 1 hit, είχε φτάσει η ώρα να ανοίξουμε για τους Van Halen στο Madison Square Garden στη Νέα Υόρκη, ένα κορυφαίο venue για κάθε συγκρότημα. Ανεβαίνουμε όπως κάθε βράδυ geared up, έτοιμοι για όλα. Μετράω το ρυθμό για το “Send Her To Me”, οι προβολείς πέφτουν πάνω μας και νιώθω 25.000 ανθρώπους ξεσπούν σε ένα τεράστιο ουρλιαχτό. Από την αρχή της περιοδείας, όχι μόνο δε μας γιουχάρανε, αλλά είχαμε καταφέρει σε λίγο χρόνο, μόλις έναν – δύο μήνες, να γίνουμε το ορεκτικό του σόου, που όλοι περίμεναν με ανυπομονησία. Κάναμε σ’ εκείνη την περιοδεία συνολικά 48 εμφανίσεις σαν σαπόρτ των Van Halen. Ο κόσμος μας ήθελε. Μετά το σόου, μας περίμενε στα καμαρίνια του Garden o CEO της RCA  Jose Menendez. Μας συστήνεται και μοιράζει στον καθέναν μας από ένα αντίγραφο ενός συμβολαίου για τρία άλμπουμ, με bonus υπογραφής 2 εκατομμύρια δολλάρια.
 

 
Θυμάσαι τίποτε από εκείνη την βραδιά, που μόλις είχατε υπογράψει το πρώτο σας συμβόλαιο;
Ο Michael Anthony με πήρε και μπήκαμε σε μια λιμουζίνα και κει ο Dave άνοιξε ένα τρίλιτρο μπουκάλι Jack και μου τό’ δωσε να ξεκινήσω να πίνω. Όλη τη νύχτα βολτάραμε σε όλο το Μανχάτταν μέσα στη λιμουζίνα, όπου βέβαια, δεν ήμασταν οι τρεις μας. Ήμουν 26, δεν είχα ποτέ πάει στο Manhattan, δεν είχα παίξει ποτέ στο Madison Square Garden και ασφαλώς δεν μπορούσα να πιστέψω ότι το όνομά μου ήταν γραμμένο πάνω σε ένα συμβόλαιο δίπλα σε ένα ποσό με τόσα μηδενικά (χαχαχα).
 
Είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς ότι βρεθήκατε έτσι, χωρίς καμιά προώθηση, από την αφάνεια στην πρώτη γραμμή της μουσικής σκηνής.
Έτσι έγιναν τα πράγματα, αυτή είναι όλη η αλήθεια. Όταν είπα στον Dave ότι «ετοιμάζαμε demo» και γι’ αυτό δεν μπορούσα να αφήσω τη μπάντα για να τον ακολουθήσω, έτσι ακριβώς ήταν. Στο λέω γιατί κατά καιρούς έχουν γραφτεί διάφορα πράγματα, τα περισσότερα τα έχει πει ο Steve (σ.σ. Plunkett) για να προβληθεί, άλλα τίποτε δεν είναι αλήθεια. Ούτε ότι έδωσα εγώ το demo στον Dave, ούτε ότι δήθεν ο Dave άκουσε τα τραγούδια και εντυπωσιάστηκε, ούτε ότι δήθεν ο Andy Johns έπαιξε τα τραγούδια μας στον Dave και έτσι εκείνος πείστηκε να μας πάρει στην περιοδεία. Αυτά είναι μ@λ@κίες, το demo δεν ήταν καν ολοκληρωμένο, ούτε που είχε ιδέα ο Dave ποιοί ήμασταν, απλώς γούσταρε την παρέα μου και μου το έκανε σαν δώρο, επειδή μπορούσε. Δεν είχαμε πίσω μας ούτε εταιρία, ούτε μάνατζερ, ούτε τίποτα. Μόνο εμένα ήξερε ο Dave, κανένα άλλο μέλος της μπάντας. Τη βραδιά της συναυλίας στο Madison Square Garden, εκείνο το βράδυ που τελικά υπογράψαμε, ενώ ακόμη παίζαμε το σετ μας, βλέπω τον Dave να έχει σκαρφαλώσει πίσω από τα ντραμς μου, με έναν roadie να τον καλύπτει, για να μην γίνει αντιληπτός απ’ το κοινό, να μου κάνει thumb’s up και να μου ανακοινώνει με το γνωστό σε όλους wide smile :  Mission Accomplished !!!”. Είχε φέρει ο ίδιος τον άνθρωπο της RCA και μας είχε εξασφαλίσει συμβόλαιο. Το έμαθα ακριβώς έτσι όπως σου το λέω, από τον ίδιο, πριν καν υπογράψουμε. Τα παιδιά στη μπάντα ήταν όλοι καταπληκτικοί μουσικοί, αλλά ξέρεις πόσοι καταπληκτικοί μουσικοί υπήρχαν τότε στο strip; Είχαμε γίνει μια αξιόπιστη μπάντα μέσα από τις πρόβες, είχαμε κομμάτια, ναι, αλλά η ευκαιρία μας ήρθε επειδή ο Dave με συμπάθησε και κατάλαβε ότι ήμουν ταπεινός και ειλικρινής. Έκανα παρέα μαζί του επειδή ήταν μια τεράστια προσωπικότητα, κάτι πολύ παραπάνω απ’ όλους μας, αλλά δεν του είχα ποτέ ζητήσει τίποτα. Αυτή είναι η αλήθεια, όλα τα άλλα είναι ψέμματα που έχουν γραφτεί αργότερα για να δικαιολογήσουν καταστάσεις και συμπεριφορές, που θα σου πώ, αν θέλεις.

