H  μουσική "άλωση" της Αμερικής από τους Βρετανούς στη δεκαετία του '60
Βρισκόμαστε στο 1964.Η Αμερικανική πολιτιστική κυριαρχία στον τομέα της pop και rock n roll μουσικής, αρχίζει να παρουσιάζει ρωγμές και να χάνει την πρωτοκαθεδρία. Αυτό υπήρξε το αποτέλεσμα αλληλουχίας γεγονότων τα οποία συνέβησαν τα αμέσως προηγούμενα χρόνια και αφορούσαν Αμερικανούς αστέρες της rock.
Ο Elvis Presley από το 1958 έως το 1960 είχε διακόψει την καριέρα του προκειμένου να υπηρετήσει στον στρατό, γεγονός που του έκοψε τη φόρα στην εντυπωσιακή πορεία του.
Ο Jerry Lee Lewis έπεσε σε δυσμένεια, και δικαίως , όταν έγινε ευρέως γνωστό το γεγονός ότι είχε παντρευτεί τη 14χρονη(!!!) εξαδέλφη του.
Ο Little Richard στράφηκε στη χριστιανική θρησκεία.
Ο Chuck Berry συνελήφθη το 1959 και φυλακίστηκε από το 1962 μέχρι το 1964 για σεξουαλική παρενόχληση σε ανήλικη και το 1959 οι πολλά υποσχόμενοι Richie Valens, Big Bopper και Buddy Holy σκοτώθηκαν σε φρικτό αεροπορικό δυστύχημα.
Στις 9 Φεβρουαρίου του 1964, λοιπόν, οι Beatles εμφανίζονται στο δημοφιλές για εκείνη την εποχή  αμερικανικό τηλεοπτικό πρόγραμμα Ed Sullivan Show, και σαρώνουν την τηλεθέαση τραγουδώντας το σχεδόν γυμνασιακά παιχνιδιάρικο άσμα ’’I Wanna Hold Your Hand’’, καθηλώνοντας 73 εκατομμύρια τηλεθεατές.
Το φαινόμενο της ’’Beatlemania’’ παράλληλα με τη  Μ. Βρετανία και την Ευρώπη άρχισε να απλώνεται και στις ΗΠΑ.
Αυτό υπήρξε η επίσημη αρχή ,που εγκαινίασε τη λεγόμενη ’’Βρετανική Εισβολή ’’ στις ΗΠΑ, ένα μουσικό και πολιτιστικό γεγονός , του οποίου οι συνέπειες έχουν αφήσει τα ίχνη τους ακόμα και στις ημέρες μας.
Η αμερικανική νεολαία διψούσε για αισιοδοξία, ιδίως μετά τη δολοφονία του Αμερικανού Προέδρου John F. Kennedy τον Νοέμβριο του 1963, γεγονός το οποίο είχε σαφώς τραυματίσει την Αμερικανική κοινωνία και είχε επιβάλει μια καταθλιπτική περιρρέουσα ατμόσφαιρα.


Το τέλειο αντίδοτο στη συλλογική κατάθλιψη, ήρθε ως θεόσταλτο δώρο από τους πρωτοπόρους του λεγόμενου ’’ήχου του Mersey’’,  τα 4 νεαρά ενθουσιώδη παιδιά από το Liverpool, τα οποία  όχι μόνο κέρδισαν τις καρδιές των Αμερικανών εφήβων με τα απλά μηνύματα των τραγουδιών τους, αλλά το κυριότερο κατόρθωμά τους ήταν ότι άνοιξαν τον δρόμο και για αρκετές άλλες βρετανικές μπάντες και μεμονωμένους καλλιτέχνες προκειμένου να κατακτήσουν να αμερικανικά charts και να καλύψουν το κενό των Αμερικανών συναδέλφων τους.
Κι όμως αν μεταφερθούμε λίγα χρόνια νωρίτερα, στη δεκαετία του 1950, η κατάσταση ήταν τελείως διαφορετική και τίποτε δεν προμήνυε αυτό που ακολούθησε.
Η βρετανική μουσική σκηνή ήταν σχεδόν ανύπαρκτη και έπασχε από σαφές σύμπλεγμα κατωτερότητας έναντι στο φρέσκο και επαναστατικό αμερικανικό rock n roll.
