Sam Cooke: Μία αξέχαστη βραδιά στο Harlem Square Club
Friday

2Dec

Sam Cooke: Μία αξέχαστη βραδιά στο Harlem Square Club

Δημοσιεύθηκε από:

02/12/2022

Κατηγορία: Live Favorites

3816
Αν λατρεύετε ερμηνευτές του ύφους Steve Perry (Journey), Jim Jamison (Survivor) και Rod Stewart αξίζει να γνωρίζετε ότι μία από τις βασικές τους επιρροές ήταν και ο αξέχαστος μαύρος τραγουδιστής Sam Cooke.
Γεννημένος τον Ιανουάριο του 1931 στο Μισισιπή με πατέρα ιερέα και σε μία πολυμελή οικογένεια με οκτώ παιδιά, ο Samuel Cook (το e το πρόσθεσε αργότερα) από πολύ μικρή ηλικία είχε το θειικό χάρισμα μία εξαίσιας φωνής όπου δουλεύτηκε και ωρίμασε πρόωρα χάριν της συμμετοχής του σε θρησκευτικές γκόσπελ χορωδίες από την ηλικία των 6 ετών υπό των τίτλο Singing Children. Δύο χρόνια μετά την γέννησή του το 1933, η οικογένεια του μετακομίζει βόρεια, στο Σικάγο όπου υπήρχαν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για την μαύρη κοινότητα και φοίτησε στο Wendell Phillips Academy High School όπου σε αυτό το σχολείο υπήρξε μαθητής, ο θρυλικός Nat "King" Cole. 
Στην εφηβεία του, ιδρύει το νεανικό συγκρότημα με το όνομα Highway QCs ενώ ακολουθεί μία εξαετή πορεία με τους Soul Stirrers, ερμηνεύοντας τις περισσότερες φορές ιστορίες από τη Βίβλο που του είχε μάθει ο ιερέας πατέρας του Rev. Charles Cook.  Ως μέλος των Soul Stirrers, ενός σημαντικού γκόσπελ συγκροτήματος της δεκαετίας του ‘50, προκάλεσε το θαυμασμό της μουσικής κοινότητας με την κρυστάλλινη και βελούδινη φωνή του. Τα τραγούδια "Nearer to Thee" (1955), "Touch the Hem of His Garment" (1956) και "Jesus, Wash Away My Troubles" (1956) ήταν σημαντικές επιτυχίες της γκόσπελ μουσικής και, σύμφωνα με την Αreths Franklin, "τέλεια σμιλεμένα διαμάντια".
Το 1956 ακολουθεί σόλο πορεία και ηχογραφεί την ποπ σύνθεση με τίτλο "Lovable,  με το ψευδώνυμο Dale Cooke που είναι διασκευή του gospel τραγουδιού "Wonderful". Ο λόγος που χρησιμοποιεί ψευδώνυμο ήταν ότι τον γνώριζαν όλοι, ως γκόσπελ ερμηνευτή και φοβόταν ότι θα υπήρχαν "αποδοκιμασίες" στο πρόσωπο του από την μαύρη εκκλησιαστική κοινότητα που είχε αναθρεφτεί μουσικά. 
Ωστόσο, δεν "ξεγέλασε" κανέναν διότι τόσο η ερμηνεία όσο και τα μοναδικά φωνητικά του Cooke αναγνωρίστηκαν εύκολα.
Ο Art Rupe, επικεφαλής της Specialty Records, της ετικέτας των Soul Stirrers, έδωσε την συγκατάθεση του στον Cooke να ηχογραφήσει κοσμική μουσική με το πραγματικό του όνομα, αλλά ήταν δυσαρεστημένος για το είδος της μουσικής που έκανε  ο παραγωγός Bumps Blackwell. Ο Rupe περίμενε ότι η  μουσική του Cooke θα ήταν παρόμοια με αυτή ενός άλλου μεγάλου καλλιτέχνη της Specialty Records, του Little Richard. Μετά από μια διαμάχη μεταξύ Blackwell και Rupe ο Sam Cooke και ο Blackwell αποχώρησαν από την εταιρία. Το "Lovable" δεν έκανε επιτυχία αλλά έδειξε τις μεγάλες φωνητικές δυνατότητες του Cooke. 
Το μόνο που απέμενε στον Sam Cooke για να ακολουθήσει την εμπορική soul πλευρά της μουσικής βιομηχανίας ήταν να πάρει την ευχή του πάστορα πατέρα του. Αυτό αν και φαινόταν αρχικά δύσκολο ευτυχώς συνέβη ακριβώς το αντίθετο και ο πάστορας Rev. Charles Cook υπερθεμάτισε στην επιλογή του γιου του Sam, λέγοντας του: "ότι μπορεί να μην είναι  σημαντικό αυτό που τραγουδάς, αλλά αφού ο Θεός σου έδωσε μία εξαιρετική φωνή και περίσσιο μουσικό ταλέντο τότε η πραγματική χρήση του δώρου Του είναι να το μοιραστείς και να κάνεις τους ανθρώπους ευτυχισμένους".  Όπως και έγινε!