 

Ο Steve Lynch έχει δηλώσει ότι εκείνη η πρώτη περιοδεία δεν του άρεσε καθόλου, γιατί δεν τον άφηνε το μάνατζμεντ των Van Halen να δείξει τις ικανότητές του στην κιθάρα. Είναι αλήθεια;
Είναι αλήθεια, απαίτησαν να γυρίζει στο πλάϊ, για να μην επιδεικνύει τα κόλπα του, με το finger tapping και τα hammer-ons κι αυτά, μπροστά στο «δικό τους» κοινό, για να μην υπάρξει σύγκριση με τον Eddie. Αλλά, αυτά είναι πράγματα που συμβαίνουν όταν είσαι σαπόρτ γκρουπ. Πρέπει να τα περιμένεις. Εξάλλου ποτέ εμείς δεν παίξαμε headliners, πάντα ήμασταν στο πάρτυ κάποιου άλλου, οπότε δεν μπορούσαμε να έχουμε απαιτήσεις. Μπορώ πάντως να βεβαιώσω ότι αυτή η «διαταγή» δεν ήρθε από την πλευρά του ίδιου του Eddie, ούτε βέβαια κι από τον Dave, αυτό το ξέρω σίγουρα επίσης. Άλλο ήταν το πρόβλημα. Ότι στην περιοδεία εκείνη,    εγώ είχα ειδική μεταχείριση. Έμενα στα πεντάστερα ξενοδοχεία μαζί με τον Dave, έτρωγα το φαγητό που ετοίμαζε ο προσωπικός του μάγειρας, είχα τα καλύτερα από τα πάντα, όπως καταλαβαίνεις (χαχαχα), ενώ εκείνοι κοιμούνταν στο Winnebago. Όμως έτσι είχαν τα πράγματα. Ο Dave είχε επιλέξει εμένα για παρέα του, κι επειδή μπορούσε να το κάνει, παρήγγειλε ότι θα έχει σαπόρτ στην περιοδεία την μπάντα με την οποία έκανα πρόβες. Ήμασταν εντελώς άγνωστοι. Να σκεφτείς, τότε ακόμη το “Turn Up The Radio’ δεν το είχε ακούσει κανείς. Δεν το παίζαμε καν, δεν υπήρχε στο σετ-λιστ μας, δεν το είχαμε γράψει ακόμη.
 
Υπάρχει κάτι που να θυμάσαι από κείνα τα πρώτα βίντεο – κλιπ;
Τα βλέπω καμιά φορά και δεν ξέρω αν πρέπει να σκάσω στα γέλια ή να ντραπώ. Το “Turn Up The Radio” είχε ένα υποτυπώδες σενάριο, που βασικά το είχαμε σκεφτεί επειδή ο σπόνσοράς μας ήταν τα “Papermate”, μια διάσημη μάρκα στυλογράφων, που τότε ήθελαν να προωθήσουν ένα καινούριο μολύβι γραφής, απ΄αυτά με τη γόμα στο πάνω μέρος. Δεν ήταν και δύσκολο να παίξω τον εαυτό μου. Ο ατζαμής, χαζούλης ντράμερ, αντί να υπογράψει με το όνομά του, βάζει “X” και προκαλεί ωρίς να το θέλει όσα γίνονται μετά. Στο βίντεο, τα άτομα της πρώτης σειράς που φαίνονται στο κοινό είναι οι γείτονές μου, που τους κάλεσα ειδικά για το γύρισμα. Πολύ γέλιο. Η ίδια φόρμουλα ακολουθήθηκε και στο δεύτερο βίντεό μας, το “Send Her To Me”. Τα άλλα μέλη της μπάντας καταλήγουν να ζευγαρώσουν με ωραία μοντέλα, ενώ εμένα με καλεί κοντά της η γυναίκα – ανδροειδές που έγινε κάτι σαν μασκότ μας. Αργότερα βέβαια αποδείχθηκε ότι ο γιαπωνέζος γραφίστας που είχε δημιουργήσει το σχέδιο δεν είχε δώσει την άδειά του και στη μέση της επόμενης περιοδείας, έκαναν αγωγή στην RCA να αποσύρει το 2ο δίσκο μας από τα καταστήματα. All hell was breakin’ loose. Χρόνια αργότερα, οι Aerosmith φαίνεται ότι ήταν πιο προσεκτικοί και πλήρωσαν τον άνθρωπο, για να τους αφήσει να χρησιμοποιήσουν ένα ίδιο μοντέλο σ’ έναν δικό τους δίσκο (χαχαχα). (σ.σ.: για το “Just Push Play” του 2001)
 