Oι Βρετανοί νέοι ήταν συνεπαρμένοι από τον ξεσηκωτικό ήχο του ’’Rock Around The Clock’’ των Bill Haley and The Comets και τις επιτυχίες του ’’Βασιλιά’’ Presley, καθώς και από νεανικές χολυγουντιανές παραγωγές όπως τα ’’Rebel Without A Cause’’ με τον James Dean, ’’On The Waterfront’’ με τον Marlon Brando και το ομώνυμο ’’Rock Around The Clock’’ με τους Glen Ford και Sidney Poitier.
Εδώ όμως υπάρχει και ένα κομβικό σημείο, το οποίο κατά τη γνώμη πολλών μουσικών ιστορικών έθεσε τα θεμέλια για το επερχόμενο φαινόμενο της ’’Εισβολής’’.
Πολλοί Βρετανοί νεαροί μουσικοί είχαν αγαπήσει και αγκαλιάσει την αφροαμερικανική blues μουσική, τη στιγμή που στην Αμερική το μεγαλύτερο μέρος του κοινού την υποτιμούσε απολύτως ρατσιστικά ως ’’μουσική των μαύρων’’.
Επιπροσθέτως οι ίδιοι νεαροί, που προέρχονταν από την εργατική τάξη της αγγλικής κοινωνίας, συνδύασαν τα blues ,με την traditional jazz (και πάλι προερχόμενη από τους Αφροαμερικανούς)και το μουσικό είδος που ονομαζόταν  skiffle (είδος επίσης προερχόμενο από την Αμερική αποτελούμενο από παραδοσιακά καθώς και άλλα αυτοσχέδια όργανα, όπως banjo, κλασική κιθάρα).
Για να πάρει κάποιος μια ιδέα , περί τα τέλη της δεκαετίας του 50, υπολογίζεται ότι στο Ην. Βασίλειο υπήρχαν περίπου 50.000 skiffle γκρουπ. Ονόματα που συμμετείχαν σε skiffle σχήματα και αργότερα έγιναν διάσημοι σε rock συγκροτήματα που ίδρυσαν,  ήταν ενδεικτικά οι Roger Daltrey, Richie Blackmore, David Gilmour, Mick Jagger, Ronnie Wood και φυσικά οι John Lennon, Paul Mc Cartney και George Harrison, oι οποίοι είχαν σχηματίσει το συγκρότημα Quarymenn.
Ουσιαστικά, το ενδιαφέρον σημείο είναι, ότι πρόκειται για επανεισαγωγή πολιτισμού. Οι Βρετανοί, εκείνοι οι συμπαθείς και γοητευτικοί εισβολείς, προσέλαβαν ενεργητικά και αφομοίωσαν δημιουργικά  όλα αυτά τα στοιχεία από την Αμερική, τα ανέμειξαν με τη δική τους  folk μουσική παράδοση και δημιούργησαν ένα καινούριο ’’δικό’’ τους rock n roll πιο ανανεωμένο το οποίο ενθουσίασε τους Αμερικανούς teenagers.
Ένα γεγονός, επίσης το οποίο  έπαιξε σημαντικό ρόλο, είναι η ενέργεια της 15χρονης Marsha Albert από το Maryland, η οποία έχοντας ακούσει το ’’I Wanna Hold Your Hand’’, έστειλε ένα γράμμα στον Dj Carol James του ραδιοφωνικού σταθμού WWDC, γράφοντας του κατά λέξη:’’Γιατί να μην έχουμε τέτοιου είδους μουσική και εδώ?’’.
Στις 17 Δεκεμβρίου 1963 ο James την έβγαλε  στον αέρα να παρουσιάσει το τραγούδι. Mέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα  οι Beatles κυριαρχούσαν στις 5 πρώτες θέσεις του Αμερικανικού Billboard Hot 100 με  δικά τους τραγούδια. Με αυτόν τον τρόπο άνοιξε ο δρόμος για πολλά άλλα συγκροτήματα από το Ην. Βασίλειο προκειμένου να πάρουν το δικό τους μερίδιο δόξας στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού.

Μπάντες με πιο ’’σκληρό’’ ήχο όπως οι Rolling Stones, oί Kinks, οι Animals, οι Who, οι Yardbirds, οι Manfred Mann, άλλες με πιο ελαφρύ pop ήχο όπως  oι Dave Clark 5, οι Moody Blues, οι Herman Hermits, οι  Gerry and the Pacemakers, αλλά και μεμονωμένοι σόλο καλλιτέχνες και ιδιαιτέρως γυναίκες όπως οι, Dusty Springfield, Petula Clark, Lulu και Marianne Faithfull μονοπώλησαν κυριολεκτικά τα μουσικά ενδιαφέροντα των Αμερικανών εφήβων, κυρίως από το 1964 έως το 1966, οπότε και ήταν η μεγάλη ακμή του φαινομένου.