 

 
Το 1957 προσθέτει το "e" στο επώνυμό του και το ξεκίνημα της σύντομης αλλά σπουδαίας καλλιτεχνικής του πορείας είναι γεγονός. Ο Sam Cooke  εκτός από το αστείρευτο ερμηνευτικό ταλέντο που διέθετε είχε και πλούσια κοινωνική συνείδηση της φυλής του και υπερασπίστηκε με πάθος τα δικαιώματα των μαύρων στην πατρίδα του. 
Με στοχευμένη ακτιβιστική δράση κατάφερε να γίνει αποδεκτός από την λευκή κοινότητα αλλά και να καταρρίψει ρατσιστικά στερεότυπα δεκαετιών με πιο χαρακτηριστικό συμβάν όταν εμφανίστηκε ζωντανά στο περίφημο κλαμπ της Νέας Υόρκης Copacabana μπροστά σε λευκό κοινό, σπάζοντας μέχρι τότε το εμπάργκο (το είχε κάνει μόνο ο Harry Belafonte), που δεν επέτρεπε στους μαύρους να εμφανίζονται εκεί, είτε ως καλλιτέχνες είτε να παρακολουθούν τις συναυλίες ως θεατές. 
Η φιλία του, με τον σπουδαίο Μοχάμεντ Αλί, του έδωσε ένα ακόμη όπλο και δυνάμωσε τον αγώνα  ενάντια στις φυλετικές διακρίσεις ενώ η κίνησή του λίγα χρόνια νωρίτερα να αρνηθεί να  τραγουδήσει σε μια συναυλία όπου οι λευκοί θεατές θα βρίσκονταν στην πλατεία και οι μαύροι στον εξώστη έδωσε ένα σημαντικό μήνυμα αντίστασης και συμπαράστασης στην αφροαμερικανική κοινότητα.
Το παρθενικό του δισκογραφικό βήμα γίνεται το 1958 με το ομότιτλο άλμπουμ και το τραγούδι “You Send Me”, που φτάνει στην νο 1 των τσαρτ, πουλώντας πάνω από 1 εκατομμύριο αντίτυπα ενώ συνθέσεις όπως τα “Bring it On Home To”, "A Change Is Gonna Come", "Cupid", "Chain Gang", "Wonderful World" και "Another Saturday Night" γράφουν την δική τους ιστορία στον χώρο της soul μουσικής. Ακολουθεί μία σειρά εξαιρετικών δίσκων και η αποθέωση έρχεται με το "Twistin' the Night Away" (1962) με το ομότιτλο τραγούδι να κάνει τεράστια επιτυχία. Παράλληλα το 1960 συνέβη ένα ακόμη αξιοσημείωτο γεγονός αφού ο Sam Cooke είναι ο πρώτος μαύρος καλλιτέχνης που υπογράφει δισκογραφικό συμβόλαιο με την RCA Records κυκλοφορώντας την ίδια χρονιά το άλμπουμ "Cooke's Tour".
Ο Sam Cooke παράλληλα ανέπτυξε και επιχειρηματική δράση και ήταν ανάμεσα στους πρώτους μαύρους καλλιτέχνες που το έπραξαν. Ίδρυσε την δισκογραφική εταιρία KAGS Music μαζί με τον αντίστοιχο εκδοτικό οίκο, αντιδρώντας στην οικονομική εκμετάλλευση που υπέστη ο ίδιος από την RCA Records ενώ αργότερα ίδρυσε και την δισκογραφική εταιρία (SAR/ Derby) όπου ασκούσε τον ρόλο του μάνατζερ για να μπορεί να ελέγχει τα κέρδη που του απέφεραν οι δικές του πωλήσεις αλλά και να προστατεύει τα οικονομικά δικαιώματα των καλλιτεχνών που είχαν υπογράψει μαζί του από τα "αρπακτικά" του χώρου.
Στις 11 Δεκεμβρίου του 1964, ο Sam Cooke σε ηλικία 33 ετών (τα χρόνια του Χριστού που τόσο είχε τραγουδήσει και λατρέψει) δολοφονείται κάτω από περίεργες συνθήκες από τον πυροβολισμό της Bertha Franklin, διευθύντριας του ξενοδοχείου "Χασιέντα" στο Λος Άντζελες.  
Ο  Sam Cooke βρισκόταν νωρίτερα σ’ ένα μπαρ του Λος Άντζελες όπου συνάντησε μία γυναίκα ονόματι Elisa Boyer. 
Οι δυο τους συνέχισαν τη διασκέδασή τους στο δωμάτιο του Sam Cooke στο ξενοδοχείο. Κάποια στιγμή καυγάδισαν και ο Sam Cooke ημίγυμνος και σε έξαλλη κατάσταση μπήκε στο γραφείο της διευθύντριας Bertha Franklin αναζητώντας την Elisa Boyer . Η Bertha Franklin στην απολογία της ισχυρίστηκε ότι σκότωσε τον Sam Cooke ευρισκόμενη σε άμυνα και το δικαστήριο τη δικαίωσε. Το ντοκιμαντέρ του Netflix με τίτλο "ReMastered: Η Διπλή Δολοφονία του Σαμ Κουκ" εκτός ότι περιγράφει την ζωή του μεγάλου καλλιτέχνη αποκαλύπτει πολλές λεπτομέρειες από εκείνη την μοιραία βραδιά.
Η κηδεία του εξελίχθηκε σε μια μεγάλη συγκέντρωση διαμαρτυρίας της μαύρης κοινότητας της Αμερικής όπου πάνω από 200 χιλιάδες κόσμου έδειξαν της θλίψη και την οργή της για τον άδικο χαμό του θρυλικού ερμηνευτή. Οι πρώτες φήμες έλεγαν ότι ο Sam Cooke έπεσε θύμα της ακτιβιστικής του δράσης ενώ κάποιοι άλλοι πιθανολογούν ότι επειδή με την στάση του να ιδρύσει δισκογραφικές εταιρίες οι οποίες στήριζαν πραγματικά τους καλλιτέχνες τάραξε το παντοδύναμο κατεστημένο της μουσικής βιομηχανίας και ο ανεπάντεχος θάνατος του βόλεψε αφάνταστα πολλούς από τους ανταγωνιστές του.