 
Ακούσαμε τη μουσική σας σε πολλά teen movies της εποχής (“Secret Admirer”, “Fright Night”, “Young Blood”, “Like Father Like Son”), όλα προβλήθηκαν μέσα σε σχεδόν δύο χρόνια. Αύξησε αυτό την αναγνωρισιμότητά σας;
 Πριν υπογράψεις συμβόλαιο, πριν κάνεις την πρώτη σου περιοδεία, προσπαθείς να τα καταφέρεις συμμετέχοντας σε μια μπάντα. Παίζεις, κάνεις πρόβες, ηχογραφείς demo, πας να βάλεις το πράγμα να πάρει μπροστά. Όμως μόλις υπογράψεις το συμβόλαιο και βγεις σε περιοδεία και αρχίζουν τα λεφτά και μπαίνουν στη μέση, τότε όλα αλλάζουν. Ό λ α. Τίποτε δεν είναι το ίδιο, μετά τα λεφτά. Ο Steve (σ.σ. : Plunkett), ας πούμε, άρχισε να κάνει μερικά πράγματα κάτω απ’ το τραπέζι. Η RCA, όσο ήμασταν ακόμη σε περιοδεία, μας έστειλε το σενάριο μιας ταινίας, λεγόταν “Fright Night” (σ.σ. : «Νύχτα Τρόμου», με τον Κρις Σαράντον, του ’85) για να γράψουμε ένα κομμάτι που θα έμπαινε στο soundtrack. Κανείς από τη μπάντα δεν το ήξερε. Ούτε για την ταινία, ούτε για το ότι έπρεπε να γράψουμε και να τους στείλουμε ένα τραγούδι. Γυρίζω λοιπόν ξημερώματα και βλέπω φως στην κουκέττα του Steve στο πίσω μέρος του λεωφορείου των περιοδειών. Ο Steve είχε βάλει την rough copy ταινίας και την έβλεπε, γράφοντας ένα κομμάτι, βιαζόταν μάλιστα να το τελειώσει. Δεν μας είχε πει τίποτε. Ούτε και μας εξήγησε τίποτε. Μετά το καταλάβαμε, όταν στο κομμάτι “You Can’t Hide From The Beast Inside”, που κατέληξε στο soundtrack, υπήρχε μόνο το όνομά του στα credits.
 
Υπήρχε πίεση για να κάνετε ένα δεύτερο “Turn Up The Radio”;
Υπήρχαν μεγάλες προσδοκίες (χαχαχα, just like thαt Kiss song), από εμπορική σκοπιά. Ήρθε στα χέρια της RCA μια επιτυχία από το πουθενά. Και όταν μιλάμε για επιτυχία εκείνες τις μέρες, να πρέπει να θυμάσαι ότι το “Turn Up The Radio” έφθασε μέχρι το No 28 των single charts του Billboard, δεν μπήκε ούτε καν στο τοπ-20, ενώ το “Send Her To Me” δεν μπήκε καν στα 40 πρώτα. Κι όμως, έχουν μείνει για χρόνια στο μυαλό του κόσμου. Ναι, ήθελαν more of the same, όμως είχαν στα χέρια τους ένα άλμπουμ με κομμάτια που ήταν όλα σχεδόν έτοιμα να γίνουν singles και το αγνόησαν. Προτίμησαν να μας βάλουν γρήγορα στο στούντιο για τον δεύτερο δίσκο.
 
Ο κόσμος σε θυμάται σαν έναν από τους λίγους ντράμερ σόουμεν στο hard rock της εποχής, πριν ακόμη ο Τόμμυ Λη αρχίσει τα περιστρεφόμενα ντράμς. Μπαντάνα, φαβορίτα, (στην αρχή) ινδιάνικα χρώματα του πολέμου κάτω απ΄ το μάτι. Πώς προέκυψε αυτό το λουκ;
Ήμουν ο τύπος που έκανα τους ανθρώπους γύρω μου να γελάνε, έτσι κι αλλιώς. Δεν έπαιρνα ποτέ τον εαυτό μου πολύ στα σοβαρά. Ούτε και σαν ροκ μουσικό έπαιρνα ποτέ τον εαυτό μου πολύ στα σοβαρά. Γι’ αυτό και δεν συμπεριφέρθηκα ποτέ στους fans με υπεροψία, σα να είμαι κάτι πιο πάνω απ’ αυτούς. Να σου πώ την αλήθεια, ποτέ, ούτε και σήμερα μου αρέσει να αποκαλώ τον κόσμο που του αρέσει αυτό που κάνω “fan”, δηλαδή “fanatic”. Μου δόθηκε η ευκαιρία της ζωής μου να παίξω μουσική, να είμαι σε μια μπάντα, να παίζω μπροστά σε κοινό και το μόνο που είχα στο μυαλό μου ήταν να περάσω φοβερά και να δώσω το μήνυμα ότι θα ήθελα να κάνετε και σεις το ίδιο.

Το να χτυπάς το κεφάλι σου συγχρόνως με το πιατίνι, ήταν μια χαρακτηριστική κίνηση.  Θεωρείς ότι έπaιζες περισσότερο με τεχνική ή με διαίσθηση; Είχα καλή φυσική κατάσταση, τις περισσότερες φορές, τουλάχιστον (χαχαχα). Πάντα μου έδινε έξτρα ώθηση το κοινό.
Τα κλασσικά τρυκ όμως τα βαριόμουν. Ξεκινούσα να κάνω ένα drum σόλο και μετά από 30 δευτερόλεπτα, το παράταγα. Φώναζα “Fuck drum solos, let’ s all drink !!!”. Μου πετάγανε κουτάκια μπύρας και τα έκοβα με τα δόντια, η μπύρα ξεπετιόταν σα συντριβάνι. Το κοινό τρελλαινόταν. Να πώ την αλήθεια, αυτή μπορεί πράγμaτι να ήταν η χαρακτηριστική μου κίνηση, όχι το χτύπημα στο κεφάλι (χαχαχα). Μου έχουν πει ότι την ίδια κίνηση με το χτύπημα στο κεφάλι την έκανε και ο μακαρίτης ο Randy Castillo, δεν το ήξερα. Και σίγουρα δεν το πήρα απ’ αυτόν (χαχαχα).
 