Kαταξιωμένοι ως τότε Αμερικανοί καλλιτέχνες όπως οι Ricky Nelson, Fats Domino, Everly Brothers, Brenda Lee, Roy Orbison, επλήγησαν και πέρασαν σε δεύτερη μοίρα σε επιτυχίες και δημοτικότητα. Ακόμα και εκείνος ο ’’Βασιλιάς’’  Elvis δεν έφτασε ξανά εκείνη την αποθέωση που απολάμβανε πίσω στα 50s.
Το φαινόμενο μάλιστα, δεν περιορίστηκε μόνο στη μουσική, αλλά επεκτάθηκε και στον χώρο των κινηματογραφικών ταινιών.
Οι σειρά ταινιών Bond, το επικό ’’Lawrence Of Arabia’’ (το οποίο τιμήθηκε με επτά βραβεία Oscar το 1963), το ’’Alfie’’, το ’’What s New Pussycat’’ ακόμα και η ταινία των Beatles ’’It’s A Hard Days Night’’, σημείωσαν μεγάλη επιτυχία στις αμερικανικές αίθουσες. Βρετανοί ηθοποιοί, όπως οι Peter O Toole, Michael Caine και Peter Sellers  αγαπήθηκαν από το αμερικάνικό κοινό. Επίσης η Carnaby Street του Λονδίνου έγινε σημείο αναφοράς στο χώρο της μόδας.
Πίσω στον τομέα της μουσικής, η επίδραση των Βρετανικών συγκροτημάτων ήταν τέτοια, που υπήρξαν αντίστοιχα αμερικανικά γκρουπ τα οποία μιμήθηκαν με ακρίβεια το στυλ και τις κινήσεις τους όπως οι Beau Brummel και οι Sir Douglas Quintet.

Η ολοκλήρωση, το τέλος της ’’Βρετανικής Εισβολής’’ δεν έχει σαφή χρονικό προσδιορισμό με την έννοια της ημερομηνίας.
Οι Αμερικανικές μπάντες, ιδίως από το 1967 και μετά έζησαν μια δημιουργική αναγέννηση και  άρχισαν σιγά-σιγά να ανακτούν τη δημοτικότητα  τους στο αμερικανικό κοινό.
Το ψυχεδελικό ροκ (Jimy Hendrix , Doors κ.α), αλλά και ο R & B ήχος που προωθείται από το studio της Motown( Four Topps, Marvin Gaye, Temptations κ.ά) κερδίζουν έδαφος  στη μουσική ψυχαγωγία.
Το αντιπολεμικό κίνημα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, φούντωνε διαρκώς και το
ενδιαφέρον της αμερικανικής νεολαίας είχε επικεντρωθεί σε αυτό πλέον. Η υστερική ’’αγγλοφιλία’’ δεν υφίσταται πια. Ωστόσο, βάσει των γεγονότων,  από τα μέσα προς τα τέλη της δεκαετίας του 60, τόσο οι αγγλικές, όσο και οι αμερικανικές μπάντες αποτελούσαν μια ενιαία διεθνή rock κουλτούρα που είχε κατακτήσει τον Δυτικό κόσμο.
Bεβαίως και κατά τη δεκαετία του 70, βρετανικές hard rock και όχι μόνο μπάντες , εξακολουθούσαν να έχουν σημαντική απήχηση στους teenagers των ΗΠΑ. Η αγγλική μουσική βιομηχανία με την εμφάνιση  του πρώιμου heavy metal (Black Sabbath, Deep Purple,Led Zeppelin μεταξύ άλλων) , του glam rock (T-REX, Sweet, David Bowie κ.ά)  και του progressive rock (Pink Floyd)κατείχε περίοπτη θέση στα μουσικά γούστα του αμερικανικού νεανικού  κοινού.
Για την ιστορία, αξίζει να αναφέρουμε πώς υπήρξε και Δεύτερη Βρετανική Εισβολή στη δεκαετία του 1980, με την εμφάνιση του σαρωτικού New Wave μουσικού κινήματος.
Το πιο εύστοχο πάντως σχόλιο στο γεγονός γράφτηκε στο περιοδικό Life ήδη από τις αρχές του φαινομένου:
’’Το 1776 οι Βρετανοί έχασαν τις αποικίες τους στην Αμερική. Το 1964 οι Beatles τις πήραν πίσω!’’.


Επιμέλεια: Δημήτρης Πολίτης