                                       Live στο Harlem Square Club
 
Το Live στο Harlem Square Club, 1963 είναι το δεύτερο ζωντανό άλμπουμ του Αμερικανού τραγουδιστή και τραγουδοποιού Sam Cooke και ηχογραφήθηκε στο Harlem Square Club στο Μαϊάμι αλλά κυκλοφόρησε αρκετά χρόνια αργότερα τον Ιούνιο του 1985 στις Ηνωμένες Πολιτείες από την RCA Records.
Αρχικά ηχογραφήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 1963, για να κυκλοφορήσει ως ζωντανό άλμπουμ με τίτλο "One Night Stand", όμως οι υπεύθυνοι της δισκογραφικής  εταιρίας το θεωρούσαν ένα πολύ "σκληρό" και "ωμό" άλμπουμ που θα έβλαπτε την ποπ του εικόνα, του Sam Cooke. Το Harlem Square Club ήταν ένα μικρό νυχτερινό σημείο στο κέντρο της πόλης, στην ιστορική αφροαμερικανική συνοικία Overtown του Μαϊάμι, και η αίθουσα εκείνη την βραδιά ήταν γεμάτη από  αφοσιωμένους θαυμαστές του τραγουδιστή από τις μέρες του που τραγουδούσε ευαγγέλιο ως γκόσπελ ερμηνευτής.  Ευτυχώς όμως αυτή η ηχογράφηση δεν έμεινε στα συρτάρια αλλά κυκλοφόρησε επίσημα το 1985 δυο δεκαετίες μετά από τον πρόωρο θάνατο του μεγάλου soul καλλιτέχνη.