Όταν το φθινόπωρο του ’85 κυκλοφόρησε το δεύτερο άλμπουμ σας, “Thats The Stuff”, βγήκατε πάλι στο δρόμο σαπόρτ στους Motley Crue. Τί θυμάσαι από την περίοδο εκείνη;
Ήταν η περιοδεία που έκαναν για το άλμπουμ “THEATRE OF PAIN”. Τα πράγματα που έγιναν σ΄εκείνη την περιοδεία έκαναν την προηγούμενη με τους Van Halen να φαίνεται ήπια. Αυτή τη φορά είχα περισσότερες ευθύνες, γιατί έκανα πολλές φωτογραφήσεις, συνεντεύξεις, εμφανίσεις στην τηλεόραση και όλο αυτό έμπαινε στη μέση και με αποσπούσε από το καθημερινό πάρτυ που έστηνα με τον Nikki και τον Tommy. O Vince ήταν κάπως αποκομμένος. Είχε και προβλήματα με το νόμο, γιατί είχε προκαλέσει εκείνο το τραγικό ατύχημα (σ.σ. : 8 Δεκεμβρίου του ’84 είχε τρακάρει με την Maserati, με αποτέλεσμα ο συνοδηγός του, ο ντράμερ Razzle των Hanoi Rocks να σκοτωθεί) και πρόσεχε, γιατί ήταν έξω με περιοριστικούς όρους. Περάσαμε όμως φοβερά με τον Nikki και τον Tommy. O Τommy είναι μια πολύ αγνή ψυχή, αυτό πρέπει να το πώ, αλλά και με τον Nikki είχαμε έρθει πολύ κοντά εκείνη την εποχή. Δυστυχώς, έχω να τους μιλήσω πάνω από 20 χρόνια, αλλά ξέρεις, δεν είμαι και ο τύπος που θέλω να μπλέκομαι στις δουλειές των άλλων. Δε μ΄αρέσει να προσποιούμαι ότι είμαι star σαν τον Nikki, ο άνθρωπος έχει αυτό που όλος ο κόσμος αναγνωρίζει σαν “star quality”. Μπορεί βέβαια να μην έχω γράψει βιβλίο όπως ο Nikki, αλλά θυμάμαι και ‘γω αρκετές ιστορίες για να γεμίσω ένα βιβλίο (χαχαχα). Αν η ζωγραφική μου φτάσει στο να μπορεί να θεωρηθεί κάτι σαν καρριέρα, πιθανόν να το συνδυάσω τότε, να  φροντίσω να γραφτούν κάποια πράγματα, έτσι για προώθηση, για να γνωρίζει ο κόσμος της τέχνης από πού προέρχομαι. Αλλά είναι νωρίς ακόμη.


 
Ποιά από τα γκρουπ με τα οποία περιοδεύσατε εκείνη την περίοδο σου έχουν μείνει;
Πέρα από τους Van Halen και τους Motley; Πάρα πολύ καλές ήταν οι Heart. Η Ann και η Nancy, φοβερές κοπέλες, πολύ ταλαντούχες και πολύ καλές στη σκηνή. Ήταν στην περιοδεία του ’85-’86, όταν έκαναν μεγάλη επιτυχία.  Μας συμπεριφέρθηκαν πολύ καλά σε όλους, οι ίδιες, οι τεχνικοί τους, ήταν πολύ ωραίες μέρες για μας.
 
 
Η πορεία του Steve Plunkett είναι γνωστή σήμερα. Έχει γράψει τραγούδια, μεταξύ άλλων για τη Celine Dion και για διάφορες κινηματογραφικές παραγωγές του Hollywood, είναι πια ένας ακριβός κατά παραγγελίαν συνθέτης. Λίγοι αναφέρονται όμως στον Steve Isham, τον τύπο που έπαιζε πλήκτρα στην μπάντα, που πέθανε το 2008. Τί τύπος ήταν;
Ο Steve ήταν μεγαλύτερος απ’ όλους μας σε ηλικία. Ένας πολύ ευγενικός τύπος, πολύ καλός μουσικός, γεμάτος ιδέες. Ερχόταν από ένα μικρό χωριό το Pocatello, στο Idaho, στις μεσοδυτικές πολιτείες και πάντα ήθελε να γυρίσει εκεί. Έδενε τον ήχο μας, κάνοντάς τον πιο συμπαγή στις ηχογραφήσεις – μην ξεχνάς ότι τότε το να έχει ένα hard rock group κανονικό πληκτρά δεν ήταν cool. Πάνω στη σκηνή ντυνόταν πάντα με κάτι μακριά σακκάκια και έφτιαχνε τα μαλλιά του έτσι που τον έκαναν να δείχνει σαν ένας κανονικός ροκ σταρ. Αφ’ ότου διαλύσαμε συνέχισε να παίζει και να γράφει, αν θυμάμαι καλά, στο group του Vince Neil. Δυστυχώς, βρέθηκε με καρκίνο. Λυπήθηκα πολύ όταν έμαθα το θάνατό του. Αισθάνεσαι ότι μεγάλωσες απότομα μαθαίνοντας κάτι τέτοιο.
 
Το καλύτερο άλμπουμ σας για πολύ κόσμο ήταν το τρίτο (“Loud NClear”), το οποίο όμως, παρ’ ότι βγήκε σε μια εποχή με πολύ ζήτηση για το σκληρό ήχο (1987), τελικά ακούστηκε λιγώτερο. Ποιά ήταν κατά τη γνώμη σου η αιτία; Έλλειψη υποστήριξης από την RCA ; Μπάτζετ; Ή δυσλειτουργία μέσα στο συγκρότημα;
Απ΄ό,τι ανακοινώθηκε αργότερα, και τα τρία άλμπουμ μας έγιναν χρυσά, όμως μόνο το πρώτο, το “Sign In Please” έγινε λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του και τα δύο άλλα πολύ αργότερα, όταν είχαμε διαλύσει. Όλοι περίμεναν κάτι παραπάνω από μας. Και αυτή η προσδοκία μάλλον έγινε πολύ βαριά για όλους μας. Ο Steve Plunkett ήθελε να στρογγυλέψει πολύ τον ήχο, να κόψει όλη την αιχμή που βγάζαμε σαν μπάντα όταν παίζαμε μεταξύ μας στις πρόβες ή πάνω στη σκηνή. Εμείς οι υπόλοιποι θέλαμε έναν πιο ζωντανό heavy ήχο, με ψυχή. Υπήρχαν κατά κάποιο τρόπο δύο στρατόπεδα μέσα στη μπάντα. Από την πλευρά μου έκανα ό,τι μπορούσα σε επίπεδο προώθησης και δημοσίων σχέσεων. Έφερα τον Ozzy και τον Vince Neil να εμφανιστούν στο βίντεο-κλιπ του “Loud N’ Clear” και κάπου εκεί κουράστηκα, γιατί όλες οι αποφάσεις και η στρατηγική της εταιρίας σταματούσαν σε μια ποπ λογική. Μας είχαν βάλει στη διαδικασία να έχουμε κομμάτια “radio friendly”, που θα μπορούσαν οι dj του ραδιοφώνου να το παίξουν δίπλα στον Prince,  για παράδειγμα, αναζητώντας το επόμενο «μεγάλο» rock hit. Μετά από λίγο καιρό θυμάμαι είχε κυκλοφορήσει το “Appetite For Destruction” κι έλεγα «τί pop μ@λ@κίες μας βάζουν να παίζουμε !». Το πράγμα πήγαινε αλλού, ήταν φανερό και είχαμε χάσει το momentum, προσπαθώντας να κάνουμε πιο μαλακό τον ήχο μας αντί να γράψουμε κανονικά ροκ κομμάτια. Το κοινό το δικό μας ήταν σ΄εκείνη την κατεύθυνση, το πιο heavy κοινό. Αυτό ήταν και το σκεπτικό μας, αναθέτοντας στον μεγάλο Andy Johns να επιμεληθεί το τρίτο μας εκείνο άλμπουμ. Η ειρωνεία της τύχης είναι ότι εκείνος ήταν ο καλύτερός μας δίσκος. Ο Lynch είχε εξελιχθεί σε έναν πολύ καλό κιθαρίστα, εγώ και ο Randy Rand είχαμε δέσει πάρα πολύ σαν rhythm section, κι αυτό ήταν βασικό συστατικό του ήχου μας. What the hell, το “Turn Up The Radio” μιλάει από μόνο του, έτσι δεν είναι; Έπρεπε να είχαμε κάνει έναν δίσκο που θα προσέγγιζε περισσότερο το κοινό μας, το hard rock κοινό. Όταν αυτό δεν φάνηκε να συμβαίνει, μετά από δύο – τρεις μήνες κυκλοφορίας, τότε κατάλαβα ότι δεν θα τα καταφέρναμε. Από τη μια μέρα στην άλλη, η εταιρία σταμάτησε να κάνει το ο,τιδήποτε. Ούτε τηλεοπτικές εμφανίσεις, ούτε συνεντεύξεις στο ραδιόφωνο, ούτε καν βοήθησε να παιχτούν στο rotation που έπρεπε τα βίντεό μας στο MTV. Κάναμε μόνο μερικές συναυλίες με τους Whitesnake, που τότε ήταν τεράστιοι, με το “Still Of The Night” και το ’87 album, αλλά είxame μηδενικό promotion. Ο κόσμος μας ρωτούσε «πού χαθήκαμε» κι αν είχαμε διαλύσει, ενώ είχαμε μόλις κυκλοφορήσει ένα καινούριο άλμπουμ. Είχα απογοητευτεί τρομερά. Πήγα στη μπάντα και τους το είπα. «Αυτό ήτανε, παιδιά. Είστε τελειωμένοι, εγώ φεύγω». Τους το είπα έτσι, γιατί πίστευα ότι μόνο εγώ έτρεχα, αγωνιούσα και μάλωνα με την εταιρία για την κατεύθυνση της μπάντας. Δυστυχώς, είχα δίκιο. Αν και δεν ήμουν ποτέ μέσα στα γραφεία της RCA, για να ξέρω ακριβώς τί έγινε και γιατί, το βέβαιο είναι ότι η εταιρία δεν είχε τα κατάλληλα άτομα  για να μας πλασσάρουν σαν hard rock γκρουπ. Βρεθήκαμε σε μερικές από τις μεγαλύτερες παγκόσμιες περιοδείες εκείνη την εποχή, το πρώτο μας άλμπουμ ήρθε από το πουθενά και είχε πολύ μεγαλύτερη επιτυχία απ’ ό,τι περίμεναν κι όμως δεν ήξεραν τί να κάνουν μαζί μας. Μας έδωσαν πολύ λίγο χρόνο για το δεύτερο, που ήταν όντως κάπως βεβιασμένο και όταν έφτασε η ώρα να κάνουμε το προσεγμένο τρίτο βήμα, ενώ είχαμε έναν καταπληκτικό και διάσημο για τις συνεργασίες του παραγωγό, εκείνοι μας εγκατέλειψαν. Στεναχωριέμαι ακόμη και τώρα, όταν σκέφτομαι πόσα λάθη έγιναν εκείνη την εποχή.
 