Ο δίσκος ξεκινά με το πανέμορφο "Feel It" που δεν υπάρχει σε κάποιο άλμπουμ του Cooke σε ένα γρήγορο ρυθμό με τον κόσμο από κάτω να ζεσταίνεται άμεσα.
Το "Chain Gang" είναι η πρώτη μεγάλη επιτυχία που γνώρισε ο Sam Cooke μόλις πήγε στην RCA Records και είναι δικιά του σύνθεση που την εμπνεύσθηκε όταν είδε με τα μάτια του, μία συνάντηση φυλακισμένων συμμοριών σε αυτοκινητόδρομο ενώ ήταν σε περιοδεία.
Το "Cupid" συνδυάζει σχεδόν τα πάντα με latin, R&B, jazz και  pop στοιχεία ενώ το περιοδικό Rolling Stone το κατατάσσει στα 500 καλύτερα τραγούδια όλων των εποχών.
To medley δύο θαυμάσιων συνθέσεων "It's All Right/For Sentimental Reasons" είναι απίθανο με τoν φλύαρο πρόλογο του Sam Cooke να σαγηνεύει τους ακροατές αποδίδοντας τιμές και στον Nat King Cole.
Η εκρηκτικότητα του Sam Cooke είναι ασταμάτητη και το ροκ ν ρολλ "Twistin' the Night Away" ξεσηκώνει το κοινό κάνοντας άπαντες να χορεύουν ειδικά με το παίξιμο σαξόφωνο να κερδίζει τις εντυπώσεις ενώ το "Somebody Have Mercy" αναδεικνύει την ανατριχιαστική φωνή του μαύρου ερμηνευτή.
Το  φανταστικό "Bring It On Home to Me" το έχουν διασκευάσει από τους Animals και τον Van Morrison ως τον Rod Stewart τον John Lennon και τον Otis Redding. Μιλάμε για μία κορυφαία σύνθεση με τον Sam Cooke να σε καθηλώνει με την παθιασμένη ερμηνεία του και σε ταξιδεύει στα ουράνια.
Το τραγούδι είναι ουσιαστικά μία διαφορετική επανεκτέλεση του σινγκλ του Charles Brown με τίτλο "I Want to Go Home" (1959) διατηρώντας την ατμόσφαιρα του ευαγγελικού λόγου με τον διάλογο (καλέσματος και απόκρισης) σε κοσμικό χαρακτήρα θυμίζοντας την παλιά μπάντα του Sam, τους Soul Stirrers.
To ερωτικό "Nothing Can Change This Love" ακούγεται απλά συγκλονιστικό και ο δίσκος κλείνει με το "Having a Party" με την μαγευτική φωνή του Sam Cooke να σε οδηγεί σε μία πανδαισία μελωδίας και ρυθμού.
Το 1985, ο παραγωγός Gregg Geller ανακάλυψε τις κασέτες και κυκλοφόρησε γρήγορα το "Live στο Harlem Square Club" την ίδια  χρονιά αναφέροντας τα εξής: "Ο Sam Cooke ήταν αυτό που λέγαμε crossover artist: πέρασε από τη gospel στη pop μουσική, κάτι που ήταν αρκετά αμφιλεγόμενο στην εποχή του. Αλλά μόλις πέτυχε ως ποπ καλλιτέχνης, απέκτησε μια ορισμένη mainstream εικόνα για να μπορεί προστατεύσει τον εαυτό του. Το γεγονός είναι ότι, όταν βγήκε στο δρόμο, έπαιζε σε ένα κυρίως, μαύρο κοινό ενώ ταυτόχρονα φαινόταν σαν να έκανε έκανε μία διασκεδαστική μουσική εκπομπή για το σπίτι.
Το "Live στο Harlem Square Club" θεωρείται μεταξύ των καλύτερων ζωντανών άλμπουμ από κριτικούς σύγχρονης μουσικής και έχει καταταγεί στις «καλύτερες» μουσικές λίστες, συμπεριλαμβανομένης της λίστας των 500 μεγαλύτερων άλμπουμ όλων των εποχών από το περιοδικό Rolling Stone.  Επίσης υπάρχουν άλλες δύο εκδόσεις του εν λόγω άλμπουμ. Η πρώτη έγινε το 2000 με τίτλο "The Man Who Invented Soul" και ένα remaster το 2005 από το RCA.
Τέλος το 2003, το περιοδικό "Rolling Stone" κατέταξε το άλμπουμ στον αριθμό 443 στη λίστα με τα 500 καλύτερα άλμπουμ όλων των εποχών, με την κατάταξη να ανεβαίνει στον αριθμό 439 στην αναθεώρηση του 2012 και στον αριθμό 240 στην επανεκκίνηση της λίστας το 2020. Το άλμπουμ εμφανίζεται στο βιβλίο 1001 άλμπουμ που πρέπει να ακούσεις πριν πεθάνεις. 
 
Υ.Γ.1: Aρκετά ήταν τα τραγικά συμβάντα που είχαν σημαδέψει την ζωή του Sam Cooke. Στις 10 Νοεμβρίου του 1958 αυτός και ο φίλος του Lou Rawls, με τον οποίο ήταν μέλη στο συγκρότημα των Pilgrim Travelers, τραυματίζονται σοβαρά σε τροχαίο ενώ έναν χρόνο αργότερα, η πρώτη του γυναίκα σκοτώνεται στο Fresno της Καλιφόρνιας σε αυτοκινητικό δυστύχημα. Τέλος το καλοκαίρι του 1963 ο μικρότερος γιος του Vincent πνίγεται στην πισίνα του σπιτιού τους.
 
 Υ.Γ.2: Το 1986 ο Sam Cooke εντάχθηκε στο "Rock and Roll Hall of Fame" το 1986 ενώ  το 1999 τιμήθηκε με βραβείο Γκράμι για την προφορά του στη μουσική.
 
Φώτης Μελέτης