Τί συνέβη με τα δικαιώματα από τις πωλήσεις και τις συνθέσεις. Έχουν γραφτεί διάφορα πράγματα σχετικά. Δυστυχώς, ο Plunkett μέσα στα χρόνια προσπαθεί μεθοδικά να πιστωθεί ο,τιδήποτε αφορά το όνομα των Autograph και όλα τα υπόλοιπα μέλη το ξέρουν πολύ καλά αυτό. Και όχι μόνο τα μέλη, αλλά όσοι παρακολουθούν τί έχει κάνει το κάθε μέλος ξεχωριστά όλα αυτά τα χρόνια. Η κόρη μου η Natalee, ας πούμε, είναι σήμερα (σ.σ.: τέλη του 2014) 27 χρόνων και ξέρει, κι η ίδια και οι φίλοι της ότι μετά τους Autograph έχω δουλέψει με τον Earl Slick, με τον Mark Lanegan, με τον Duff McKagan, ότι έχω γράψει και μόνος μου τραγούδια σε δίσκους που πήραν κριτικές πέντε αστέρων στο Rolling Stone. Δεν τα έμαθα αυτά ξαφνικά. Του Plunk όμως του αρέσει να διαδίδει ότι μετά τους Autograph σταμάτησα, για να μείνει στο μυαλό όλων τους ότι η μπάντα ήταν δικό του δημιούργημα Εντάξει, αυτός έγραφε τα περισσότερα κομμάτια, μερικά πραγματικά καταπληκτικά pop κομμάτια, αλλά το να προσπαθεί να ξαναγράψει την ιστορία από την αρχή, ενώ ξέρει ότι όλοι συμβάλλαμε σε αυτά, είναι τουλάχιστον άδικο. Στο κάτω – κάτω, αν θα έπρεπε να επιμερίσουμε τα πνευματικά δικαιώματα για καθετί που φτιάξαμε ως Autograph, τότε θα έπρεπε κι εγώ να έχω τελείως διαφορετικό μερίδιο. Η γυναίκα μου, που δούλευε σε εταιρία κούριερ το ίδιο διάστημα, σίγουρα έβγαλε περισσότερα λεφτά απ’ όσα δικαιώματα πήρα εγώ απ’ το πρώτο άλμπουμ που ήταν το πιο πετυχημένο μας. Μπορεί το συμβόλαιο να είχε τον αριθμό που σου είπα με τα έξι μηδενικά, αλλά το μόνο που πήραμε όταν τελείωσε η περιοδεία μας με τους Van Halen ήταν μια επιταγή 100.000 δολλαρίων, που μετά από την αφαίρεση κρατήσεων που μας εξήγησαν ότι «χρωστούσαμε» για «έξοδα» (μηχανήματα, δικαιώματα tour managers και ένα σωρό σκ@τ@), μου απέμειναν μόνο 6.000 δολλάρια. Είχα μόνον ένα συνθετικό δικαίωμα στο “Turn Up The Radio”, ίσο με όλους. Όλα τα υπόλοιπα, κατέληξαν, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, στον Plunkett. Βέβαια, μετά ξύπνησα κάπως περισσότερο και απαίτησα περισσότερα credits στα άλλα δύο άλμπουμ, αλλά ήταν αργά πια.
 
Το ‘88 έφτιαξες τους Dirty White Boy, ένα μικρό supergroup, από την άποψη ότι τα ονόματα που συμμετείχατε εκεί ήταν έμπειρα. Τί συνέβη μ΄αυτούς;
Καταρχήν, αμέσως μετά από τους Autograph δούλεψα session σ’ ένα άλμπουμ του Joe Cocker (σ.σ. στο “One Night Of Sin”). Ναι και τότε φτιάξαμε τους Dirty White Boy. Wild times, man. O Glenn (σ.σ.: David Glenn Eisley, τραγουδιστής στα δύο πρώτα άλμπουμ των Giuffria) είχε φοβερή φωνή, o Earl Slick, τί να πεις γι΄αυτόν; Όταν έχεις παίξει κιθάρα σε άλμπουμ του John Lennon, έχεις δουλέψει με τον David Bowie και τον Keith Richards, είσαι κοντά στα 40 και θέλεις σαν τρελλός να ροκάρεις, πρέπει να είσαι a bad m@th@φάκα, all by yourself. Eίμασταν αποφασισμένοι να τα δώσουμε όλα. Κυκλοφορήσαμε ένα και μόνο άλμπουμ, δεν είχε τον ήχο που θέλαμε, παρ’ ότι η Polydor μας είχε αναθέσει στον Beau Hill, που ήξερε απ’ αυτά. Ήμασταν ανυπόμονοι, πεινασμένοι και τα πηγαίναμε καλά μεταξύ μας, αλλά τελικά μόνον εγώ το έβλεπα σαν μπάντα, οι άλλοι σαν project. Μετά από λίγο άλλαξε και η βιομηχανία, οπότε δεν υπήρξε καν συζήτηση για δεύτερο δίσκο. Grunge killed us all rock n’ rollers. Δε φταίνε οι μουσικοί, φυσικά, αλλά οι άνθρωποι ορισμένων εταιριών που αποφάσισαν that we were no good, overnight.
 

Πώς ήταν η προσωπική σου ζωή εκείνο το χρονικό διάστημα;

Έβγαινα από μια πολύ δύσκολη φάση, αφού είχα να αντιμετωπίσω ένα πολύ άσχημο διαζύγιο. Η γυναίκα που ήμουν μαζί της παντρεμένος 9 χρόνια και είχαμε ήδη αποκτήσει την κόρη μου, ήρθε μια μέρα και μου είπε «Δεν σ΄αγαπώ πια». Από την ημέρα που γνωριστήκαμε και βγήκαμε ραντεβού, τρεις μέρες στη σειρά, ήμασταν στην ουσία αχώριστοι. Θα με ρωτήσεις, πολύ λογικά, τί συνέβη. Δεν είναι και τόσο εύκολο να το εξηγήσω, πάντως δεν το περίμενα. Ένα πράγμα θα πώ, που το έχω δει πολλές φορές στη ζωή μου, γενικά: σ’ ένα διαζύγιο δεν φταίει ποτέ μόνον ο ένας. Το 1994, άρχισαν τα προβλήματα υγείας μου. Μετά από καιρό που πονούσα, έκανα εξετάσεις και τελικά οι γιατροί είπαν ότι ο μόνος τρόπος για να λυτρωθώ από τους πόνους, οι οποίοι οφείλονταν και στο πώς έπαιζα τύμπανα, ήταν το να κάνω επέμβαση στην πλάτη. Υποβλήθηκα λοιπόν σε μια εξαιρετικά επώδυνη επέμβαση στον αυχένα. Τα παυσίπονα που μου είχαν συνταγογραφήσει ήταν πολύ ισχυρά οπιούχα. Κάπως έτσι, μπήκα πριν το καταλάβω στον «θαυμάσιο» κόσμο της ηρωίνης. Χωρίς, μπάντα, χωρίς οικογένεια, χωρίς φίλους, κατρακύλησα σ’ έναν εντελώς καταστροφικό εθισμό κι έφτασα ως τον πάτο. Πούλησα τα πάντα, τους χρυσούς μου δίσκους, τα σετ από τύμπανα, όλα. Έμεινα άστεγος. Μια οργάνωση που βοηθά τους τοξικοεξαρτημένους με βρήκε και με περιμάζεψε το 1997. Με έβαλαν σε κλινική αποτοξίνωσης και αργά αλλά σταθερά ακολούθησα πρόγραμμα. Οφείλω πάρα πολλά στον Δρα Drew Pinsky, τον γιατρό που είχε εμένα αλλά και πολλούς άλλους υπό την επίβλεψή του.
 
Πώς και πότε προέκυψε η επανασύνδεση των Autograph το 2013; Οι φανς σε όλο τον πλανήτη είχαν δεχθεί με ενθουσιασμό την είδηση.
Όλοι ήξεραν ότι σε μια επανασύνδεση της αρχικής σύνθεσης θα έτρεχα πρώτος. Στην αρχή έγινε μια πρόταση για μια one off εμφάνιση της αρχικής σύνθεσης. Ο κόσμος στο internet τρελλάθηκε. Δεν  μπορούσα να το πιστέψω. Γρήγορα τα σχέδια μεγάλωσαν. Ο Plunkett είπε από την αρχή ότι δεν ενδιαφέρεται. Παρ’ ότι ο Steve Isham είχε πεθάνει, ο Randy Rand, o Steve Lynch κι εγώ ξαναβρεθήκαμε μετά από 25 χρόνια και ξεκινήσαμε πρόβες μέσα σε τρομερό ενθουσιασμό. Βρήκαμε τον τραγουδιστή, έναν νέο, τον Simon Daniels που έπαιζε σε μπάντες διασκευών. Βρήκαμε μάνατζερ, κλείσαμε μέχρι και θέση στο Hard Rock Cruise 2014. Φωτογραφήσεις, συνεντεύξεις, βίντεο στα προσωπικά κανάλια μας στα social media. Μέχρι και τα μαλλιά μου έβαψα, μετά από πρόταση του μάνατζμεντ, για να δείχνω πιο νέος. Το είδα όπως πάντα σαν παιχνίδι. Ένας Θεός ξέρει πόσο ζωντανός ένιωσα.
 
Τελικά, τί προέκυψε; Ενώ ετοιμαζόσαστε για περιοδεία, μάθαμε από τα social media ότι εκδιώχθηκες από το συγκρότημα. O Randy Rand είπε σε μια διαδικτυακή συνέντευξη ότι δεν ήσουν σε θέση να παίξεις, ότι δεν μπορούσες ούτε καλά – καλά να οδηγήσεις αυτοκίνητο, ότι δεν είχες διαβατήριο, ότι δεν μπορούσες καν να βρεις το μέρος που γίνονταν οι πρόβες, ότι δεν άντεχες να ανταποκριθείς σε μια περιοδεία. Είναι αλήθεια;
Το μόνο που έχω να πώ είναι ότι μου φέρθηκαν απαίσια, με μαχαίρωσαν πισώπλατα και ότι δεν το περίμενα καθόλου, ειδικά απ’ τον Lynch και τον Rand. Κανείς μας δεν είναι νέος πια, αλλά δεν μου έδωσαν καν μια ευκαιρία. Τελικά ο τύπος που με αντικατέστησε τους έκανε και την παραγωγή σε ένα e.p.. Τα λεφτά μπήκαν και πάλι στη μέση, Pan. Ήμουν πικραμένος για αρκετό καιρό, αλλά τελικά μπόρεσα να ξεχάσω και να σκεφτώ λογικά. Το έχω ξανακάνει. Βγήκα από ένα φρικτό διαζύγιο, κατάφερα να ξεχάσω. Βγήκα από τα ναρκωτικά, κατάφερα να ξεχάσω και να προχωρήσω. Όση μουσική κι αν έχω μέσα μου, ξέρω ότι δεν είμαι απ’ το υλικό του ροκ σταρ πια. Και να σου πώ και κάτι; Σήμερα, δε με ενοχλεί καθόλου. Έχω την τέχνη μου και ζώ με αυτήν και την μουσική μου.
 
Για τους διαδικτυακούς σου φίλους είναι γνωστό, αλλά ο πολύς κόσμος δεν γνωρίζει ότι ζωγραφίζεις. Τί σημαίνει για σένα η ζωγραφική;
Ήταν κατι σαν ένα σημάδι. Δεν είχα ξαναπιάσει ποτέ πινέλο ή οποιοδήποτε υλικό στη ζωή μου, για να ζωγραφίσω. Ήμουν κάποια στιγμή στην κλινική αποτοξίνωσης, για πρώτη φορά 18 μέρες καθαρός από ηρωίνη. Είχαν εκεί ένα μικρό δωμάτιο «τέχνης», με μερικά καφετιά χαρτιά, από αυτά που φτιάχνουν τις σακούλες με τα ψώνια και μερικά μπουκάλια από κέτσαπ, γεμισμένα με μπογιά. Βρέθηκα χωρίς να το καταλάβω να ανακατεύομαι με κάτι κινέζικα chopsticks και να πιάνω να ζωγραφίζω με το χέρι. Δεν είχα ιδέα ότι αυτό μπορεί να σημαίνει κάτι. Ώσπου είδε αυτό που είχα κάνει ο Δρ, Drew, o γιατρός μου. «Ποιος από σας το έφτιαξε αυτόρώτησε έκπληκτος. «Εγώ», απάντησα. Από τη μέρα εκείνη ο άνθρωπος αυτός μου έδωσε κίνητρο να συνεχίσω. Σήμερα (σ.σ.: τέλη 2014) έχω ήδη κάνει μερικές μικρές εκθέσεις και υπάρχουν άνθρωποι που ενδιαφέρονται για τα έργα μου. Αυτό απορροφά πολύ μεγάλο μέρος της ημέρας μου.


 

Ποιά είναι η καθημερινότητά σου σήμερα, ποιές οι προσδοκίες σου για το μέλλον; Η μουσική είναι μέσα σε αυτές;
Ζω μάλλον απομονωμένα στο Joshua Tree, στην έρημο. Η κόρη μου και μερικοί φίλοι μου με επισκέπτονται τακτικά. Δεν είχα ούτε έχω pc μέχρι σήμερα, αλλά ευτυχώς υπάρχει το i-phone (xaxaxa). Επικοινωνώ μέσω του Facebook με πολύ κόσμο. Πάντα με αφήνει έκθαμβο η τόση αγάπη. Παλιοί γνώριμοι, fans της μπάντας, άνθρωποι άγνωστοι που μου λένε πόσα πολλά πράγματα σημαίνει η μουσική που έχω παίξει, πόσο τους έχει βοηθήσει. Είμαι πραγματικά ευγνώμων που παραμένω ζωντανός μετά από όλα αυτά. Και πάντα με συγκινεί όταν ακούω ή βλέπω μηνύματα όπως “You were the soundtrack to my teenage years” ή “I was blown away by you guys opening for Van Halen in ‘84”. Συγκινούμαι,  εντυπωσιάζομαι και σκέφτομαι ότι έχω κάνει μια περιουσία από φίλους που δεν γνωρίζω, ότι είμαι ένας πλούσιος άνθρωπος. Δε θα μπορούσα να φανταστώ ότι ενώ κάνω τις δουλειές μου, ενώ, ας πούμε, πάω για ψώνια κάποιος στην άλλη άκρη του κόσμου σκέφτεται την μπάντα μου και παίρνει δύναμη από τα τραγούδια της, ή που του αρέσουν οι πίνακές μου. Όμως βλέποντας τα μηνύματα στο internet και την τόση αγάπη, είμαι πια βέβαιος ότι αυτό ακριβώς συμβαίνει. Νιώθω πολύ μεγάλη τιμή και πολύ μεγάλη τύχη, που υπάρχουν άνθρωποι που με κάνουν και θυμάμαι και αποκαθιστώ το παρελθόν μου. Μπορώ πια και σκέφτομαι “Yeah…that was cool and that was me and my dream at that time”. 

  • Λίγο καιρό αργότερα, τον Νοέμβριο του 2014 κι ενώ η μητέρα του ήταν στο νοσοκομείο με πολλαπλά πρoβλήματα υγείας, ο Keni Richards υπέστη οξύ έμφραγμα και νοσηλεύτηκε σε νοσοκομείο της Καλιφόρνια. Τον Μάρτιο διαγνώσθηκε με βαρειά καρδιακή ανεπάρκεια («μόνο το 25% της καρδιάς μου λειτουργεί είπαν οι γιατροί»), υποχρεώθηκε σε αυστηρή vegetarian δίαιτα και επανυποβαλλόταν σε αλλεπάλληλες εξετάσεις. Ζωγράφιζε συνέχεια, ενώ είχε και έναν προσωπικό εξειδικευμένο καρδιολόγο ινδικής καταγωγής, ο οποίος προσφέρθηκε να τον επισκέπτεται τρεις φορές την εβδομάδα στην αγροικία που ζούσε στο Johsua Tree για να ελέγχει την κλινική του εικόνα. Συνεχίσαμε να μιλάμε, συχνά ήταν πολύ κουρασμένος και βαρύς, αλλά πάντα διατηρούσε την αιδιοδοξία του.
«Έχω ζήσει την ζωή πέντε ανθρώπων, δεν έχω παράπονο», μου είπε την τελευταία φορά που μιλήσαμε. «Όμως θα τα καταφέρω και πάλι και θα κάνω μια μεγάλη έκθεση με τα καλύτερα έργα μου. Προς το παρόν συνεχίζω να φτιάχνω κι άλλα. Τότε θα κάνουμε μαζί μια μεγάλη αποκλειστική συνέντευξη για όλα. But, if anything happens to me … please come forward and share a different insight to the way in which …Keni the artist …Keni the musician, through his eyes, took the road less travelled”.
Farewell, captain Keni. Bang ’em out loud.
 
Παναγιώτης Παπαϊωαννου